Θέλουμε κι άλλο! Τι να μας κάνουν 75 φουρκέτες, 2.758 μέτρα υψόμετρο, 900 χιλιόμετρα και 2 ημέρες με την Ιταλίδα θεά στο βουνό-σημείο αναφοράς για την απόλυτη οδήγηση;
Καταγγέλουμε δημόσια τη διεύθυνση του περιοδικού για σκληρά και απάνθρωπα βασανιστήρια, τα οποία ενδέχεται να μας έχουν δημιουργήσει ψυχολογικά προβλήματα και ανεπανόρθωτες βλάβες, με αποτέλεσμα να περπατάμε και να βλέπουμε παντού οράματα…
Ήταν, λέει, δύο συντάκτες του περιοδικού 4ΤΡΟΧΟΙ και ένας φωτογράφος, με μία συγκεκριμένη αποστολή. «Εσείς οι τρεις θα πάρετε τα βουνά της Ιταλίας με ένα Panda Cross. Αλλά, για να σας δυσκολέψουμε ακόμα πιο πολύ, πρώτα θα σας στείλουμε στο Τορίνο να παραλάβετε μία χαμηλή… κόκκινη Alfa Romeo 4C. Και μην τολμήσετε να γυρίσετε αν δεν έχετε τελειώσει. Να μείνετε μαζί της όλο το βράδυ! Κατανοητό;»
Τι να κάνουν και αυτοί οι «κακόμοιροι»; Σκεπτόμενοι ότι οι ημέρες είναι πονηρές και δύσκολες, έσκυψαν το κεφάλι και… ΑΠΟΓΕΙΩΘΗΚΑΝ!
Κείμενο: Μανώλης Σαλούρος / Φωτογραφίες: Θάνος Ηλιόπουλος
Και από τότε μας ψάχνουν…
… αφού η σκέψη μας είναι συνέχεια εκεί, ψηλά. Στις ανατολικές Άλπεις, και συγκεκριμένα στα ορεινά σημεία της SS38 (Strade Statale 38), όπως αναφέρεται εναλλακτικά το «Passo dello Stelvio», όπου είχαμε την ευτυχία (ευλογία είναι ίσως η σωστή λέξη) να περάσουμε ένα από τα πιο ξεχωριστά διήμερα της καριέρας μας. Σας το είχαμε υποσχεθεί, άλλωστε, στον επίλογο της «ειδικής διαδρομής» μας στην Transfagarasan στη Ρουμανία, στο τεύχος Αυγούστου: «Στο μεταξύ έχουμε ήδη εντοπίσει το επόμενο χτύπημά μας, και είναι ανάλογου -κορυφαίου- επιπέδου. Άλλωστε, το είπαμε ήδη: ζούμε, δουλεύουμε και αναπνέουμε για τέτοιες διαδρομές!». Αυτές οι δύο αποτελούν και το άτυπο «ντέρμπι» των κορυφαίων διαδρομών οδήγησης του κόσμου, οπότε ένας λόγος παραπάνω για εμάς, να τις έχουμε… περπατήσει την ίδια χρονιά.
Τι είναι, λοιπόν, αυτό το περίφημο Πέρασμα του Στέλβιο; Ουσιαστικά, μιλάμε για έναν ορεινό δρόμο της βόρειας Ιταλίας ο οποίος βρίσκεται 2.758 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, αποτελώντας το υψηλότερο ασφαλτοστρωμένο πέρασμα των ανατολικών Άλπεων και το δεύτερο ολόκληρης της διάσημης οροσειράς, μόλις 13 μέτρα κάτω από το Col de I’Iseran της Γαλλίας. Γεωγραφικά, βρισκόμαστε μεταξύ του Στέλβιο και του Μπόρμιο, περίπου 75 χιλιόμετρα από το Μπολτσάνο του νότιου Τιρόλο και μόλις 200 μέτρα από τα ελβετικά σύνορα. Ταυτόχρονα, είναι ένα είδος τριεθνούς τοποθεσίας ή, για να ακριβολογούμε, τρίγλωσσης, αφού εκεί στα ψηλά συναντώνται τα ιταλικά, τα γερμανικά και τα ρομανικά.
Στη δική μας περίπτωση, βέβαια, θα μιλάμε μόνο ιταλικά, αφού συνοδεύουμε την απόλυτη θεά της χώρας. Μπορεί μια Ferrari να είναι πάντα κάτι ξεχωριστό, αλλά, πιστέψτε μας, για δαύτους τους τρελούς Alfisti μια τέτοια Alfa είναι ο λόγος που ζουν, αναπνέουν και ονειρεύονται. Άλλωστε την περίμεναν χρόνια, και εμείς μαζί τους, για να τους δώσει και πάλι πίσω την αίγλη που είχαν χάσει και να τους κάνει να νιώθουν περήφανοι. Και με την 4C δεν μπορούν παρά να καμαρώνουν, αφού έχει όλο το πακέτο. Από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα την κοιτάξεις, πάει, το έχασες το παιχνίδι, και μαζί το μυαλό σου. Σε κάνει ό,τι θέλει, σε ταξιδεύει σε δρόμους δικούς της, και εσύ απλώς ακολουθείς.
Το λαϊκό προσκύνημα που συναντάμε από το Τορίνο και μέχρι το Μπόρμιο (ελάχιστη μέση ωριαία, αφού αναγκάζεσαι να περνάς μέσα από πυκνοκατοικημένες περιοχές που θέλουν υπομονή), όπου σταματάμε για να αρχίσει ο Θάνος να ζώνεται με τα «όπλα» του, δεν έχει προηγούμενο. Αλλόφρονες Ιταλοί -και όχι μόνο- μας περικυκλώνουν σε κάθε στάση, και το μόνο που δε μας ζητούν είναι να τους δώσουμε αυτόγραφο, μόνο και μόνο επειδή οδηγούμε την κούκλα τους, με τη σχεδιαστική υπογραφή του Centro Stile και με σαφείς επιρροές από την 33 Stradale του ‘67. Τη δική τους Alfa. Έτσι τη θεωρούν αυτήν, και δε δέχονται κουβέντα για ανταγωνισμό και αντίλογο. Δεν τις βλέπουν τις Porsche και τις Lotus, αφού για αυτούς είναι κάτι το ξεχωριστό, είναι η ζωντανή ιστορία τους και η απόδειξη ότι αυτή συνεχίζεται όπως ακριβώς τους δίδαξαν οι Alfisti παππούδες τους! Σεβαστό και μαζί τους… Ειδικά όταν αναφερόμαστε στην εντελώς διαφορετική, ακόμα και καθημερινή Cayman, αφού, αν κάποια ταιριάζει στη φιλοσοφία της, αυτή είναι μόνο η σκληροπυρηνική Exige.
Όλα ξεκίνησαν το 1820
Ο διάσημος δρόμος, λοιπόν, δημιουργήθηκε από το 1820 έως το 1825 από την Αυστριακή Αυτοκρατορία, με σκοπό να συνδέσει την πρώην αυστριακή επαρχία της Λομβαρδίας με την υπόλοιπη χώρα. Πριν από το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου αποτελούσε το σύνορο που χώριζε την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία από το Ιταλικό Βασίλειο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι μάχες που δόθηκαν στην περιοχή γράφτηκαν στην ιστορία, με το υψόμετρο, τον πάγο και το χιόνι να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Μετά το 1919 και την επέκταση της Ιταλίας, το πέρασμα έχασε πλέον τη στρατηγική του σημασία.
«Πατέρας» του μεγάλου αυτού έργου θεωρείται ο μηχανικός και project manager αυτού, Κάρλο Ντονεγκάνι (1775-1845), ο οποίος, ευτυχώς για εμάς και τους απανταχού petrolheads, σχεδίασε ένα δρόμο 75 φουρκετών(!), με τις 48 από αυτές να βρίσκονται στη βόρεια πλευρά και ουσιαστικά έναν τόπο λατρείας για τους πιστούς της αυτοκίνησης αλλά και της ποδηλασίας, αφού αποτελεί «ειδική» του Γύρου Ιταλίας από το 1953, ενώ κάθε χρόνο στα τέλη Αυγούστου κλείνει για μία ολόκληρη ημέρα για να διασχίσουν την διαδρομή του περίπου 8.000 ποδηλάτες!
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτή η σύνδεσή του με τον ευρύτερο χώρο του αθλητισμού. Το Μπόρμιο φιλοξενεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα αγώνες σκι του Παγκόσμιου Κυπέλλου, συνήθως στα τέλη Δεκεμβρίου, με την πίστα του Στέλβιο να είναι μία από τις πιο εντυπωσιακές ολόκληρου του θεσμού. Κάπου εκεί βρίσκεται και το μυστικό που μας έκανε να βιαστούμε να προλάβουμε, όπως και στην περίπτωση της Transfagarasan δηλαδή. Ο δρόμος είναι ανοιχτός μόνο ελάχιστους μήνες μέσα στη χρονιά, αφού από τον Οκτώβριο και μετά το τοπίο αλλάζει εντελώς, με το λευκό να κυριαρχεί στο μάτι και, φυσικά, το δρόμο να περιμένει υπομονετικά μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, για να ανοίξει και πάλι. Φέτος όμως είμαστε εδώ και, παρά το γεγονός ότι είμαστε… οριακά, έχουμε προλάβει ανοιχτές τις πύλες του παραδείσου και, για να ακριβολογούμε, τη χαρακτηριστική μπάρα πριν από τη δεξιά φουρκέτα, και μαζί μας έχουμε το ιδανικό όχημα για να τις περάσουμε.
Τη «γνωρίσαμε» τον Οκτώβριο του 2013 μέσα και έξω από το Μπαλόκο, αλλά και το Φεβρουάριο του 2014, όταν οι Σ.Χ. και Μ.Σ. έζησαν ένα 24ωρο μαζί της, γύρω από Μιλάνο και Τορίνο. Σήμερα;
Στην απόλυτη ιταλική διαδρομή, με την απόλυτη Alfa Romeo της εποχής μας. Όσο ωραίο και αν ακούγεται, είναι άλλο να το ζεις!
Με ύψος κάτω απ’ το 1,80 δε βολεύεσαι απλώς καλά, αλλά νιώθεις ότι όλο το υπόλοιπο πλάστηκε γύρω από σένα, για να σε πλαισιώσει. Βρισκόμαστε τόσο χαμηλά όσο πρέπει για να μπορέσουμε να απολαύσουμε τη συνέχεια, και έχουμε πεντάλ και τιμόνι ακριβώς εκεί που πρέπει. Ακριβώς όμως. Το βάρος της; Είπαμε, πρόκειται για καλλονή με αναλογίες σούπερ μόντελ, στη γλώσσα μας supercar, αφού, με 985 κιλά καθαρού βάρους και 3,7 κιλά ανά ίππο, δε γίνεται να μη θεωρείσαι έτσι. Σημειώστε εδώ ότι το μονοκόκ από carbon, το οποίο ζυγίζει μόλις 65 κιλά, προσφέρει ιδιαίτερα υψηλή ακαμψία και αντοχή στις καταπονήσεις, ενώ κατασκευάζεται ως μασίφ, χάρη στην τεχνολογία των υφασμάτων και ψησίματος των ανθρακονημάτων που χρησιμοποιείται στην F1! Στην autostrada νιώθουμε ότι ρουφάμε την άσφαλτο, και στο ίδιο δευτερόλεπτο την αφήνουμε πίσω μας, μαζί με τα ασταμάτητα κορναρίσματα ενθουσιασμού. Δεν έχουμε έρθει, όμως, για να ταξιδέψουμε μαζί της, άλλωστε αυτό το κάνουμε και όταν απλώς την κοιτάμε…
Πρέπει να γνωρίζεις καλά πού έχεις μπει. Εδώ μέσα δεν υπάρχουν πολυτέλειες και ανέσεις. Βρίσκεσαι μέσα σε μια πολεμική μηχανή, και έτσι πρέπει να την αντιμετωπίζεις. Ιδανικά θα θέλαμε τα paddles να είναι αλουμινένια, μεγαλύτερα, σταθερά, και όχι ενσωματωμένα στο τιμόνι.
Να σας πούμε και κάτι άλλο με σοβαρό κίνδυνο να παρεξηγηθούμε; Ταλαιπωρείται και σε ταλαιπωρεί στο ταξίδι. Πρακτικότητα μηδέν, θήκες και «περιττοί» χώροι ούτε για αστείο, με εξαίρεση μία μικρή θήκη σαν τσέπη, στο χώρο όπου βρίσκεται συνήθως το ντουλαπάκι, και μία κομψή σαν πορτοφόλι στο πίσω μέρος, ανάμεσα στις θέσεις. Την ίδια ώρα, ο ήχος περνάει σχεδόν αφιλτράριστος στο εσωτερικό, το πλαίσιο μεταφέρει όλες τις πληροφορίες, ακόμα και τις αχρείαστες, η ορατότητα προς τα πίσω είναι μηδενική και το μήνυμα της 4C είναι σαφές.
«Κύριοι, εδώ είστε για να οδηγήσετε και μόνο. Αυτή η κατασκευή δεν είναι για εκδρομή και βόλτα.»
Στηνόμαστε!
Στο Μπόρμιο, πλέον, ελάχιστα πριν από το κυρίως γεύμα. Αυτό είναι και χωριό στο οποίο σας προτείνουμε να μείνετε, όταν με το καλό ταξιδέψετε και εσείς προς τα εκεί. Αρκετά δωμάτια για κάθε βαλάντιο, πλακόστρωτο κέντρο και ωραία μαγαζιά για ψώνια, φαγητό και διασκέδαση. Δωμάτια υπάρχουν και μέσα στη διαδρομή, αλλά, αν τα επιλέξεις, είσαι μακριά από τον πολιτισμό. Βολευόμαστε, χαϊδεύουμε το flat-bottom τιμόνι με τις δύο ακτίνες, βάζουμε 1η με τα paddles του κιβωτίου διπλού συμπλέκτη (TCT), το οποίο έχει δεχθεί βελτιώσεις από αυτό που χρησιμοποιείται στην Giulietta QV, αλλάζοντας ταχύτητες σε 130 χιλιοστά του δευτερολέπτου, και ζούμε ήδη το όνειρο!
Τι είπατε; Δεν έχει πολλούς ίππους; Αλήθεια είναι αυτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι το απίστευτο αυτό πλαίσιο είναι για πολλούς παραπάνω από τους 240 ίππους στις 6.000 σ.α.λ. των 1.742 κ.εκ. Ίσως για αυτό, μάλιστα, να ετοιμάζουν μια Quadrifoglio Verde, σύμφωνα με φήμες… Ψυχραιμία, όμως. Η αναλογία ίππων/κιλά και το πόσο ιταλικά και σπορτίφ αυτή περνά στο δρόμο μάς επαναφέρει γρήγορα στην πραγματικότητα και στη μαγεία του συνόλου. Δεν τη μαθαίνεις εύκολα, και αφήνεις πολλές κλειστές στροφές και φουρκέτες ανεκμετάλλευτες, και τότε θυμάσαι τον Στράτη να γράφει: «Οι κλειστές στροφές δεν είναι οι αγαπημένες μιας κατασκευής πολλών καρατίων με πεντακάθαρη -τη λένε και καθαρόαιμη- συμπεριφορά, που δε σε σκοτώνει αν υπερβάλλεις και δεν ξέρεις, αλλά με τον τρόπο της σε απογοητεύει, ώστε να σε οδηγήσει σε ήπιες καταστάσεις, τηρουμένων των αναλογιών».
Δεν μπορεί όμως, 75 έχει, θα το βρούμε, πού θα πάει. Σκεπτόμαστε σε χρόνο dt και, όσο ανεβαίνουμε, νιώθουμε όλο και καλύτερα μαζί της. Η αλήθεια είναι πως αυτό το πλαίσιο και το συγκεκριμένο στήσιμο, με την κατανομή βάρους 40% εμπρός και 60% πίσω, μας βάζει τελικά σε άλλο «τριπάκι» από αυτό που φαντάζεσαι πριν οδηγήσεις μία διθέσια, πισωκίνητη και με τον κινητήρα εγκάρσια τοποθετημένο στο κέντρο (πίσω από τα καθίσματα) Alfa Romeo.
Πρέπει πρώτα να την οδηγήσουμε, και μετά να δοκιμάσουμε να τη χαρούμε. Άρα, pause στον ενθουσιασμό, εύρεση ιδανικής γραμμής και φροντιστήριο χιλιόμετρο με το χιλιόμετρο. Μάλιστα. Τώρα αρχίζουμε να νιώθουμε αυτό που ήθελε να μας πει από την αρχή. Πραγματικά απολαυστική στα γρήγορα κομμάτια, σε πάει ακριβώς εκεί που θα της πεις, αποκαλύπτοντάς σου τις ατελείωτες ώρες δοκιμών που έχει δεχθεί από μετρ του είδους για το στήσιμό της. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι με αυτήν επέστρεψε ουσιαστικά η εταιρεία στην αμερικανική αγορά, κάτι που σίγουρα θα έλαβαν σοβαρά υπόψη τους οι δημιουργοί της πριν μας παρουσιάσουν το τελικό στάδιο του μοντέλου που μας είχε πάρει τα μυαλά από το 2011 κιόλας, στην Έκθεση της Γενεύης, όταν και είχαμε δει για πρώτη φορά το concept του. Τότε, βέβαια, απλώς βλέπαμε, δε νιώθαμε, δεν αγγίζαμε και δεν ακούγαμε…
Παναγιά μου, τι ήχος είναι αυτός! Ακόμα και όταν το μουσικό σου αυτί είναι κάτω του μετρίου (καλή ώρα…), νιώθεις ότι μπορείς να γίνεις βιρτουόζος παίζοντας απλώς με το πεντάλ του γκαζιού. Απόλαυση!
Ένδειξη «Race»
Κάπως έτσι, σιγά σιγά και μεθοδικά και ενώ ολοκληρώνεται η πρώτη ημέρα, νιώθουμε σαν να μας έχει επιτρέψει να περάσουμε στην επόμενη πίστα, αφού της έχουμε συμπεριφερθεί όπως αρμόζει σε μια κυρία. Η διαδρομή; Στενή σε πολλά σημεία της, με το χαρακτηριστικό τοιχάκι, από τα μαγαζάκια της κορυφής και κάτω, να βρίσκεται εκεί για να σώσει από σοβαρές καταστάσεις, αλλά να απαγορεύει τα όποια μικρολάθη. Η άσφαλτος κρατάει καλά, ενώ δε λείπουν τα σημεία όπου μπορείς να δεις, να ρισκάρεις, να δοκιμάσεις και φυσικά να απολαύσεις.
Ακριβώς! Ήδη από το βράδυ και, πολύ περισσότερο, τώρα που ξημέρωσε, νιώθουμε αρκετά πιο σίγουροι μέσα στο καλοστημένο ιταλικό σύνολο και έτοιμοι για την υπέρβαση. Το πολεμικό εσωτερικό με την απουσία χλιδής για εξοικονόμηση βάρους είναι ακριβώς εκεί που θα θέλαμε να βρισκόμαστε τη συγκεκριμένη στιγμή. Πλέον, δεν κοιτάμε κάθε λίγο και λιγάκι την εντυπωσιακή οθόνη TFT που βρίσκεται μπροστά μας, αλλά απολαμβάνουμε κάθε δευτερόλεπτο. Έχουμε συνηθίσει απόλυτα την απουσία της όποιας υδραυλικής υποβοήθησης, με το μηχανικό σύστημα διεύθυνσης να ταιριάζει στα θέλω μας και στο περιβάλλον (με εξαίρεση τις αναστροφές), και κρατάμε πατημένο το κουμπί του DNA στην ένδειξη «Dynamic» για περίπου 5 δευτερόλεπτα. Η οθόνη κιτρινίζει και εμφανίζεται η ένδειξη «Race»! Σημειώστε… Το ASR εκτός. Το ESC παίρνει μέρος μόνο στο απότομο φρενάρισμα και, φυσικά, το ηλεκτρονικό διαφορικό Q2 (δεν αποκλείεται να δούμε και μηχανικό στο μέλλον) βρίσκεται εδώ μαζί μας, όπως φυσικά και κάθε γραμμάριο των 35,5 κιλών ροπής. Το πανάλαφρο μπιζού εκτινάσσεται και ολοκληρώνει το περίφημο «0-100» σε μόλις 4,5 δλ., σύμφωνα με το εργοστάσιο (258 χλμ./ώρα η τελική), επιδόσεις για τις οποίες δεν αμφιβάλλουμε ούτε στο ελάχιστο! Ακόμα και όταν ξεπεράσεις μαζί του τα υψηλά περιθώρια πρόσφυσης που σου χαρίζει -χάρη και στα εξαιρετικά Pirelli P ZERO-, η διόρθωση έρχεται άμεσα και απόλυτα.
Στο κατηφόρι του Στέλβιο, το σύστημα πέδησης δε μας προδίδει ούτε για μία στιγμή. Η αγωνιστική αίσθηση των ακούραστων φρένων είναι συγκλονιστική, με τους αλουμινένιους δίσκους και τις δαγκάνες της Brembo να μας κάνουν να νιώθουμε άνετα ακόμα και αν ξεχαστούμε. Και πάλι, όμως, η αίσθηση που είχαμε σημειώσει από την αρχή εμφανίζεται… Drift; Εκτός πίστας, μία στις δέκα με δαύτην (ξεχάστε τις φουρκέτες με 1η, 2η…), και εκείνη να σου φωνάζει ότι δεν έχει κατασκευαστεί για κάτι τέτοιο. Είναι αγωνιστικό, τελεία και παύλα.
Με «kart» στο Στέλβιο
Θα μπορούσε να αποτελεί και εναλλακτικό τίτλο της συγκεκριμένης «ειδικής διαδρομής», γιατί αυτή είναι ουσιαστικά η αλήθεια. Η Alfa Romeo 4C έχει φινέτσα, έχει ψυχή, είναι ο ζωντανός μύθος των Alfisti ανά τον κόσμο, αλλά επί της ουσίας είναι μια καλοστημένη πολεμική μηχανή, η οποία μπορεί στο μέλλον να πάρει μερικά ακόμα όπλα στη φαρέτρα της (βλέπε ιπποδύναμη και ίσως μηχανικό διαφορικό), αλλά το στοίχημα το έχει ήδη κερδίσει με όλα τα υπόλοιπα.
Αν είναι το οικονομικότερο supercar, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται; Σημασία έχει ότι καταφέρνει να μπαίνει σε αυτήν την πριβέ και ελίτ κατηγορία με ένα μοναδικό -ιταλικό- τρόπο, χάρη σε αυτήν την αίσθηση go kart που σου δίνει από την πρώτη κιόλας στιγμή. Δώστε της «εσάκια» και δρόμους σαν το Στέλβιο, και ξέρει αυτή πώς θα σας πάρει τα μυαλά, όπως το έκανε και με εμάς εκείνο το διήμερο. Όσον αφορά, τώρα, το άτυπο συγκριτικό ανάμεσα στις δύο κορυφαίες διαδρομές που ταξιδέψαμε πρόσφατα; Η καρδιά μας είναι ακόμη εκεί ψηλά στα Βαλκάνια, με τα 92 χλμ. που διασχίζουν τα βουνά Φανγκάρας να μας τρομάζουν ακόμα και στην ιδέα, αλλά το βουνό των Άλπεων έχει και αυτό το δικό του, πολύ ξεχωριστό χαρακτήρα, που δικαιολογημένα κάνει μυθικό το όνομά του και τόπο λατρείας για τον Πραγματικό Οδηγό!_ Μ. Σαλ.
Δείτε τώρα το βίντεο από εκείνες τις δύο μέρες μαζί της…