Πρώτη δοκιμή, επί γερμανικού εδάφους, για τα υβριδικά Honda Jazz και Jazz Crosstar.
Με τη Honda να εκπροσωπείται από το 2001 στη δημοφιλή κλάση των supemini με το Jazz, το οποίο πρακτικά (λόγω ευρυχωρίας και πολυμορφικότητας του σαλονιού του) ανήκει στην… εκλειπούσα κατηγορία των B-MPV, ήταν αναμενόμενο πως ο διάδοχος του μοντέλου θα έπρεπε να συμβαδίζει με τα νέα δεδομένα της αγοράς.
Έτσι, για πρώτη φορά, το νέο Honda Jazz θα διατίθεται σε δύο εκδόσεις, τη «συμβατική» και την Crosstar, που σχεδιάστηκε για να ανταγωνιστεί στη δημοφιλή κατηγορία των crossover αυτοκινήτων. Η νέα αυτή παραλλαγή του μοντέλου μοιράζεται τα ίδια μηχανικά μέρη και τα ίδια χαρακτηριστικά εσωτερικού με την κανονική έκδοση, αλλά διαθέτει αυξημένη απόσταση από το έδαφος, ιδιαίτερα εξωτερικά γνωρίσματα που να αναδεικνύουν τον πιο “περιπετειώδη” χαρακτήρα του αυτοκινήτου, όπως επίσης αδιάβροχη επένδυση καθισμάτων και ενσωματωμένες ράγες οροφής.
Εξωτερικά το αυτοκίνητο συνεχίζει τη γνώρινη σχεδιαστική γλώσσα του Jazz, με το μήκος του να διαμορφώνεται στα 4.044 χλστ. και 4.090 για το Crossstar, το οποίο διαθέτει επίσης μεγαλύτερο -κατά περίπου 3 εκ.- πλάτος και ύψος. Καθώς στις προτεραιότητες της εταιρείας ήταν το αυτοκίνητο να εξασφαλίζει μια αίσθηση φιλικότητας αλλά και ασφάλειας, το πλαίσιο ξανασχεδιάστηκε έτσι ώστε οι λεπτότερες εμπρός κολώνες να περιορίζουν πολύ λιγότερο το οπτικό πεδίο του οδηγού, που πλέον αυξήθηκε από τις 69ο στις 90ο.
Στο ευρύχωρο σαλόνι, με αρκετούς χώρους για μικροαντικείμενα, συναντάμε τα ξανασχεδιασμένα φαρδύτερα εμπρός καθίσματα, που περιλαμβάνουν ειδικά μαξιλάρια στήριξης, αντικαθιστώντας το προηγούμενο σύστημα με ελατήρια, για πιο ξεκούραστα μακρινά ταξίδια. Η βελτιωμένη σχεδίαση των πίσω καθισμάτων και η πιο παχιά επένδυση αυξάνουν επίσης την άνεση για τους πίσω επιβάτες.
Το νέο Jazz διατηρεί τα κορυφαία επίπεδα ευρυχωρίας που ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα των προηγούμενων γενιών, με τον επιβάτη του πίσω καθίσματος να διαθέτει σχεδόν δύο παλάμες από το εμπρός κάθισμα με έναν κανονικού αναστήματος οδηγό. Το μυστικό για τη μεγιστοποίηση του χώρου στην καμπίνα είναι η τοποθέτηση του ρεζερβουάρ στο κέντρο το πλαισίου, κάτω από τα εμπρός καθίσματα, που είναι μοναδικό στην κατηγορία. Με τον τρόπο αυτό, το Jazz διατηρεί τα «ευέλικτα» πίσω καθίσματα Magic Seats που παρέχουν δυνατότητα να ανασηκώνονται και να αναδιπλώνονται ανάλογα με τα μεταφερόμενα φορτία. Η χωρητικότητα του πορτ μπαγκάζ, που διαθέτει ένα ιδιαίτερα χαμηλό κατώφλι, αλλά και μια μεγάλη εσοχή κάτω από τη βάση του, φτάνει τα 304 λίτρα (298 στην έκδοση Crosstar).
Το ταμπλό, που περιλαμβάνει έναν ψηφιακό πίνακα των 7” και την οθόνη αφής των 9”, διαθέτει μια λιτή σχεδίαση που ορίζεται από την οριζόντια διαμόρφωσή του, με μια φάσα από μαλακό υλικό να διατρέχει απ’ άκρη σε άκρη. Κατά τ’ άλλα υπάρχουν αρκετές επιφάνειες με σκληρά πλαστικά, μια τάση που υιοθετούν ολοένα και περισσότερο τον τεελυταίο καιρό και πιο ακριβές κατασκευές.
Στο νέο Jazz ξεχωρίζει η νέα γενιά των συστημάτων συνδεσιμότητας, ένας τομέας που έχριζε βελτίωσης στα μοντέλα της εταιρείας. Η νέα οθόνη αφής του συστήματος πολυμέσων λειτουργεί πολύ πιο αποδοτικά, ενώ εντυπωσιαστήκαμε από τον ψηφιακό βοηθό, που αν και δεν διαθέτει φωνητική αναγνώριση στην ελληνική γλώσσα ανταποκρινόταν άμεσα και με εντυπωσιακή ακρίβεια στα… “αγγλικά” μας, κάτι που δεν το έχουμε ξανασυναντήσει σε αυτοκίνητα άλλων κατασκευαστών, παρά μόνο στις έξυπνες κινητές συσκευές. Φυσικά για να λειτουργεί η φωνητική αναγνώριση το αυτοκίνητο θα πρέπει να είναι συνδεδεμένο με το διαδίκτυο.
Με “πράσινο” προφίλ
Το Honda e και το Jazz αποτελούν τα πρώτα δύο από τα 6 νέα μοντέλα που θα παρουσιάσει η εταιρεία στην Ευρώπη μέχρι το 2022 έτσι ώστε να καταστήσει όλη της τη γκάμα εξηλεκτρισμένη.
Είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε την πρώτη μας γεύση από το νέο Jazz το οποία έρχεται αποκλειστικά με το πρωτότυπο υβριδικό σύστημα κίνησης της εταιρείας το οποίο αποτελεί μικρογραφία εκείνου του CR-V. Έτσι, ο 1.5 i-VTEC (αντί του 2λιτρου συνόλου που συναντάμε στο CR-V) συνεργάζεται με δύο ηλεκτρικά μοτέρ, εκ των οποίων το ένα φροντίζει για την κίνηση του Jazz και το άλλο λειτουργεί ως γεννήτρια.
Στο ανορθόδοξο αυτό υβριδικό σύστημα, αντί κατά περίπτωση το ηλεκτρικό μοτέρ απλά να συνεπικουρεί την κίνηση του αυτοκινήτου, εν προκειμένω έχει τον κύριο λόγο. Αυτό προκύπτει τόσο από τη συνδεσμολογία των μηχανικών μερών, όσο και από την απόδοσή τους.
Στη λειτουργία Hybrid Drive, ο κινητήρας εσωτερικής καύσης (98 PS / 131 Nm), αντί να κινεί τους τροχούς, είναι συνδεδεμένος με τη γεννήτρια για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Τόσο η γεννήτρια, όσο και η μπαταρία του υβριδικού συστήματος (που φορτίζει κατά την επιβράδυνση), τροφοδοτούν με ρεύμα τον ηλεκτροκινητήρα των 109 ίππων και μέγιστης ροπής 253 Nm που τελικά κινεί το αυτοκίνητο. Ακούγεται περίπλοκο, αλλά με το τρόπο αυτό η Honda κατάφερε να απαλλαγεί από το κιβώτιο ταχυτήτων.
Υπάρχει μόνο μία κατάσταση λειτουργίας (Engine Drive), που ενεργοποιείται μεταξύ 80 και 120 χλμ./ώρα, στην οποία ο θερμικός κινητήρας, μέσω ενός συμπλέκτη, συνδέται απ’ ευθείας με τους (εμπρός) κινητήριους τροχούς μέσω ενός ζεύγους γραναζιών. Ο λόγος είναι πως στις συγκεκριμένες συνθήκες, ο κινητήρας κύκλου Άτκινσον διαθέτει τη βέλτιστη απόδοση λειτουργίας. Αυτή άλλωστε είναι η όλη φιλοσοφία του υβριδικού συστήματος να διατηρούνται οι στροφές και το φορτίο του 1500άρη κινητήρα στη βέλτιστη περιοχή απόδοσης.
Κατά την κίνηση του νέου Honda Jazz σε αστικό περιβάλλον, το σύστημα εναλλάσσεται μεταξύ των προγραμμάτων EV Drive και Hybrid Drive, με την αμιγώς ηλεκτρική λειτουργία να αντιπροσωπεύει το 85% του χρόνου κίνησης με ταχύτητες έως 40 χλμ./ώρα. Εν προκειμένω η μπαταρία παρέχει απευθείας ισχύ στον ηλεκτροκινητήρα, με τον τελευταίο να αναλαμβάνει αποκλειστικά την κίνηση του αυτοκινήτου.
Φυσικά όπως σε όλες τις υβριδικές κατασκευές η ενεργοποίηση και η λειτουργία του κινητήρα εσωτερικής καύσης δεν διαθέτει τη γραμμική συμπεριφορά ενός συμβατικού αυτοκινήτου, σε σχέση με τη χρήση του δεξιού πεντάλ. Αυτό σημαίνει πως ο 1.5 i-VTEC μπορεί να τεθεί ξαφνικά σε λειτουργία και να ανεβάσει συγκεκριμένες στροφές όταν η διαδρομή γίνει ανηφορική ή ο οδηγός θελήσει να επιταχύνει. Αντίθετα, όμως με την περίπτωση του CR-V, εν προκειμένω, ο θόρυβος είναι πιο έντονος του αναμενόμενου, κάνοντας πιο αισθητή τη μετάβαση από την ηλεκτρική, στην υβριδική λειτουργία.
Στον τομέα των επιδόσεων, ο κατασκευαστής δίνει 9,4 δλ. για την επίτευξη της διαδικασίας επιτάχυνσης “0-100” (9,9 δλ. για την έκδοση Crossstar). Οι αντίστοιχες τιμές της κατανάλωσης και των εκπομπών CO2 , σύμφωνα με το πρωτόκολλο WLTP, διαμορφώνονται στα 4,5 λιτ./100 χλμ. (4,8) και στα 102 γρ/χλμ. (110).
Στο δρόμο το αυτοκίνητο, αν μη τι άλλο στους δρόμους της Γερμανίας, όπου πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση του Jazz μαζί με το αμιγώς ηλεκτρικό Honda e προσέφερε καλή άνεση, με τις κλίσεις του αμαξώματος να διατηρούνται σε λογικά επίπεδα, ενώ το τιμόνι μεταβλητής υποβοήθησης -κάτι ασυνήθιστο για την κατηγορία- διαθέτει καλή αίσθηση.
Έμφαση στην ασφάλεια
Η Honda, πέρα από τους 10 αερόσακους με τους οποίους εφοδιάζει το νέο Jazz (μεταξύ τον οποίων και ένας ανάμεσα στους δύο μπροστινούς επιβάτες) προσφέρει μια πλήρη γκάμα προηγμένων χαρακτηριστικών ασφάλειας και συστημάτων υποβοήθησης του οδηγού. Οι δυνατότητες της τεχνολογίας Honda Sensing έχουν αυξηθεί με τη χρήση μιας νέας πιο ευρυγώνιας κάμερας υψηλότερης ευκρίνειας, που αντικαθιστά το προηγούμενο σύστημα. Αυτό επιτρέπει τη βελτιωμένη αναγνώριση του περιβάλλοντος χώρου, συμπεριλαμβανομένων των ορίων των δρόμων χωρίς κράσπεδα ή άλλες σημάνσεις στο πλάι. Το Collision Mitigation Brake System (CMBS) έχει αναβαθμιστεί με λειτουργία νύχτας για την ανίχνευση πεζών και δικυκλιστών ενώ τώρα ενεργοποιεί τα φρένα όταν αντίθετα εισερχόμενα οχήματα διασχίζουν το δρόμο ή εισέρχονται στην πορεία του αυτοκινήτου. Το νέο σύστημα κάμερας επιτρέπει επίσης στο Adaptive Cruise Control (ACC) να ακολουθεί την κυκλοφορία με χαμηλές ταχύτητες σε ένα μποτιλιάρισμα και χρησιμοποιεί το Lane Keep Assist σε αστικούς και αγροτικούς δρόμους – αλλά και σε αυτοκινητόδρομους πολλαπλών λωρίδων – για μεγαλύτερη οδική ασφάλεια σε περισσότερες περιπτώσεις.
Το νέο Jazz, που στη χώρα μας αναμένεται περί τα τέλη Οκτωβρίου θα διατίθεται με τιμή εκκίνησης τα 21.700 ευρώ, ενώ στις πλουσιότερες Elegance και Executive διαμορφώνεται αντίστοιχα στα 24.700 και 25.990 ευρώ.
Η αντίστοιχη τιμή του Crosstar που έρχεται μόνο στο επίπεδο εξοπλισμού Executive φτάνει τα 28.750 ευρώ (29.070 με διχρωμία).