Στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ ειδοποιεί ότι οι επιδοτήσεις για την παραγωγή βιοκαυσίμων πρέπει να σταματήσουν, αφού θεωρεί ότι οι ενεργειακές καλλιέργειες θα οδηγήσουν σε αυξήσεις στις τιμές των γεωργικών προϊόντων, με συνέπεια στο τέλος να βλάψουν το περιβάλλον. Ανάλογες εκτιμήσεις είχε ανακοινώσει και ο ΟΗΕ, πριν από λίγους μήνες.
«Η σημερινή ώθηση για την επέκταση της χρήσης βιοκαυσίμων δημιουργεί μη βιώσιμες τάσεις που θα διαταράξουν τις αγορές, χωρίς να παράγουν σημαντικά περιβαλλοντικά οφέλη», αναφέρεται στο κείμενο της έκθεσης, που δημοσιοποιήθηκε σε συνάντηση υπουργών και εκπροσώπων από 12 χώρες στην πρωτεύουσα της Γαλλίας. Στην έκθεση επισημαίνεται ότι τα βιοκαύσιμα θα περιορίσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το πολύ κατά 3%, με παράλληλα δυσανάλογα ψηλό κόστος, που θα δυσαρεστήσει τους καταναλωτές.
Οι ΗΠΑ επενδύουν επτά δις δολάρια κάθε χρόνο στην προώθηση βιοαιθανόλης, με την εξοικονόμηση κάθε τόνου διοξειδίου του άνθρακα να κοστίζει 500 δολάρια. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το κόστος αυτό είναι έως και δέκα φορές μεγαλύτερο. Ο ΟΟΣΑ τονίζει επίσης ότι η ανάγκη για επέκταση των ενεργειακών καλλιεργειών θα οδηγήσει σε αποψίλωση δασών. Η έκθεση του ΟΗΕ ανέφερε ως παράδειγμα τις χώρες της Ινδονησίας και της Μαλαισίας, στις οποίες τεράστιες εκτάσεις ζούγκλας θυσιάζονται για την παραγωγή φοινικέλαιου.
Υποστηρίζεται επίσης ότι η στροφή των γεωργών στα ενεργειακά φυτά θα οδηγήσει τελικά σε αυξήσεις τιμών στα αγροτικά προϊόντα. Στις ΗΠΑ, η τιμή της ζάχαρης και του καλαμποκιού, δύο προϊόντων που έχουν δραστικό ρόλο στην παραγωγή βιοκαυσίμων, ήδη έχουν αυξηθεί. Τρεις μόνο πηγές βιοκαυσίμων είναι προτιμότερες από το πετρέλαιο: η ζάχαρη της Βραζιλίας, που μετατρέπεται εύκολα σε αιθανόλη, τα παραπροϊόντα της βιομηχανίας χαρτιού και τα ήδη χρησιμοποιημένα φυτικά λίπη.