Διπλή εμπειρία στην Ουγγαρία, με τις σκέψεις μας να υλοποιούνται χάρη σε ανθρώπους που στην επικοινωνία έχουν ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα.
Οι άνθρωποι είναι αυτοί που κρατούν ζωντανή τη σειρά Μ -Μotorsport- της ΒΜW. Ένα τμήμα με άποψη και ποιότητα που ξεπερνάει και τη βάση του, το Μόναχο, αποτελώντας την προσφορά των Βαυαρών στον Πραγματικό Οδηγό. Χωρίς εκπτώσεις, συμβιβασμούς και περιορισμούς. Έτσι τους ζούμε εμείς εδώ και τριάντα χρόνια. Από τότε, δηλαδή, που δοκιμάσαμε την πρώτη Μ3 σε έκδοση παραγωγής αλλά και αγωνιστική στο Νίρμπουργκρινγκ, από όπου και το εξώφυλλο της εποχής. Από τότε η Μ3 άλλαξε πολλές φορές, διατηρώντας με συνέπεια το χαρακτήρα της, χάρη και στις αρχές της μάρκας που ζει και βασιλεύει, υπηρετώντας πρώτα τον οδηγό και μετά τους επιβάτες, από τη Σειρά 1 μέχρι και τη Σειρά 7, και πάντα τηρουμένων των αναλογιών μέσα από διαστάσεις και φιλοσοφία κατασκευής. Σήμερα η Μ3 έχει τέσσερις πόρτες και 6κύλινδρο υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα 3.000 κ.εκ. και… για να θυμόμαστε τις ρίζες μας, πρόκειται για τον τέλειο συνδυασμό: πολλά κυβικά και τούρμπο. Το έγραψε πριν από 25 χρόνια ο Νίκος Δήμου, και από τότε, όποτε σπάνια προκύπτει, τον θυμόμαστε και τον αντιγράφουμε, αφού η κολόνια αυτή αντέχει στο χρόνο. Η κουπέ έκδοσή της είναι η Μ4, που θυμίζει περισσότερο Μ6, παρά την αρχική Μ3-σημείο αναφοράς, στην οποία περισσότερο παραπέμπει η Μ2, που δεν είναι απλώς η εξελιγμένη «2», άρα κουπέ, αλλά μια πραγματική «Μ», πολύ καλύτερη εφ’ όλης της ύλης από την Μ1, όντας πιο κοντά στην Μ3. Μπερδευτήκατε; Κι εμείς αρχικά, αλλά και μέχρι να τις οδηγήσουμε στην Ουγγαρία, χάρη σε ενέργειες της ΒΜW Ανατολικής Ευρώπης, όπως και της «δικής μας». Το ελληνικό στοιχείο πρωταγωνιστεί, ειδικά σε δημιουργικές δραστηριότητες.
Βουδαπέστη in-out
Ξεκινάς με δίλημμα και, αφού είσαι εκεί για να ταιριάξεις την Μ2 με τη δοκιμή των Focus RS και Mercedes Α45 κ.ά. που κάναμε πρόσφατα στην Ελλάδα, το χέρι με το «καλημέρα» πάει στη μικρή. Είναι και μπλε, το χρώμα της καρδιάς μας, είναι και διακριτική -λέμε τώρα-, σε ένα περιβάλλον που πολιτικοκοινωνικά έχει περάσει από χίλια κύματα, με την κουλτούρα του να έχει υποστεί κάποιες μεταλλάξεις, οπότε η επιλογή δείχνει μονόδρομος. Ο Μανώλης Σαλούρος στην Μ4 Nardo Grey με τα καλά φρένα, κάτι που σημαίνει ότι τα ανθρακονήματα συνδυάζονται με κεραμικά υλικά. Φρένα που συνδυάζονται με τροχούς 20 ιντσών και κινητήρας που έχει σκαρφαλώσει στους 450 ίππους, ώστε να αντιμετωπίσει τις ΑMG, τα GTR και βέβαια τις GT3. Πληθυντικός στα παραπάνω, αφού ούτε στη Στουτγάρδη, ούτε στην Ιαπωνία, ούτε στο Τσουφενχάουζεν κάθονται ήσυχα, με τους τύπους στο Μόναχο να τους αντιμετωπίζουν ψύχραιμα μέσα από την πεπατημένη. Η δύναμή τους ως δημιουργών είναι ήρεμη και τους νιώθεις να χαμογελούν με τις εκρήξεις των ανταγωνιστών τους, που τους πολεμούν με εξαιρετικά όπλα και με διάφορες εκδόσεις, οι οποίες λανσάρονται με καταιγιστικούς ρυθμούς. Πατάνε σε καλή βάση και δημιουργούν, με τους Βαυαρούς να διορθώνουν, να βελτιώνουν σε γερά θεμέλια, διατηρώντας ανέγγιχτη τη φιλοσοφία αναφορικά με το δίπτυχο «αμάξωμα-μετάδοση κίνησης» και με ατού το 7άρι κιβώτιό τους, που συγκλονίζει.
Μ2 ή, όπως λέμε, φονέας γιγάντων
Τεμπελιάζει ο 3λιτρος χαμηλά και, μέχρι να ζεσταθούν τα λάστιχα, οπότε και αρχίζει το πραγματικό παιχνίδι, είσαι επιφυλακτικός. Έχεις στα χέρια σου το καλύτερο πηδάλιο του πλανήτη, κάθεσαι όπως οι τύποι στο DTM, αλλά στο «καλημέρα» την υποτιμάς. Δεν τη συγκρίνεις με την Μ1, η οποία απέναντί της θυμίζει Άσο με ουρίτσα και δυνατό κινητήρα. Ωστόσο, το μυαλό κακώς και διεστραμμένα πάει στην Ε92, και παρασύρεσαι συγκρίνοντας, και ψάχνεις τα κυβικά εκείνης, όπως και το μακρύ της μεταξόνιο για να απλωθείς, αφού κρατάει πολύ και σου δίνει την αίσθηση ότι θα ξεκολλήσει, θα σε δυσκολέψει και θα σε εκθέσει. Όλα αυτά τα αποθηκεύεις και τα παίρνεις μαζί σου στις ώρες της ανάπαυσης, ώστε να προετοιμαστείς για την επόμενη μέρα, με άσο στο μανίκι την «Μ» με την ένδειξη «4». Την καλή, την γκρίζα με τα χρυσαφιά φρένα που αναστατώνει στο πάρκινγκ του Κεπίνσκι, και δεν την ακουμπάς, όπως αποφεύγεις να χαϊδέψεις ένα ξένο ντόπερμαν, μη στραβώσει. Επανέρχεσαι, λοιπόν, στην Μ2 και την τοποθετείς εκεί που πρέπει, και όχι εκεί που θα ήθελες. Επιλέγεις από την αρχή το πρόγραμμα Sport plus, αφαιρώντας κάθε ηλεκτρονικό σύστημα προστασίας. Κάθεσαι πιο επιθετικά, και ας σε ενοχλεί η γωνία της πλάτης, παίρνεις στο χέρι τα σταθερά τοποθετημένα paddles, δείχνεις υπομονή να ανέβει η θερμοκρασία, ξεχνάς ό,τι ήξερες ή ό,τι νόμιζες ότι ξέρεις σε σχέση με τη λειτουργία του κινητήρα χαμηλά, δε βιάζεσαι να αλλάξεις, και οδηγείς. Το χαμόγελο συνδυάζεται με το σωστό άκουσμα, οι στροφές ψηλά, τα χιλιόμετρα σε τριψήφιες τιμές και, εκτός από το τιμόνι, έχεις σύμμαχο ένα καταπληκτικά ζυγισμένο πλαίσιο, που δίνει ευελιξία στα στενά, χωρίς να προβληματίζει σε καμπές με 200 και πλέον. Όλα αυτά σε δρόμους που δε διαθέτουν τρεις λωρίδες, ώστε να έχεις χώρο αν νιώσεις ότι ο δρόμος τελειώνει. Σε δρόμους που απαιτούν σωστά σε αίσθηση και αντοχή φρένα, όπου σου δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσεις μαζί της και να την καταλάβεις, καταλήγοντας ότι έχει φτιαχτεί -για δημιουργία πρόκειται- από σοφούς. Δεν είναι μικρή Μ3, ούτε μεγαλύτερη Μ1 – είναι η Μ2 και αποδεικνύεται μια full Μ κυρία με αρσενικό DNA. Δε θα την πεις καπριτσιόζα και περίεργη, ούτε θα ισχυριστείς πως για να την καταλάβεις πρέπει να ασχοληθείς ώστε και να την εκτιμήσεις. Δεν πήραν μια κουπέ «2άρα» και της βίδωσαν εξαρτήματα από τις Μ3-4, αλλά, όπως το κάνουν σε κάθε περίπτωση, δούλεψαν πολύ σκληρά, έπαιξαν με τις διαστάσεις, με τη μάζα, και ό,τι έχασαν σε μεταξόνιο το κέρδισαν στο μοίρασμα του βάρους. Αυτό το εισπράττεις ξεκάθαρα. Όλα αυτά πριν και μετά σε σχέση με την Μ4, που αποδείχθηκε κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό. Ένα κουπέ «αλλού» συγκριτικά με την Ε92 που γνωρίσαμε άλλοτε.
Μ4, όπως supercar
Μη σας ξεγελάει το κουπέ αμάξωμα και μη σας προβληματίζει ότι ήδη εξελίσσουν την Μ4 GTS για πολεμικές ασκήσεις με χάρτη. Αυτή, η δική μας, με τα καλούδια της, είναι μηχάνημα για ασκήσεις χωρίς χάρτη, μια ΒΜW Σειρά Μ που πάει αέρα στα χέρια οποιουδήποτε, αλλά θα την απογειώσει ο γνώστης, που θα αξιοποιήσει και τις λεπτομέρειες που συνοδεύουν το competition πακέτο. Καμία σχέση με την Μ2, όποτε και δεν προκύπτει σύγκριση. Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά το μεγαλύτερο βάρος και μέγεθος, έχεις την αίσθηση ότι η διαφορά σε ιπποδύναμη, που θυμίζει GT-R, συνδυάζεται και με διαφορά στον κυλινδρισμό. Αποδεδειγμένα, είναι το μόνο κοινό στοιχείο στους κινητήρες αναφορικά με τις προδιαγραφές. Όσον αφορά την αίσθηση, τα πάντα όλα εκτοξεύονται από πολύ χαμηλά μέχρι πολύ ψηλά, και μόνο ο κόφτης σε σταματάει, όποιο σύστημα ηλεκτρονικής ρύθμισης κι αν έχεις επιλέξει.
Είναι τεράστια, αλλά όταν στρίβεις… μαζεύει, μικραίνει και χωράει παντού, δεν υστερεί σε ευελιξία και ζει για γρήγορα κομμάτια. Δε «βουτάει» αν ανέβεις στο πεντάλ του φρένου, δε γέρνει, όπως άλλωστε δε γέρνει καμία ΒΜW παραγωγής, και σε κάθε περίπτωση πρόκειται για σύνολο έτοιμο για όλα. Οι αντίπαλοί της αλλάζουν διαστάσεις και φιλοσοφία – αυτή εκεί, σταθερή και πάντα φρέσκια, ανανεωμένη και ανταγωνιστική κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και απέναντι σε οποιονδήποτε συνδυασμό. Πρόκειται για μια πανδαισία, για το πώς αυτοί οι άνθρωποι συνδυάζουν τέτοιους κινητήρες σε πλαίσιο που δείχνει συμβατικό και δίνει χαρά στο μάτι και απόλαυση στους επιβάτες και σε απλές μετακινήσεις, με ανοιχτό ή κλειστό αμάξωμα, με 2λιτρους κινητήρες βενζίνης ή ντίζελ. Αυτή είναι η μαγεία τους, και θα το γράψουμε και ας σοκάρει. Πρόκειται για τη «μαγκιά» στα γερμανικά, και αυτόν τον τρόπο μόνο στο Μόναχο θα τον βρεις. Αν κάποιος που θέλει να λέγεται «λάτρης της αυτοκίνησης» οφείλει να έχει ζήσει με μια «911», αντίστοιχα οφείλει, επιβάλλεται, να έχει οδηγήσει μια Μ3 χθες, Μ4 σήμερα. Με την ευκαιρία, μέχρι χθες κάθε Μ3 σε έβαζε σε σκέψεις, και τολμούσες να σχολιάσεις πως η προηγούμενη ήταν καλύτερη, κάτι που συνέβη και από εξαιρετικούς δοκιμαστές στις περιπτώσεις Ε46-92. Σήμερα δεν τίθεται θέμα. Ανέβηκε ψηλά ο πήχης. Είναι αλλού -το ξαναγράφουμε- η συγκεκριμένη Μ4. Ακριβώς έτσι, γκρι, με 20άρες, τον 450άρη και αυτά τα φρένα. Δεν περνάς απαρατήρητος, αλλά είσαι τόσο προσηλωμένος στο να την εκτιμήσεις, που δε δίνεις σημασία σε σχόλια, και απορείς.
Γιατί Μ2
Όπως δεν τίθεται θέμα σύγκρισης, έτσι δεν υπάρχει και λογική σε τέτοια θεωρητική επιλογή, που συνδέεται όχι με το πρόστυχο, το εκτός εποχής, το «γιατί έτσι μου αρέσει», αλλά με το όσο αναπνέεις και ζεις πρέπει και να ονειρεύεσαι. Σήμερα θέλεις κάτι αντίστοιχο για να παρκάρεις δίπλα στο RS και στην Α45 πριν αποσυρθείς, και με δεδομένο ότι στο όνειρό σου δε θα έρθει το supercar όπως είναι η Μ4, η Μ2 έχει όλες τις προϋποθέσεις. Άλλωστε, το γήινο είναι και πιο ελκυστικό, αν υποθέσουμε βέβαια ότι η Μ2 δεν ξεπερνάει πολύ τα όρια της λογικής._ Σ. Χ.