Με εξειδίκευση στις φυσικές καταστροφές, ο Κωνσταντίνος Συνολάκης έφερε από την Αμερική στη χώρα μας την απαραίτητη τεχνογνωσία προκειμένου να προετοιμαστούμε έγκαιρα για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Γιατί επιλέξατε να σπουδάσετε στην Αμερική σε μια περίοδο που το ΕΜΠ εθεωρείτο από τα κορυφαία Πολυτεχνεία στον κόσμο; > Όντως, το ΕΜΠ τη δεκαετία του ’70 ήταν καταξιωμένο σε όλον τον κόσμο, όμως αρχικά ήθελα να σπουδάσω Φυσική, και για σπουδές σε Θεωρητική και Εφηρμοσμένη Φυσική η Αμερική ήταν μονόδρομος. με είχαν δε συναρπάσει ιδιαίτερα οι Αμερικανοί φυσικοί, οι οποίοι έκαναν τότε συνεχώς ανακαλύψεις και έπαιρναν βραβεία Νόμπελ.
Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον για τις φυσικές καταστροφές και την κλιματική αλλαγή; > Αρχικά οι μελέτες μου ήταν πάνω στα θαλάσσια κύματα, και μάλιστα στα πολύ μεγάλα κύματα, όπως είναι τα τσουνάμι. Στο μυαλό μου είχα πάντα την καταστροφή της Μινωικής Κρήτης από την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, την εποχή του χαλκού, όπου σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τα κύματα κοντά στο ηφαίστειο είχαν ύψος από +50 μ. έως -100 μ. Όλες αυτές όμως οι μελέτες ήταν σε ένα πολύ θεωρητικό επίπεδο.
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1992 έγινε στη Νικαράγουα ένα μεγάλο τσουνάμι, και ήταν ευκαιρία να μελετήσω το φαινόμενο στην πράξη. Την περίοδο εκείνη ήμουν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ν. Καλιφόρνιας. Όσοι άνθρωποι μελετούσαμε τσουνάμι, δηλαδή… οκτώ όλοι κι όλοι στον κόσμο, πήγαμε εκεί. Νομίζαμε όλοι πως επρόκειτο για το μόνο γεγονός που θα βιώναμε στην καριέρα μας, γιατί το προηγούμενο γνωστό τσουνάμι είχε σημειωθεί το 1983, και αμέσως πιο πριν το 1964. Είχαμε την εικόνα πως επρόκειτο για πολύ σπάνια συμβάντα, εντούτοις έπειτα από τρεις μήνες από το τσουνάμι στη Νικαράγουα, έγινε ένα άλλο στην Ινδονησία, και από τότε σχεδόν κάθε χρόνο έχουμε ένα με δύο μεγάλα τσουνάμι και τα μελετούμε όλα.
Όλο αυτό δεν είχε να κάνει με μια αλλαγή στη συχνότητα του φαινομένου, όσο με την αυξημένη πλέον καταγραφή του από τα ειδησεογραφικά μέσα. Αν κάποιος εξέταζε τις ιστορικές πηγές πολύ προσεκτικά, θα έβρισκε πολλές σχετικές αναφορές – η πρώτη μάλιστα είχε γίνει από τον Ηρόδοτο το 479 π.Χ., για ένα φαινόμενο που τώρα αναγνωρίζουμε ως τσουνάμι. Παλιά το τσουνάμι λεγόταν παλιρροϊκό κύμα, όρος που δεν μπορεί να θεωρηθεί άστοχος, γιατί αυτό που συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις τσουνάμι στη Μεσόγειο, όπως και πρόσφατα στη Σάμο, μοιάζει με μια πολύ γρήγορη παλίρροια. Δεν είναι σαν αυτό που φανταζόμαστε, δηλαδή ένα τεράστιο κύμα που σκάει στην παραλία. Αλλά ακόμα και τα μικρά τσουνάμι σκοτώνουν ανθρώπους.
Τι αποκομίσατε από τη μελέτη των τσουνάμι; > Ευρισκόμενος πλέον στο πεδίο, άρχισα να εξετάζω πώς γίνεται η διαχείριση κρίσεων σε περιοχές που δεν είχαν αναπτύξει υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας, αλλά και σε άλλες πιο εξελιγμένες, όπως είναι η Ιαπωνία και η Χιλή. Διαπίστωσα ακόμη ότι και ελάχιστη διαφορά στη στάθμη της θάλασσας μπορούσε να επιβαρύνει τις συνέπειες. Επίσης, πως στις παραλίες με ήπια κλίση, όπως είναι οι αμμώδεις, είχαμε τις μεγαλύτερες επιπτώσεις.
Συνειδητοποίησα έτσι πως τα τσουνάμι μάς έδειχναν τι επρόκειτο να συμβεί με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας λόγω της κλιματικής αλλαγής. Μετά το τσουνάμι της Ινδονησίας του 2004, πέρασα τρεις μήνες στον Ινδικό Ωκεανό, και άρχισα να κατανοώ πως, αντίστοιχα, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, θα χαθούν οι παραλίες και θα επηρεαστεί η ενδοχώρα. Τα τσουνάμι δηλαδή αποτελούσαν μια προβολή στο χρόνο για όσα θα προκαλέσει η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου. Με αυτά τα στοιχεία μπορέσαμε -ως επιστημονική κοινότητα- να φτιάξουμε τα υπολογιστικά μοντέλα για να προβλέψουμε τις επιπτώσεις από τσουνάμι, αλλά και για το τι θα προκαλέσει η κλιματική αλλαγή στην παράκτια ζώνη.
Φυσικές καταστροφές και κλιματική αλλαγή
Ποιες πρακτικά θα είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής; > Ένα αγαπημένο κομμάτι της δουλειάς μου είναι να κάνω πιο κατανοητές στον κόσμο τις επιπτώσεις μιας τέτοιας εξέλιξης, αλλά και το τι θα πρέπει να κάνουμε προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα. Θα εστιαστώ σε αυτό που γνωρίζω καλύτερα. Το 2100 η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει 1,2 μ. – ακόμη και το πιο δυσοίωνο σενάριο που βγήκε πρόσφατα αναφέρει πως, σε ορισμένες περιοχές, η στάθμη θα ανεβεί 2 μέτρα. Αυτό θα είναι μια εφιαλτική εξέλιξη.
Κατά πόσο η κλιματική αλλαγή έχει αισθητές επιπτώσεις και στη χώρα μας; > Το 2003 ήρθα στο Πολυτεχνείο της Κρήτης ως μετακλητός καθηγητής, με αντικείμενο τις φυσικές καταστροφές. Τότε δεν είχαμε τόσο ακραία φαινόμενα στην Ελλάδα, όπως τώρα. Την 1η Οκτωβρίου του 2006 έγινε μια πολύ μεγάλη καταιγίδα και είχαμε σημαντικές καταστροφές στα Χανιά από τα κύματα. Ήταν μια κομβική χρονιά, γιατί σε εκείνο το ακραίο φαινόμενο διαπίστωσα πως ένας λανθασμένος σχεδιασμός σε ένα λιμάνι στο Κολυμπάρι επιβάρυνε κατά πολύ τις συνέπειες καταστροφών. Ήταν ευτύχημα που τότε δεν είχαμε θύματα. Εκεί συνειδητοποίησα το μεγάλο πρόβλημα που υπήρχε γενικότερα στη χώρα μας, και δυστυχώς συνεχίζει, δεκαπέντε χρόνια αργότερα. Σε λίγα χρόνια πολλές παραλίες θα τις βλέπουμε μόνο σε καρτ ποστάλ.
Έχετε αναφέρει πως σε λίγα χρόνια κάποιες παραλίες στην Ελλάδα θα εξαφανιστούν… > To 2006 ξεκίνησα με τους φοιτητές μου να μετράμε το πλάτος των παραλιών και να παρατηρούμε, ανάλογα με το χρόνο και τις καιρικές συνθήκες, πώς αυτό μεταβαλλόταν, αλλά και πόση άμμος χρειαζόταν για εμπλουτισμό τους.
Να ξέρετε πως όλες οι παραλίες που βλέπετε στην Αμερική -στη Φλόριντα ή στην Καλιφόρνια- και στην Αυστραλία, είναι εμπλουτισμένες. Δηλαδή οι αρχές μεταφέρουν άμμο από τα βαθιά νερά που προστίθεται στην παραλία, ώστε να διατηρηθεί το πρωθύστερο πλάτος της, πλέον των 100 μ. Πουθενά σχεδόν σε κατοικημένη περιοχή με κτίσματα στην ακτογραμμή, δεν υπάρχει πλατιά παραλία που να μην είναι εμπλουτισμένη, οπουδήποτε στον κόσμο.
Και αυτό επειδή η άμμος δημιουργείται από την ιλύ που φτάνει από τα βουνά, μέσω των βροχών. Η άμμος με τη σειρά της χάνεται σιγά σιγά με τη βαρύτητα ή παρασύρεται από τα κύματα. Οι παράκτιες πόλεις σταματούν τη φυσική τροφοδοσία της παραλίας, καθώς έχουμε… διευθετήσει τα ποτάμια, ώστε να μην πλημμυρίζουμε.
Επιπλέον, παίρνουμε την άμμο από τα ρέματα για τις οικοδομές και έχουμε χτίσει πάνω στις παραλίες, και έτσι δεν έχουν τον φυσικό τους χώρο να αυξομειώνουν το μέγεθός τους.
Επί δεκαετίες, λοιπόν, παρακολουθώ τις διαβρώσεις, με το βλέμμα στραμμένο σε όσα θα μπορούσαν να συμβούν μετά από πενήντα χρόνια. Ήταν μια τεχνογνωσία που την έφερα από την Αμερική στην Κρήτη.
Δυστυχώς, υπό εξαφάνιση είναι οι αμμώδεις παραλίες, αυτές που αγαπούμε περισσότερο, οι οποίες πάντα έχουν πολύ ήπια κλίση (αλλιώς θα έφευγε η λεπτή άμμος, όπως συμβαίνει στις παραλίες με κροκάλες). Έτσι, με μισό μέτρο αύξηση της στάθμης της θάλασσας σε αμμώδεις παραλίες, θα χαθούν τουλάχιστον 50 μ. από το πλάτος της παραλίας. Αυτό θα επιτείνει τη διάβρωση και, αν δεν προχωρήσουμε σε εμπλουτισμό των παραλιών, έως το 2030 -το πολύ στο 2040-, θα εξαφανιστούν.
Πολλοί αμφισβητούν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη οφείλεται στις ανθρώπινες παρεμβάσεις και θεωρούν πως αυτή αποτελεί μέρος ενός κύκλου της Γης. > Κατά τη γνώμη μου αυτή είναι η λάθος προσέγγιση. Και να δεχθούμε το σενάριο της περιοδικότητας του φαινομένου, η πραγματικότητα είναι ότι εισπράττουμε τα αποτελέσματα της αλλαγής, και άρα πρέπει να κάνουμε κάτι. Έχουμε σπαταλήσει πολύ χρόνο ψάχνοντας τι φταίει… Το θέμα είναι τι μπορούμε να κάνουμε τώρα, μετριάζοντας αυτή την ανοδική τάση της θερμοκρασίας. Δεν υπάρχει plan B.
Οι αρνητές
Όπως και στην περίπτωση της πανδημίας, έτσι και στην κλιματική αλλαγή έχουμε τους αρνητές. Πώς κρίνετε την έλλειψη του ορθολογισμού; > Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που φουντώνει όταν τα πράγματα ξεφεύγουν από την κανονικότητα. Για παράδειγμα, ο σεισμός της Ινδονησίας το 2004, που ήταν μεγέθους 9,3 ρίχτερ (ο δεύτερος μεγαλύτερος σεισμός μετά της Χιλής το 1964, μεγέθους 9,5 ρίχτερ), ήταν ένα απίστευτο και για πολλούς πρωτόγνωρο συμβάν, καθώς η περιοχή δεν είχε δώσει ποτέ στο παρελθόν μεγάλες δονήσεις.
Και τότε, λοιπόν, πολλοί έψαχναν τρόπους να ερμηνεύσουν το φαινόμενο, φέρ’ ειπείν αν οφειλόταν σε κάποια παράνομη πυρηνική δοκιμή κτλ. Υπάρχει όμως ένα παγκόσμιο δίκτυο σεισμογράφων που παρακολουθεί τις δοκιμές, οι οποίες έχουν διαφορετική «υπογραφή» από τους σεισμούς. Καταλαβαίνω πάρα πολύ καλά τους αρνητές όταν συμβαίνει κάτι τόσο ακραίο και εκτός πραγματικότητας. Αυτή η συμπεριφορά έχει να κάνει με το πόσο ακραίο είναι το φαινόμενο, αλλιώς δε θα υπήρχαν αρνητές.
Μιλώντας για κλιματική αλλαγή, η προώθηση της ηλεκτροκίνησης είναι προς τη σωστή κατεύθυνση; > Είμαι πρόεδρος της Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, και μελετούμε τη μεγάλη εικόνα, προτείνοντας μέτρα για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη, προκειμένου να επιβραδύνουμε την κλιματική αλλαγή (να την αναστρέψουμε δε γίνεται). Δηλαδή τι μέτρα χρειάζονται για να πλησιάσουμε τους στόχους της συμφωνίας των Παρισίων, που είναι μια πολύ καλή συμφωνία, εφόσον τηρηθεί.
Όλοι μας επιθυμούσαμε ακόμα πιο ισχυρά κίνητρα για την ηλεκτροκίνηση, ενώ θα μπορούσαν να υπάρχουν πιο δελεαστικές επιδοτήσεις και για τα απλά υβριδικά, που αποτελούν ένα πρώτο σκαλοπάτι για την ηλεκτροκίνηση. Πάντως αυτό που έγινε ήταν ένα βήμα, σίγουρα όχι όσο μεγάλο θα ήθελα, αλλά ήταν ένα σημαντικό βήμα για τα ελληνικά δεδομένα.
Πώς θα προετοιμαστούμε για τις φυσικές καταστροφές
Μπορούμε να προετοιμαστούμε ακόμα και για τα πιο ακραία φαινόμενα που ίσως ακολουθήσουν στα επόμενα χρόνια; > Είχα γράψει το 2004 στο «Wall Street Journal» πως καμία κοινωνία δεν μπορεί να είναι προετοιμασμένη και για το πιο ακραίο φαινόμενο που μπορεί κανείς να σκεφτεί. Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την απραξία του κράτους. Υπάρχουν διαβαθμίσεις για το πόσο ακραίο είναι ένα φαινόμενο. Για παράδειγμα, το 365 μ.Χ. είχε γίνει σεισμός στην Ελλάδα περίπου 8,7 ρίχτερ, και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ακόμα και για αυτό το ενδεχόμενο. Αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο να γίνει. Στη Σάμο πρόσφατα, για παράδειγμα, μετά το σεισμό, το 112 έστειλε μήνυμα που έφτασε στους κατοίκους πριν από το δεύτερο κύμα, που φάνηκε πως ήταν και το μεγαλύτερο. Η Πολιτική Προστασία χρειάζεται πολλή δουλειά για να κάνει αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η πρώτη δουλειά είναι η εκκένωση της πληττόμενης περιοχής.
Αν δε γνωρίζεις ποιος θα είναι ο αντίκτυπος μιας πυρκαγιάς, μιας πλημμύρας ή ενός τσουνάμι, θα πρέπει να ακολουθήσεις την ασφαλέστερη επιλογή και να εκκενώσεις μια ευρύτερη περιοχή, έστω κι αν αυτό σημαίνει πως πολλοί άνθρωποι μπορεί να μετακινηθούν «άδικα». Αυτό το είδα να συμβαίνει κατά κόρον στην Αμερική. Όταν έρχεται ένας τυφώνας, εκκενώνεται μια τεράστια περιοχή. Ο τυφώνας προχωράει με την ίδια ταχύτητα περίπου που κινείται και μια πυρκαγιά, και υπάρχει χρόνος ώστε να απομακρυνθεί ο κόσμος. Στις περισσότερες περιπτώσεις εκκενώνεται μια πολύ μεγαλύτερη περιοχή από εκείνη που τελικά θα πληγεί.
Είμαστε ως επιστημονική κοινότητα τουλάχιστον μία δεκαετία μακριά από το να κάνουμε μια πολύ πιο συγκεκριμένη πρόβλεψη για μια πιο στοχευμένη εκκένωση. Πολλοί θεωρούν ότι ο κόσμος μπορεί να χάσει την εμπιστοσύνη του στο σύστημα προειδοποίησης, αν σε κάποιες περιπτώσεις αποδειχθεί ότι η εκκένωση δεν ήταν απαραίτητη, ή ότι θα υπάρξει πολιτικό κόστος. Αυτά πρέπει να εξηγηθούν στους πολίτες, με ειλικρίνεια.
Πρώτα εκκενώνεις την περιοχή
Φυσικές καταστροφές: πόσο διαφορετικά λειτουργεί η Αμερική στο κομμάτι της πολιτικής προστασίας; > Τρεις μήνες μετά την πυρκαγιά στο Μάτι, υπήρξε μια πολύ μεγάλη φωτιά στο Paradise της Καλιφόρνιας, και μελέτησα τις αναλογίες. Στην Αμερική, ενώ έχουν περισσότερα μέσα πυρόσβεσης, έδωσαν αμέσως εντολή εκκένωσης. Τα περίπου σαράντα θύματα αυτής της πυρκαγιάς ήταν ως επί το πλείστον άνθρωποι που είτε δεν έλαβαν το συγκεκριμένο μήνυμα ή δεν ήθελαν να απομακρυνθούν.
Σε κάθε καταστροφή μαθαίνουμε κάτι καινούργιο. Αυτό που διαπιστώσαμε στην Καλιφόρνια το 2018 ήταν ότι το σύστημα δε λειτούργησε ικανοποιητικά, γιατί για να λάμβανες το σχετικό μήνυμα, θα έπρεπε πρώτα να γραφτείς σε μια βάση δεδομένων. Ήταν μια περιττή γραφειοκρατία που το 911 της Αμερικής, το αντίστοιχο του δικού μας 112, κατήργησε.
Μπορεί να είχε σχέση με τα προσωπικά δεδομένα. > Σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις δεν υπάρχουν προσωπικά δεδομένα. Στο Μάτι εικάστηκε ότι μπορεί να μη λειτούργησε το 112 και για τέτοιους λόγους, πρόβλημα που ευτυχώς λύθηκε νομοθετικά.
Επιστρέφοντας στο θέμα των ΗΠΑ, θα έλεγα ότι εκεί έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία σε εκκενώσεις. Πυρκαγιές σαν αυτή που έγινε στο Μάτι γίνονται κάθε χρόνο, και υπάρχει μια ενστικτώδης αντίδραση της Πυροσβεστικής να εκκενωθεί αμέσως η περιοχή που ενδεχόμενα θα κινδυνεύσει.
Το έχω δει στο κέντρο επιχειρήσεων πολιτικής προστασίας στην Καλιφόρνια – το Office of Emergency Services. Εμείς το 2018 δεν είχαμε επαρκώς επανδρωμένη πολιτική προστασία και δε διαθέταμε τα τεχνικά μέσα να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη του γεγονότος, αλλά νομίζω ότι σιγά σιγά τα αποκτούμε, τουλάχιστον έτσι ακούγεται.
Το πιο σημαντικό όμως είναι να δημιουργήσουμε σταδιακά μια κουλτούρα ασφάλειας, τόσο στο κράτος όσο και στους πολίτες. Είναι κάτι που θα χρειαστεί, καθώς με την κλιματική αλλαγή θα βιώνουμε ολοένα και πιο ακραία φαινόμενα, και αποφάσεις που επηρεάζουν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους θα πρέπει να λαμβάνονται στιγμιαία.
Το εκπαιδευτικό μοντέλο σε Ελλάδα και Αμερική
Μιλώντας για αναλογίες Ελλάδας-Αμερικής, ποιες είναι αντίστοιχα οι διαφορές που έχετε εντοπίσει από την ακαδημαϊκή σας καριέρα ανάμεσα στις δύο αυτές χώρες; > Στην Αμερική, αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, έχουν την πολυτέλεια να προσελκύουν τους καλύτερους φοιτητές από όλον τον κόσμο. Αυτό ανεβάζει σημαντικά τον πήχη της εκπαίδευσης. Εδώ έχουμε κατεβάσει τον πήχη. Κάποτε, σε κάθε χρονιά, σε κάθε τμήμα του Πολυτεχνείου φοιτούσαν περίπου πενήντα παιδιά -το ίδιο και στην Ιατρική ή τη Νομική σχολή. Για αυτόν το λόγο κατείχαν κάποτε παγκόσμιες ουσιαστικές διακρίσεις.
Είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουμε τον 21ο αιώνα αν διατηρήσουμε τις σημερινές δομές. Πρέπει να ανεβάσουμε το επίπεδο στα ελληνικά πανεπιστήμια και να τους δώσουμε εξωστρέφεια. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα πανεπιστήμιά μας γίνονται όλο και καλύτερα σε σχέση με τη δεκαετία του ’90, όταν ολοκληρώθηκε η πτωτική τους πορεία, όμως οι άλλοι γίνονται ακόμα πιο ανταγωνιστικοί. Θα πρέπει με κίνητρα, όπως είναι οι υποτροφίες, να φέρουμε τα καλύτερα μυαλά απ’ όλον τον κόσμο. Η Γερμανία, που σταμάτησε να κοιτάζει μόνο προς τα μέσα, είδε τα πανεπιστήμιά της να κάνουν τεράστιες προόδους και να ανταγωνίζονται πλέον τα αγγλοσαξονικά και τα γαλλικά.
Πώς, αντίστοιχα, πρέπει να αλλάξει η δευτεροβάθμια εκπαίδευση ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εποχής και το σχολείο να γίνει πιο ελκυστικό για τα παιδιά; > Θα σας απαντήσω με μια προσωπική εμπειρία. Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα, διαπίστωσα πως ο δάσκαλος της κόρης μου ήταν πολύ καλύτερος από εκείνον του αμερικάνικου σχολείου, αλλά τα παιδιά έπαιρναν πολλή δουλειά στο σπίτι. Δεν τελείωναν, δηλαδή, τα μαθήματα στο σχολείο. Στην Αμερική η μόνη εργασία που είχαν για το σπίτι ήταν να διαβάσουν κάποιο βιβλίο για 30-40 λεπτά, και την επόμενη μέρα να μεταφέρουν στην τάξη τι είχαν αποκομίσει. Το αποτέλεσμα ήταν τα παιδιά να διαβάζουν πολύ περισσότερο, και να περιορίζεται ο χρόνος στην οθόνη. Στην πράξη τούς απορροφούσε το διάβασμα – για την ακρίβεια τους έπιανε… μανία να τελειώσουν βιβλία.
Το σχολείο λοιπόν θα πρέπει να ανακαλύψει και πάλι τον εαυτό του, επενδύοντας στην κριτική σκέψη αντί στην αποστήθιση. Πλέον υπάρχει το Διαδίκτυο, και μέσα σε δευτερόλεπτα μπορείς να βρεις όποια πληροφορία χρειάζεσαι, οπότε δεν υπάρχει λόγος να τα μαθαίνεις όλα απ’ έξω. Το σημαντικό είναι να ξέρεις πού θα αναζητήσεις την πληροφορία και πώς να την αξιολογήσεις και να τη χρησιμοποιήσεις. Αυτό είναι πολύ πιο ενδιαφέρον για ένα παιδί, γιατί μοιάζει με παζλ. Δυστυχώς, τα υφιστάμενα σχολικά βιβλία δεν ενθαρρύνουν την κριτική σκέψη, και αυτό δε θα μας εξυπηρετήσει ως κοινωνία τα επόμενα χρόνια…
Το βιβλίο έχει μέλλον; > Νομίζω πως το βιβλίο θα είναι μαζί μας, γιατί προσφέρει αισθητική απόλαυση. Θα σας δώσω μια αναλογία: Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, αντί για φαγητό να παίρνουμε ένα χαπάκι που θα προσφέρει στον οργανισμό μας τα απαραίτητα στοιχεία για να συντηρηθούμε. Όμως, αντ’ αυτού, σπαταλάμε πολύ χρόνο για το μαγείρεμα ή ακόμα και για το σερβίρισμα του φαγητού. Είχα δει με την κόρη μου την ταινία «Ο διάβολος φορούσε Prada», που αναφέρεται στη διευθύντρια της Vogue, και της είχε κάνει εντύπωση πόσο χρόνο σπαταλούσε για την επιλογή των φωτογραφιών και την εμφάνιση των κειμένων, προφανώς γιατί αυτά διαφοροποιούσαν το περιοδικό, σε σχέση με την ταχύτητα που εξελίσσονται σήμερα όλα γύρω μας.
Νομίζω ότι η τεχνολογία δε θα μπορέσει ποτέ να υποκαταστήσει τη δημιουργικότητα ή το γούστο του ανθρώπου. Πάρτε για παράδειγμα την αρχαία Ελλάδα. Οι άνθρωποι δε χρειάζονταν για τη διαβίωσή τους περίτεχνους ναούς ούτε τους διαλόγους του Πλάτωνα. Όμως δημιούργησαν αισθητικά και λογοτεχνικά αριστουργήματα, κι έτσι σήμερα όλη η Δυτική σκέψη βασίζεται στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς.
Νομίζω αντίστοιχα πως στη σημερινή εποχή δεν μπορεί να καλλιεργηθεί η δημιουργικότητα μέσα από μια οθόνη. Τα βιβλία ή τα περιοδικά δίνουν δυνατά αισθητικά ερεθίσματα, γι’ αυτό και θα συνεχίσουν να υπάρχουν.
Η επόμενη μέρα
Ανησυχείτε που οι επιλογές που μας προσφέρονται στην ψηφιακή ενημέρωσή μας ή τη διασκέδασή μας προκύπτουν μέσα από αλγόριθμους; > Αυτές είναι οι πραγματικές ανησυχίες που πρέπει να έχουμε για το μέλλον, δηλαδή πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα διαμορφώνει τις επιλογές μας. Αν αυτό δε θέλουμε να συμβεί, τότε αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος των περιοδικών και των βιβλίων. Να εκπαιδεύσουμε το μυαλό μας, ώστε να αντισταθούμε στους αλγόριθμους και στο σύστημα. Αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να περνάμε στα παιδιά μας, ότι αν μάθουν ως μόνη πηγή πνευματικής διασκέδασης το Διαδίκτυο, τότε πέφτουν στα «χέρια» των αλγορίθμων – δείτε τι γίνεται με τα fake news. Πρέπει λοιπόν να αναπτύσσουμε συνέχεια την κριτική μας σκέψη.
Ποιος είναι αντίστοιχα ο ρόλος της τέχνης; Έχετε αναφέρει στο παρελθόν πως «χρειαζόμαστε μια αναγέννηση στην τέχνη, στη λογοτεχνία, στην ποίηση, στη μουσική, αντίστοιχη της χρυσής εποχής της δεκαετίας του ’60. Τότε υπήρχε στη χώρα μας ένα παράθυρο ελπίδας. Σήμερα κάτι τέτοιο δε διακρίνεται στον ορίζοντα». Πώς το εξηγείτε αυτό; > Αισθάνομαι πως ως κοινωνία παίρνουμε λιγότερα ρίσκα. Σκεφθείτε τους μεγάλους συνθέτες της δεκαετίας του ’60, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη ή τον Ξαρχάκο, τι ρίσκα πήραν για την εποχή τους, για τα οποία βέβαια στη συνέχεια ανταμείφθηκαν. Η εποχή εκείνη ήταν χρυσή για τη σύγχρονη Ελλάδα, έβγαλε μάλιστα δύο Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά σταμάτησε απότομα το 1967.
Πώς θα περάσουμε ξανά σε μια τέτοια περίοδο άνθησης; Πρέπει να αποβάλουμε τον βαθύ συντηρητισμό που μας χαρακτηρίζει ως κοινωνία, άσχετα με τα πολιτικά μας πιστεύω. Θα πρέπει να τολμήσουμε και να αποδεχθούμε πως στη διαδρομή θα έχουμε προκλήσεις και αποτυχίες… Η αλλαγή πάντα είναι καλή.
Τι προοπτικές έχει η Ελλάδα μετά την κρίση; > Νομίζω πως όλοι μας έχουμε καταλάβει πως ο τρόπος με τον οποίο θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε τη δική μας κουλτούρα είναι με αυτά που θα προσφέρουμε στο παγκόσμιο παζάρι των ιδεών. Αυτή είναι η πραγματική μας δύναμη. Στο τελευταίο διάστημα φαίνεται πως οι ιδέες μας αρχίζουν να αγοράζονται λίγο περισσότερο από τον υπόλοιπο κόσμο, κι έτσι θα πρέπει να συνεχίσουμε…
Ποιος είναι
Ο Κωνσταντίνος Συνολάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956 και σπούδασε στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας. Διετέλεσε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας (από το 1985) και στο Πολυτεχνείο Κρήτης (από το 2004). Πραγματοποίησε έρευνες στη Γεωλογία, στην Ωκεανογραφία και ιδιαιτέρως στα αποτελέσματα σεισμών και παλιρροϊκών κυμάτων. Ανέπτυξε το υπολογιστικό μοντέλο προσομοίωσης για την πρόγνωση της διάδοσης των παλιρροϊκών κυμάτων και τους επίσημους χάρτες αντιπλημμυρικής προστασίας της Πολιτείας της Καλιφόρνιας από παλιρροϊκά κύματα.
Έχει δημοσιεύσει περισσότερες από 110 εργασίες σε επιστημονικά περιοδικά μεγάλης επιρροής.
Έχει βραβευθεί από τον Λευκό Οίκο ως ένας από τους εκατό καλύτερους νέους επιστήμονες στις ΗΠΑ (1988) και για τη συμβολή του στην Πολιτική Προστασία της Πολιτείας της Καλιφόρνιας (2001). Οι πρόσφατες εργασίες του επικεντρώνονται στις συνέπειες από τη διάβρωση των ακτών στην Ελλάδα λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και άλλων ανθρωπογενών παραγόντων.
Αποτελεί τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 2016, και το 2020 ανέλαβε τη θέση του Διευθυντή/President στο Κολλέγιο Αθηνών. Το Νοέμβριο 2020 του απενεμήθη το βραβείο Hamaguchi από την ιαπωνική κυβέρνηση.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΜΠΑΝΕΛΛΗΣ
Η φωτογράφιση της συνέντευξης πραγματοποιήθηκε στην Ακαδημία Αθηνών.