Η στενή σχέση μεταξύ της οπτικής προτίμησης και των αξιών μας, που διατυπώθηκε ήδη από το 19ο αιώνα από τον Γάλλο συγγραφέα Σταντάλ, φαίνεται να βρίσκει απόλυτη εφαρμογή δύο αιώνες αργότερα, στα αυτοκίνητα της κατηγορίας SUV.
Η ομορφιά είναι υπόσχεση ευτυχίας…
OΛΟΙ πλέον το γνωρίζουμε: η τεράστια τεχνολογική πρόοδος σε επίπεδο εργαλειομηχανών, παραγωγής, σχεδίασης έφερε μια πραγματική επανάσταση στην κατασκευή αυτοκινήτων. Τα σημερινά μοντέλα είναι ασφαλή, ποιοτικά, μοιράζονται σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο τεχνολογίας και, ως εκ τούτου, είναι εξίσου ολιγαρκή σε καύσιμο. Η άλλοτε επιλογή μεταξύ καλού και κακού, πρακτικού και δύσχρηστου, έχει δώσει τη θέση της σε καθαρά υποκειμενικά κριτήρια αγοράς: του όμορφου, του διαφορετικού, του μοναδικού. «Το αυτοκίνητο είναι ένα αντικείμενο με απλή λειτουργία (κάτι που κινείται πάνω σε ρόδες) και πολύπλευρους στόχους (άνεση, αντοχή, εμφάνιση)», διαπίστωνε ήδη από το 1923 ο μεγάλος αρχιτέκτονας Λε Κορμπυζιέ, «το οποίο ώθησε τη βαριά βιομηχανία στην προτυποποίηση. Όλα τα αυτοκίνητα έχουν ουσιαστικά την ίδια διάταξη μηχανικών μερών. Ο σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ των αμέτρητων οίκων οι οποίοι τα κατασκευάζουν οδήγησε στη μάχη της επικράτησης· ξεκίνησε η αναζήτηση της τελειότητας, της αρμονίας και της ομορφιάς. Έτσι γεννιέται το στυλ, δηλαδή εκείνη η κατάσταση τελειότητας που την αναγνωρίζουν και την αντιλαμβάνονται όλοι».
Κάπως έτσι εξηγείται η αναγωγή του σχεδιασμού ενός αυτοκινήτου σε ένα από τα βασικά κριτήρια αγοράς. Με αυτόν τον τρόπο δικαιολογείται η δημιουργία νέων κατηγοριών, υποκατηγοριών και σχεδιαστικών ακροβασιών μεταξύ αυτών, αφού, σύμφωνα με τον Γάλλο συγγραφέα Σταντάλ (κατά κόσμον Μαρί-Ανρί Μπελ), «υπάρχουν τόσα στυλ ομορφιάς, όσα οράματα ευτυχίας». Ουσιαστικά, «τα έργα του ντιζάιν μάς μιλούν για το είδος της ζωής που θα ταίριαζε να ξεδιπλωθεί μέσα και γύρω τους», εξηγεί ο συγγραφέας Αλαίν ντε Μποττόν στο βιβλίο του «αρχιτεκτονική της ευτυχίας». «Ενώ μας κρατάνε ζεστούς και μας βοηθάνε με μηχανικούς τρόπους, ταυτόχρονα μας καλούν να αποκτήσουμε συγκεκριμένες ιδιότητες. Μιλάνε για οράματα ευτυχίας».
Πολλώ δε μάλλον, όταν μιλάμε για αυτοκίνητα της κατηγορίας «ελεύθερου χρόνου», τα οποία ετεροκαθορίζονται σε σχέση με τα καθημερινά, κοινά μεταφορικά μέσα, που αφήνεται να εννοηθεί πως δεν είναι τίποτα άλλο από ένα αναγκαίο κακό. Τα SUV, ως προϊόντα επιλογής-αποτύπωσης συγκεκριμένων αξιών, είναι σε θέση να αναδείξουν τη νέα μορφή του ελεύθερου χρόνου στην οργάνωση της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας, αλλά και να ενσαρκώσουν την ειδωλοποίηση της ζωής, δημιουργώντας μια εικονική πραγματικότητα ως απάντηση στην υπαρξιακή εκμηδένιση του ανθρώπου της εμπορευματικής εποχής. Κάπως έτσι γίνονται η κατηγορία που ανθεί πέραν κάθε αισιόδοξης πρόβλεψης στην Ευρώπη, και το 60% των αγοραστών της δηλώνει πως η επιλογή του γίνεται βάσει αισθητικών κριτηρίων. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, ακριβώς από εκεί, συγκρίνοντας τις διαφορές δύο τυπικών εκπροσώπων της: του καθιερωμένου πλέον Nissan Juke και του νεοφερμένου Fiat 500X.
Εν έτει 2015
Δεν είναι τυχαίο πως και τα δύο δικίνητα SUV της δοκιμής μας βασίζονται κατά κύριο λόγο στη διαφορετική αισθητική τους. Το ιαπωνικό μοντέλο φέρνει έναν άνεμο αλλαγής που το διαφοροποίησε σχεδιαστικά άμεσα από καθετί άλλο έχει παραγάγει μέχρι στιγμής η Nissan. Χαρακτηριστική μάσκα, με μικρούς προβολείς και μεγάλα φώτα ομίχλης, διαφορετική, εύκολα αναγνωρίσιμη και με έντονες καμπύλες κουπέ φόρμα με μικρά πίσω παράθυρα. Στη μετά facelift εποχή η τελευταία συνδυάζεται με εξίσου έντονα στοιχεία προσωποποίησης σε χρώματα, αυτοκόλλητα και νέες επιλογές στο φρέσκο και ευχάριστο εσωτερικό, που διαθέτει το αυτοκίνητο της δοκιμής μας. Η συνταγή της επιτυχίας; Εν μέρει, ναι. Γιατί, στην αντίπερα όχθη, η άλλη σχολή προτάσσει την αναβίωση σχεδιαστικών γραμμών του θρυλικού Fiat 500 σε όλες τις πιθανές κατηγορίες και μορφές, επιδεικνύοντας μια φοβερή ικανότητα μετάλλαξης και προσαρμογής στις διαφορετικές απαιτήσεις και τις σύγχρονες συνθήκες. Ουσιαστικά το «500» θα μπορούσε πλέον ως brand να στηρίξει ακόμα και μια αυθυπόστατη μάρκα, όπως ακριβώς και το Mini.
Το 500Χ βασίζεται σε ένα τελείως νέο δάπεδο (το οποίο και μοιράζεται με το επίσης καινούργιο Jeep Renegade), με διαφορετικές πάντως ρυθμίσεις αναρτήσεων, αφού δεν είναι τόσο προσανατολισμένο στις εκτός δρόμου διαδρομές όσο το αμερικανικό αδελφάκι του. Τα γόνατα ΜακΦέρσον με αντιστρεπτικές εμπρός-πίσω και οι 18άρες ζάντες με ελαστικά χαμηλού προφίλ (225/45) καθιστούν άμεσα σαφείς τις προθέσεις των αγοραστών του, παρά την off-road αισθητική του. Μόνο το περιστροφικό μπουτόν στην κεντρική κονσόλα παραμένει να υπενθυμίζει τις όποιες εκτός δρόμου ικανότητες, την ύπαρξη του ηλεκτρονικού συστήματος Traction Plus, που μιμείται τη λειτουργία ενός μπλοκέ διαφορικού, και την αυξημένη σε 179 χλστ. απόσταση από το έδαφος, η οποία στη συγκεκριμένη έκδοση συνδυάζεται με στιβαρότερα προστατευτικά δαπέδου εμπρός και πίσω και βελτιωμένες γωνίες προσέγγισης και φυγής. Είναι μεγαλύτερο σε κάθε διάσταση του Juke, χωρίς όμως να το δείχνει ιδιαίτερα. Σίγουρα αναβαθμισμένη είναι η ποιότητα κατασκευής, με καλύτερη ποιότητα υλικών και χρήση μαλακών πλαστικών στο μεγαλύτερο μέρος της κονσόλας. Νέος σχεδιαστικά είναι και ο πίνακας οργάνων, με την καινούργια οθόνη 6,5 ιντσών να δεσπόζει στο κέντρο του ταμπλό.
Από την άλλη, οι καμπύλες και οι έντονες διαφορές συνεχίζονται στο εσωτερικό του Juke, παραπέμποντας σε έναν ενθουσιώδη σχεδιασμό, που τονίζεται ακόμα περισσότερο από τα βαμμένα σε έντονα γυαλιστερό χρώμα πλαστικά τμήματα. Ναι, είναι ευχάριστο το εσωτερικό του Nissan, ίσως πιο έντονο από ό,τι θα αντέχαμε επί μακρόν, αλλά σε καμία περίπτωση αδιάφορο ή γερασμένο. Είπαμε, σε αυτόν τον τομέα οι Ιάπωνες ανακάλυψαν τη συνταγή της επιτυχίας, ανοίγοντας το δρόμο για την εδραίωση των μικρών crossover.
Το τερπνόν μετά του ωφελίμου
Δεν είναι το κίτρινο χρώμα ή οι μαύρες ρίγες που διατρέχουν το αμάξωμα κατά μήκος. Είναι έτσι κι αλλιώς περισσότερο σπορτίφ το Juke, και σου το υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία. Στο κούμπωμα των ταχυτήτων, στη σκληρότερη ανάρτηση, στο άμεσο και ακριβές τιμόνι. Μόνο η θέση οδήγησης δε θα βολέψει τους ψηλότερους, αφού το τιμόνι ρυθμίζεται μόνο χαμηλά και χαμηλότερα. Στην ουσία το Juke συμπεριφέρεται σαν ένα καλό συμβατικό χάτσμπακ, και αυτό αποτελεί μάλλον τίτλο τιμής για την κατηγορία. Είναι πάντως αυτή η ζωντάνια και αμεσότητα που σε συνεπαίρνει και σε κάνει αρχικά να αδιαφορήσεις για τους 10 λιγότερους ίππους και τα 6,1 χλγμ. ροπής σε σχέση με το Fiat. Άλλωστε, από τις 1.800 έως τις 4.500 σ.α.λ. ο 1.500άρης ντιζελοκινητήρας αποδεικνύεται απόλυτα γραμμικός, με πυκνή κλιμάκωση των 6 σχέσεων.
Θες το μεγαλύτερο πλάτος (1.796 έναντι 1.765 χλστ.), θες το μακρύτερο μεταξόνιο (2.570 έναντι 2.530 χλστ.), το Fiat σου δίνει την εντύπωση πως πατάει καλύτερα, παρέχοντας μάλιστα και ελαφρώς καλύτερη πρόσφυση στο βρεγμένο οδόστρωμα. Οι αναρτήσεις σίγουρα δεν έχουν τη σκληρότητα του Nissan, παίρνοντας και μεγαλύτερες κλίσεις στις στροφές, χωρίς όμως κάποια περαιτέρω επίπτωση στην οδική συμπεριφορά. Αυτό που θα λείψει στον οδηγό είναι ο όγκος πληροφορίας από το τιμόνι, η οποία μοιάζει -ακόμα και στην επιλογή Sport- κάπως τεχνητά υποβοηθούμενη. Άριστη, από την άλλη, η θέση οδήγησης, με καλή περιμετρική ορατότητα, ενώ ο κινητήρας των 1.598 κ.εκ. φανερώνει με έντονο τρόπο από τις 1.800 σ.α.λ. τη ροπή (32,6 χλγμ.) και τη δύναμή του (120 ίπποι). Διόλου παράξενο που υπερτερεί σε κάθε μέτρηση -παρ’ ότι κατά 87 κιλά βαρύτερο σύμφωνα με τη ζυγαριά μας-, με αποκορύφωμα όχι τόσο την επίδοση στην επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα (κατά 0,8 δλ.), όσο στις ρεπρίζ, όπου φανερώνει την ελαστικότητά του (30-50 με 3η σε 2,9 έναντι 3,3 δλ.) και καταγράφει διαφορές που πλησιάζουν έως και τα 3 δλ. (60-120 με 5η).
Επιπροσθέτως, είναι πιο ήσυχος -και καλύτερα μονωμένος- από αυτόν του Juke, αλλά και λιγότερο οικονομικός, αφού η μέση κατανάλωσή του φτάνει τα 7,3 λίτρα/100 χλμ., σε αντίθεση με τα 6,4 του ιαπωνικού SUV. Στα φρένα, τέλος, η ελάχιστη διαφορά του 1 μέτρου αποτυπώνει και την πραγματική αίσθηση που αποκομίζει κανείς από τα συστήματα πέδησης των δύο αυτοκίνητων, τα οποία είναι αποτελεσματικά και αξιόπιστα. Στο θέμα των χώρων, το Juke μπορεί να υπερτερεί ελάχιστα (κατά 4 λίτρα) στη χωρητικότητα του πορτ μπαγκάζ, διαθέτει όμως πιο περιορισμένους χώρους για τους πίσω επιβάτες και, κυρίως, χαμηλότερη οροφή, λόγω του σχεδιασμού του. Σε αυτό οφείλεται, δε, και το μικρό άνοιγμα των πίσω θυρών, που δυσχεραίνουν την επιβίβαση των πίσω επιβατών.
Όσον αφορά την εκτός δρόμου κίνηση τώρα, και τα δύο SUV θα μπορέσουν άνετα να κυκλοφορήσουν σε χωματόδρομους (με λίγη προσοχή στα χαμηλοπρόφιλα ελαστικά), ενώ ο 1 πόντος μεγαλύτερης απόστασης από το έδαφος και ο κοντός εμπρός πρόβολος θα προσφέρουν καλύτερη γωνία προσέγγισης για το Nissan (26 μοίρες, έναντι 21,3). Ωστόσο, στα προσόντα του 500Χ συγκαταλέγονται το Traction Plus, που του προσφέρει καλύτερη πρόσφυση σε λασπωμένο έδαφος, και οι ελαφρώς καλύτερες γωνίες ράμπας και φυγής.
Εν κατακλείδι…
Το Juke διατηρεί στο ακέραιο την αρχική γοητεία του, είναι οικονομικό σε κατανάλωση καυσίμου, έχει σπορτίφ αίσθηση και μια τεράστια γκάμα προσωποποίησης, που στη συγκεκριμένη ιδίως κατηγορία λέει πολλά. Το 500Χ, από την άλλη, φέρνει το νεανικό ενθουσιασμό, τους μεγαλύτερους χώρους, την καλύτερη θέση οδήγησης και τις καλύτερες επιδόσεις. Οπότε, για το 40% των υποψήφιων αγοραστών θα ήταν με απόλυτα ορθολογικά κριτήρια η λογική επιλογή. Ωστόσο, η πλειονότητα θα επιλέξει βάσει σχεδίασης, όπου τίθεται θέμα προσωπικών αξιών. Ας θυμηθούμε πως υπάρχουν τόσα στυλ ομορφιάς όσα οράματα ευτυχίας, ανεξάρτητα από τη μάρκα, το είδος και την καταγωγή των αυτοκινήτων. Άλλωστε, σύμφωνα με τον Ιλιά Έρενμπουργκ, «τα αυτοκίνητα δεν έχουν πατρίδα. Σαν τις μετοχές πετρελαίου και σαν τον αληθινό έρωτα, δε γνωρίζουν σύνορα. […] Το αυτοκίνητο ήρθε για να αποδείξει, ακόμα και στα πιο οπισθοδρομικά μυαλά, ότι η Γη είναι στρογγυλή, ότι η καρδιά είναι απλώς ένα ρομαντικό κατάλοιπο και ότι ο άνθρωπος έχει κρυμμένους μέσα του δύο μετρητές: ο ένας καταγράφει τα χιλιόμετρα και ο άλλος τα λεπτά»._ 4T
ΤΟ XΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Η τιμή της έκδοσης 1.6 ΜJT Cross Plus του Fiat 500X περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, και εκτός του off-road look, σύστημα πλοήγησης, ζάντες αλουμινίου 18 ιντσών, cruise control, διζωνικό αυτόματο κλιματισμό, σύστημα Start-Stop, το σύστημα traction plus, ταπετσαρίες με κομμάτια δέρματος, προβολείς ομίχλης και έξι αερόσακους. Η έκδοση αυτή κανονικά κοστίζει 26.200 ευρώ, προσφέρεται όμως, λόγω προωθητικής ενέργειας της αντιπροσωπείας, έναντι 24.770 ευρώ.
Η τιμή του Juke 1.5 dCi, στην έκδοση Acenta Con, που είχαμε στη διάθεσή μας, ξεκινά από τα 20.080 ευρώ και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων έξι αερόσακους, κάμερα οπισθοπορείας, ζάντες αλουμινίου 17 ιντσών, προβολείς ομίχλης, φώτα ημέρα LED, οθόνη αφής, σύστημα δορυφορικής πλοήγησης και ηχοσύστημα Nissan Connect. Έξτρα χρεώνονται οι επιλογές προσωποποίησης του αυτοκινήτου της δοκιμής μας (ζάντες 18 ιντσών, χρώματα στο εσωτερικό, αυτοκόλλητα κτλ.).
NISSAN JUKE 1.5D
ΥΠΕΡ/ΣΠΟΡΤΙΦ ΑΙΣΘΗΣΗ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ/ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΚΑΤΑ/ΧΩΡΟΙ
FIAT 500X 1.6 ΜΤJ
ΥΠΕΡ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΧΩΡΟΙ/ΘΕΣΗ ΟΔΗΓΗΣΗΣ
ΚΑΤΑ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ