Η, αλλιώς, όταν η μηχανή αποκτά χαρακτήρα-φιλοσοφία και συνδυάζεται με το τσαγανό και τον ενθουσιασμό νέων με ψυχή.
Στην περίοδο του Μεσαίωνα οι αλχημιστές βρίσκονταν στην αναζήτηση της φιλοσοφικής λίθου μέσα από ένα είδος μυστικιστικής επιστήμης που απείχε από τον ορθολογισμό της εποχής. Ποιος ήταν ο στόχος; Η δημιουργία χρυσού από απλό μέταλλο. Κάλλιστα, λοιπόν, θα μπορούσε να πει κανείς ότι στην αυτοκίνηση υπάρχουν κατασκευές που μοιάζουν με… χρυσάφι, έχοντας τις ρίζες τους στο απλό μέταλλο, και συγκεκριμένα το αλουμίνιο.
Αν αυτό μοιάζει εύκολο για κάθε είδους υπεραυτοκίνητο, σίγουρα είναι πιο δύσκολο στην προσπάθεια μεταμόρφωσης μικρών και απλών καθημερινών αυτοκινήτων σε πυραύλους εδάφους-αέρος. Για να αγγίξουν το συνειδητοποιημένο οδηγό, θα πρέπει να έχουν χαρακτήρα, δηλαδή σπορ στοιχεία, και ουσιαστικά να προσφέρουν το κάτι παραπάνω, αναφορικά με αυτό που ονομάζουμε «οδηγική απόλαυση». Έτσι, διάφοροι οίκοι, θυγατρικοί των εταιρειών, φροντίζουν να διατηρούν τον παραπάνω «μύθο» ζωντανό. Και αν η OPC τα τελευταία χρόνια μας δείχνει τα διαπιστευτήριά της μεταμορφώνοντας τα μοντέλα της Opel, η Abarth αποτελεί ένα θρύλο που αναβίωσε και επανήλθε στο προσκήνιο.
Η έλευση του Grande Punto με το Σκορπιό στη μάσκα, και μάλιστα τον ισχυρότερο της σειράς, εκείνο με τον κωδικό «esseesse» (πιο απλά SS), προκάλεσε την άμεση αντιπαράθεση με το Opel Corsa OPC, ουσιαστικά το κορυφαίο ανάμεσα στα μοντέλα της σειράς, το οποίο και γνωρίζει μεγάλη απήχηση στην ελληνική αγορά. Για την ανακάλυψη της οδηγικής φιλοσοφικής λίθου, καλέσαμε δύο δικούς μας ανθρώπους, τον Λάμπρο Αθανασούλα και το Λευτέρη Μανιαδάκη, οι οποίοι είτε μέσα είτε έξω από τις ειδικές διαδρομές έχουν αυτό το κάτι που απαιτείται ώστε να κρίνεις και να αξιολογήσεις εντός και εκτός ορίων, όντας Πραγματικοί Οδηγοί, εξαιρετικοί άνθρωποι και κορυφαίοι αθλητές.
Ρίζες στην S2000!
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η διαδρομή αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των «ειδικών διαδρομών» μας, αφού και αυτή επιβάλλεται να έχει τη μορφή που απαιτείται για κατασκευές με χαρακτήρα. Το Λεκανοπέδιο της Αττικής έχει τις δικές του ε.δ., και με οδηγούς τον Λάμπρο και τον Λευτέρη δώσαμε νωρίς το πρωί ραντεβού για την εξόρμηση σε διαδρομές όπως το Μελετάκι, η Φυλή και τα Σκούρτα, όπου η άσφαλτος μέχρι και σήμερα έχει σημάδια από τα απότομα φρεναρίσματα των αγωνιστικών αυτοκινήτων.
Κανείς από τους δύο πρωταθλητές δεν είχε αντικρίσει το Abarth από κοντά, και ήταν λογικό το ιταλικό χάτσμπακ αμέσως να κεντρίσει τα βλέμματα. Κοιτάζοντάς το κανείς από οποιαδήποτε γωνία, αμέσως παρατηρεί ότι οι δεσμοί με το αυτοκίνητο που εκπροσωπεί την ιταλική εταιρεία στο IRC προδιαγραφών S2000 είναι πιο ισχυροί από ποτέ. Από τη μία, το λευκό χρώμα με τα κόκκινα αυτοκόλλητα στο πλάι που φέρουν το λογότυπο της Abarth και οι κόκκινοι καθρέφτες το κάνουν να θυμίζει αγωνιστική κατασκευή έτοιμη να βρεθεί στην αφετηρία κάποιας ειδικής. Από την άλλη, οι λευκές ζάντες των 18 ιντσών, που ουσιαστικά μαρτυρούν τη διαφορά της κορυφαίας έκδοσης esseesse από το απλό Abarth, είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες που χρησιμοποιούν οι κύριοι Μπάσο και Άλεν στα δικά τους Punto S2000.
Στην αντίπερα όχθη, το Corsa επέλεξε διαφορετική οδό, αγγίζοντας την υπερβολή, ξεχωρίζοντας από οποιοδήποτε άλλο «αδερφάκι» του, με αισθητικές παρεμβάσεις που του δίνουν έναν κτηνώδη χαρακτήρα. Τα πάντα δείχνουν να έχουν σχεδιαστεί με τις πλέον ακραίες διαθέσεις του αντίστοιχου τμήματος, με αποτέλεσμα το Corsa να φωνάζει από μακριά τη διαφορετικότητα και τη φιλοσοφία του.
Το συγκεκριμένο στοιχείο, δεν πέρασε απαρατήρητο από τους οδηγούς μας, με τον Λευτέρη να ψηφίζει Punto. «Αισθητικά, μπορώ να πω ότι μου αρέσει περισσότερο το Abarth. Έχει σε μεγαλύτερο βαθμό αγωνιστικές καταβολές. Διαθέτει το χαρακτηριστικό ιταλικό ντιζάιν, ενώ οι όποιες διαφοροποιήσεις τού προσδίδουν το αγωνιστικό προφίλ που χρειάζεται ένα αυτοκίνητο με αυτά τα χαρακτηριστικά. Το Corsa έχει περισσότερο το γερμανικό στιλ σχεδίασης. Πάντως, δεν είναι υπερβολικό, αφού αυτά τα αυτοκίνητα είναι με τέτοιο τρόπο εξελιγμένα, ώστε οι όποιες παρεμβάσεις να έχουν σημαντικό λόγο ύπαρξης. Εξάλλου, και οι δύο εταιρείες είναι χρόνια εμπλεκόμενες στα αγωνιστικά δρώμενα, και οι όποιες παρεμβάσεις δικαιολογούνται απόλυτα.»
Από την πλευρά του, ο Λάμπρος δείχνει πιο ξεκάθαρος και συνειδητοποιημένος, τονίζοντας βέβαια ότι το θέμα της αισθητικής είναι καθαρά υποκειμενικό. «Το Puntο είναι πιο όμορφο. Οι γραμμές και η αισθητική του είναι πιο απλές, ενώ του ταιριάζει ιδιαίτερα το λευκό χρώμα, το οποίο και τονίζει το στιλ του. Το Corsaείναι υπερβολικό και περισσότερο εκκεντρικό. Απευθύνεται σε ένα νεανικό κοινό και σε ηλικίες 20 με 25 χρονών, στις οποίες και θα αρέσει περισσότερο.»
Στο εσωτερικό, η εικόνα είναι ίδια και στις δύο περιπτώσεις, με κοινό σημείο τη σπορ φιλοσοφία. Όπως κάθε κατασκευή του είδους που σέβεται τον εαυτό της, τα μπάκετ καθίσματα είναι το πρώτο στοιχείο που μαρτυρά τη διαφορά, με εκείνα του Corsa να κλέβουν τις εντυπώσεις, τόσο σε όψη όσο και αίσθηση, φέροντας την υπογραφή της Recaro. Οι μπλε πινελιές αλουμινίου στο OPC και το λευκό φιλέτο αλουμινίου στο Abarth αποτελούν το σήμα κατατεθέν αμφότερων των κατασκευών.
Και οι δύο… αλχημιστές μας βολεύτηκαν καλύτερα στο κάθισμα του Punto, εκμεταλλευόμενοι τη χαμηλότερη θέση οδήγησης. «Στο Punto κάθεσαι καλύτερα, αφού είσαι πιο χαμηλά. Παράλληλα, λόγω ρυθμίσεων, βρίσκεις πιο εύκολα την ιδανική θέση οδήγησης, αν και στις δύο περιπτώσεις είναι λίγο υπερυψωμένη για τις ανάγκες της σπορ οδήγησης. Σίγουρα, όμως, το κάθισμα της Recaroείναι καλύτερο, τόσο οπτικά όσο και σε πλευρική στήριξη» σχολίασε ο Λευτέρης, την ώρα που ο Λάμπρος έδειξε και πάλι την προτίμησή του στο Abarth: «Και στα δύο αυτοκίνητα ο εσωτερικός διάκοσμος είναι ευχάριστος, αλλά και σε αυτήν την περίπτωση θα προτιμούσα το Abarth. Θεωρώ τους μπλε αεραγωγούς και το τιμόνι με τα κοψίματα και τις γωνίες για τα δάχτυλα υπερβολή».
Ισχύς, κι άλλη ισχύς!
Παλιότερα, η μετάλλαξη των απλών, καθημερινών αυτοκινήτων πόλης σε «πυραύλους» δεν ήταν μια ιδιαίτερα σύνθετη διαδικασία, επιλέγοντας ιπποδύναμη της τάξεως των 100-120 ίππων και ένα πιο σφιχτό σετ αμορτισέρ και ελατηρίων. Αυτές οι εποχές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, με τις σημερινές κατασκευές του είδους να αγγίζουν πλέον τους 200 ίππους! Το Punto Abarth στη βασική έκδοσή του αποδίδει 155 ίππους, ενώ σε εκείνη με τον κωδικό «esseesse» έχει 180 στις 5.750 σ.α.λ., την ώρα που η ροπή αγγίζει τα 27,5 χλγμ. στις 3.000 σ.α.λ. Και όλα αυτά από ένα σύνολο 1.400 κ.εκ., το οποίο, με την ύπαρξη υπερσυμπιεστή, καταφέρνει και βάζει φωτιά στην άσφαλτο.
Κάτι αντίστοιχο ισχύει στην περίπτωση του Corsa, αλλά με τους Γερμανούς να έχουν επιλέξει τη λύση των 1.600 κ.εκ. και, φυσικά, την προσθήκη υπερσυμπιεστή, όπως προτάσσει και η εποχή. Ο αυξημένος κυβισμός έχει ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη ισχύ, σε σχέση με το Punto, αφού έχουμε 192 ίππους, ενώ η τιμή της ροπής είναι μικρότερη, αγγίζοντας τα 23,4 χλγμ. στις 1.980 σ.α.λ.!
Στη διαδικασία των μετρήσεων, τα παραπάνω στοιχεία επαληθεύονται, με το Corsa να κερδίζει την άτυπη μάχη του «0-100» (7,2, αντί για 7,6 δλ. του Abarth), την ώρα που το ιταλικό μοντέλο παίρνει τη ρεβάνς στις ρεπρίζ, και μάλιστα με σημαντική διαφορά. Ο Λάμπρος δεν έδειξε να εντυπωσιάζεται από την απόδοση των κινητήρων, όντας λάτρης των ατμοσφαιρικών συνόλων. «Και στα δύο αυτοκίνητα ο κινητήρας δεν εντυπωσιάζει, αφού ο τρόπος απόδοσής τους είναι πολύ γραμμικός. Σίγουρα, αμφότεροι είναι πολύ ισχυροί, αλλά δε θυμίζουν σε απόδοση και λειτουργία ένα 2λιτρο ατμοσφαιρικό σύνολο, το οποίο θα είχε σίγουρα ξεχωριστό ήχο και εντυπωσιακή απόδοση στις υψηλές στροφές. Αναμφίβολα, οι υπερτροφοδοτούμενοι κινητήρες αυτής της γενιάς είναι πολύ καλύτεροι από τα αντίστοιχα σύνολα παλαιότερων εποχών, τα οποία είχαν το χαρακτηριστικό ξέσπασμα ισχύος που οδηγούσε σε υπερβολικό σπινάρισμα. Είναι προτιμότερη η σχολή των ατμοσφαιρικών κινητήρων με έφεση στις υψηλές στροφές. Τα υπερτροφοδοτούμενα σύνολα έχουν μεν απόδοση παντού, αλλά όχι χαρακτήρα.»
Ο Λευτέρης, από την πλευρά του, ανάφερε ότι η θεωρητική διαφορά στην ιπποδύναμη είναι φανερή και πίσω από το τιμόνι. «Οι κινητήρες είναι αντίστοιχοι και στις δύο περιπτώσεις. Διακρίνονται περισσότερο για την ελαστικότητα και τη γραμμική λειτουργία τους. Του Punto έχει αγωνιστική αντίδραση και πιο ωραίο θόρυβο, αλλά ο οδηγός αποκομίζει την αίσθηση πως αυτός του Corsa είναι ισχυρότερος. Όμως, η ιπποδύναμη δεν είναι το ζητούμενο στα συγκεκριμένα αυτοκίνητα. Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος που η ισχύς περνά στο δρόμο…»
Καρνέ και είσοδος στο κοντρόλ!
Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των ειδικών διαδρομών, οι οποίες -κακά τα ψέματα- έχουν γράψει ιστορία στους αγώνες, είναι η ποικιλία που τις διακρίνει. Ανοικτά ή κλειστά κομμάτια, με καλή ή μειωμένη πρόσφυση, συντίθεται ένα μοναδικό πεδίο βολής, όπου και μπορείς εύκολα να διακρίνεις τις διαφορές σε επίπεδο οδικής συμπεριφοράς. Με δεδομένο το γεγονός ότι στον τομέα της ανάρτησης τα δύο μοντέλα δε διαφέρουν αναφορικά με την αρχιτεκτονική τους, αφού εφοδιάζονται με γόνατα ΜακΦέρσον και αντιστρεπτική ράβδο μπροστά, ενώ πίσω έχει υιοθετηθεί η λύση του ημιάκαμπτου άξονα και της αντιστρεπτικής, η ρύθμιση της ανάρτησης είναι εκείνη που κάνει τη διαφορά.
Το Abarth καταφέρνει και μιλά στον οδηγό, όπως μας είχαν συνηθίσει κατασκευές του ένδοξου παρελθόντος. Ο Λάμπρος το ξεκαθάρισε σχεδόν άμεσα. «Το Punto είναι πιο ευχάριστο οδηγικά. Έχει καλύτερα φρένα και ανάρτηση. Τα ηλεκτρονικά βοηθήματα παρεμβαίνουν λιγότερο, αφού το μπροστινό σύστημα έχει τέτοια γεωμετρία, που δεν επιβάλλει τη συνεχή χρήση του ASR. Η υποστροφή ισχύος είναι μικρότερη σε σχέση με το Corsa, και δίνεται η δυνατότητα στον οδηγό να το τοποθετήσει πριν από τη στροφή. Θα έλεγα ότι ταιριάζει περισσότερο στην αγωνιστική οδήγηση. Έχει μεγαλύτερα περιθώρια πρόσφυσης και είναι πιο στρωτό.»
Η επιλογή των Ιταλών να αλλάξουν τη γεωμετρία του esseesse αλλά και τα ελατήρια, χαμηλώνοντας κατά 15 και 20 χλστ. το εμπρός και το πίσω μέρος του, αντίστοιχα, σε σχέση με το απλό Abarth (βλ. σχετική ενότητα), αποδείχθηκε ευεργετική, όπως διαπίστωσε και ο Λευτέρης. «Το Abarthξεχωρίζει, όντας πιο ομοιογενές. Τη διαφορά κάνει το πλαίσιο, το οποίο είναι πιο στιβαρό. Παράλληλα, το στήσιμο του αυτοκινήτου και η γεωμετρία της ανάρτησης είναι πολύ πιο κοντά στις αγωνιστικές καταβολές του αυτοκινήτου. Σου δίνεται η αίσθηση ότι είναι πιο ακριβές, ενώ είναι πιο γρήγορο, αν προσπαθήσεις να πιέσεις».
[[PAGEBREAK]]
Σύμφωνα και με τους δύο, το στοιχείο που επιτρέπει στον οδηγό να πιέσει στο όριο με το Abarth είναι τα εξαιρετικά διάτρητα εμπρός και πίσω φρένα της Brembo. «Το σημείο στο οποίο υπερέχει το Punto σημαντικά είναι τα φρένα. Η Brembo έχει κάνει εξαιρετική δουλειά και έχουν διάρκεια, απόδοση αλλά και πολύ καλή αίσθηση» συμφώνησαν. Μπορεί η πλάστιγγα να δείχνει Abarth, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι το OPC δεν έχει το δικό του τρόπο και χαρακτήρα. Κάτι που μας εξηγεί ο Λάμπρος. «Το Corsa είναι και αυτό γρήγορο, με ασφαλή οδική συμπεριφορά, αλλά πιο νευρικό.
Η αίσθηση που αποκομίζει ο οδηγός είναι καλή, ενώ η μαλακή ρύθμιση της ανάρτησης επιτρέπει το παιχνίδι με το πίσω μέρος, συγχωρώντας παράλληλα τα λάθη του οδηγού. Όλα αυτά, όμως, με πολύ μικρότερη ταχύτητα σε σχέση με το Abarth. Σου επιτρέπει και αυτό να το τοποθετήσεις λίγο στην είσοδο της στροφής, αλλά στην υπερβολή, με μικρές σχέσεις στο κιβώτιο, θα ανοίξει την πορεία του στην έξοδο της στροφής και θα σπινάρει έντονα.» Η αίσθηση του Λευτέρη δεν απέχει σημαντικά. «Το Corsa είναι ένα αξιόλογο GT, το οποίο όμως δε θα μπορούσα να οδηγήσω γρήγορα, λόγω της μαλακής ρύθμισης της ανάρτησης. Έχεις την αίσθηση ότι πλέει, ενώ το αμάξωμα παίρνει κλίσεις. Είναι υποστροφικό, αλλά μόνο ο λάθος χειρισμός του οδηγού θα προκαλέσει πρόβλημα. Tα φρένα θα μπορούσαν να είναι καλύτερα».
Ακόμα ένα σημαντικό σημείο που έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για τον οδηγό είναι το σύστημα διεύθυνσης, με του Punto να παρέχει καλύτερη πληροφόρηση. «Το τιμόνι του Punto είναι πιο σφιχτό και περνά περισσότερες πληροφορίες στον οδηγό. Η αίσθηση του συστήματος διεύθυνσης του Corsa δεν είναι άσχημη, αλλά είναι λίγο πιο ελαφρύ, ενώ επηρεάζεται περισσότερο από το σπινάρισμα των εμπρός τροχών. Πάντως, ο επιλογέας του κιβωτίου και στις δύο περιπτώσεις δεν ενθουσιάζει, αν και του OPC είναι λίγο πιο ακριβής. Πάντως, κάνει εντύπωση ότι και στα δύο, παρά το σπορ χαρακτήρα, οι διαδρομές του επιλογέα είναι μεγάλες» υποστήριξε ο Λάμπρος, την ώρα που η άποψη του Λευτέρη είναι αντίστοιχη. «Πιέζοντας το OPC δεν έχεις την πληροφόρηση που επιθυμείς, σε αντίθεση με το Abarth. Ίσως να είναι και θέμα πλαισίου αλλά και γεωμετρίας της ανάρτησης, ενώ και στα δύο κιβώτια θα έπρεπε να είναι πιο κοντή η διαδρομή του επιλογέα. Έτσι όπως είναι τώρα δεν ταιριάζει στη φιλοσοφία τους» συμπλήρωσε ο δοκιμαστής μας.
Καθαρόαιμο!
Έχοντας απολαύσει τις ικανότητες και των δύο αυτοκινήτων στις απαιτητικές ειδικές της Αττικής και αφού τα φρένα έχουν αποκτήσει μια… κόκκινη απόχρωση, ένα διάλειμμα κρίθηκε απαραίτητο. Παρατηρούμε τις δυο μικρές «βόμβες», την ώρα που οι καλεσμένοι μας χαμογελούν και σχολιάζουν. Προσπαθούμε να αποκωδικοποιήσουμε τι λένε, σχολιάζοντας κατ’ αρχάς το λευκό Abarth. «Καθαρόαιμο. Έχει χώρους, ενώ σου δίνει και την αίσθηση μεγαλύτερου αυτοκινήτου.
Είναι σαφώς πιο σπορτίφ. Αν υπολογίσεις και την τιμή, μάλλον είναι λύση μονόδρομος.» «Πάντως, και το OPCείναι γρήγορο, αλλά δεν έχει το χαρακτήρα του Punto. Η εμφάνισή του είναι υπερβολική, αλλά εντυπωσιακή. Σίγουρα ξεχωρίζει…» συνεχίζουν έχοντας στραφεί προς τη μεριά του Corsa. Εμείς θα συμπληρώσουμε ότι εν έτει 2008 η Abarth επιστρέφει στο προσκήνιο, και με το esseesse αναστατώνει τα όνειρά μας.
Είναι οι Ιταλοί αλχημιστές;
Ναι, αφού από ένα κομμάτι μέταλλο δημιούργησαν… χρυσάφι. Με άκρως ανταγωνιστική τιμή, που ξεκινάει από τα 18.400 ευρώ, και ένα ολοκληρωμένο πακέτο βελτίωσης, που φτάνει τα 4.500 ευρώ, οι Ιταλοί βάζουν φωτιά στην κατηγορία._ Π. Τ.