Φινέτσα και στιλ. Πρόκειται για δύο λέξεις οι οποίες, σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη μας κι αν ειπωθούν, αν μη τι άλλο, παραπέμπουν σε μία και μόνο χώρα: τη γειτονική μας Ιταλία.
ΔΥΟΜΙΣΙ δεκαετίες νωρίτερα, η Fiat, με τα σήματα της Autobianchi -αρχικά- για την εγχώρια αγορά και της Lancia για την υπόλοιπη Ευρώπη, λάνσαρε το Υ10, ένα αυτοκίνητο πόλης το οποίο ξεχώριζε, συγκριτικά με ό,τι ανταγωνιστικό κυκλοφορούσε στην κατηγορία, για την πολυτέλεια που έκρυβε στο εσωτερικό του. Η ιδέα βρήκε ανταπόκριση από το κοινό, και δη από το γυναικείο φύλο, που ανέκαθεν στην πλειονότητά του δεν ενδιαφερόταν για επιδόσεις, ανταποκρινόταν όμως στην ιδέα του μεταφορικού μεν, σικάτου δε μέσου. Το στιλ και ο εξοπλισμός εκείνου του μικρού έμελλε να χαρακτηρίσουν κάθε επόμενη γενιά του, οπότε αισίως σήμερα, ύστερα από περίπου μισό εκατομμύριο πωλήσεις, φτάσαμε στην τέταρτη γενιά του ιταλικού μικρού, η ονομασία του οποίου πλέον αναγράφεται ολογράφως ως «Ypsilon».
Extended
Πάντα οι πρόγονοι του Ypsilon βασίζονταν σε ένα μοντέλο του Gruppo σε ό,τι αφορά το δάπεδο, υιοθετούσαν υπάρχουσες λύσεις για τα μηχανικά μέρη και εφάρμοζαν ό,τι καλύτερο είχε να δώσει το σχεδιαστικό τμήμα του ομίλου στο εξωτερικό τους και στο χώρο των επιβατών. Συνήθως πίσω από το καλούπι κρυβόταν ένα Panda. Ανάλογα, σήμερα ως δάπεδο έχει χρησιμοποιηθεί η πλατφόρμα Mini της Fiat, πάνω στην οποία από το Panda του 2003 έως τώρα έχουν πατήσει ουκ ολίγα μοντέλα, μεταξύ των οποίων το «500», από την γκάμα του οποίου έχουν αντληθεί και τα περισσότερα μηχανικά μέρη για το Ypsilon.
Αναμενόμενα, ατού και αυτού του Ypsilon αποτελεί η έμφαση που έχει δοθεί στο σχεδιασμό εντός, και κυρίως σε αυτόν του ταμπλό, τα υλικά του οποίου, χωρίς να διεκδικούν δάφνες για την ποιότητά τους (μαλακά στο άνω μέρος, αλλά λεπτά και σκληρά στην κεντρική κονσόλα), σαφέστατα αποπνέουν εκλεπτυσμένη πολυτέλεια. Αυτό, άλλωστε, είναι και το χαρακτηριστικό… γνησιότητας κάθε Ypsilon.
Εξαιρώντας το πρώτο Υ10, που ίσως ψάχνοντας ακόμα την ταυτότητά του κυκλοφόρησε τόσο σε τετρακίνητη όσο και σε έκδοση Turbo, οι επόμενες γενιές, έχοντας ασπαστεί πλήρως τον τίτλο του αυτοκινήτου πόλης, υπήρξαν πιο προσγειωμένες ως προς τις επιλογές κινητήρων. Με τις επιδόσεις πάντα σε δεύτερη μοίρα, την εκάστοτε γκάμα συνέθεταν κινητήρες που έβαζαν την οικονομία σε πρώτο πλάνο. Οικονομία όχι μόνο στην κατανάλωση, αλλά και στην κτήση.
Στην πράξη ο TwinAir με το Start & Stop (στάνταρντ σε όλους του κινητήρες) καλείται να αντεπεξέλθει στο αμάξωμα των 1.051 κιλών (λιγότερο από τόνο το «500»), με το αποτέλεσμα σε επίπεδο κατανάλωσης να κυμαίνεται στα 8,5 λίτρα/100 χλμ., τιμή σαφώς καλή, αλλά όχι κορυφαία για την κατηγορία. Το λόγο, εκτός από το αυξημένο βάρος του αμαξώματος, αναζητήστε τον και στη γενικότερη λειτουργία του συνόλου, το οποίο, αν και στα χαρτιά φαίνεται να αποδίδει το μέγιστο της ροπής του στις 1.500 σ.α.λ., στην πραγματικότητα «ξυπνάει» μετά τις 2.500 σ.α.λ. και μπορεί να ανεβάζει μέχρι τις 5.500 σ.α.λ., σε αυτοκινητόδρομο δηλαδή, όπου το Ypsilon «μαζεύει» με άνεση χιλιόμετρα. Σε αυτό το φάσμα αποδίδει ως κινητήρας σαφώς μεγαλύτερου κυβισμού, και μόνο ο τραχύς ήχος των 2 κυλίνδρων υπενθυμίζει την πραγματικότητα κάτω από το καπό. Από εκεί και πέρα, ο οδηγός του Ypsilon τουλάχιστον εντός πόλης θα χρειαστεί συχνά να καταφύγει στην 3η σχέση, αφού με μία πάνω ο κινητήρας θα κρεμάει στις χαμηλές ταχύτητες, και άρα στροφές. Αυτό σε ό,τι έχει να κάνει με το μηχανικό 5άρι κιβώτιο του αυτοκινήτου της δοκιμής, και αναμένουμε να δούμε πώς αντεπεξέρχεται το ημιαυτόματο ΜΤΑ στο συγκεκριμένο αμάξωμα.
[[PAGEBREAK]]
Originale
Ypsilon θα μπορούσε να σημαίνει και άνεση. Η κατηγορία δεν έχει να επιδείξει τίποτα πιο άνετο, και εδώ το ρόλο τους παίζουν τα ΜακΦέρσον εμπρός και ο ημιάκαμπτος πίσω, που με τη μοναδικά μαλακή τους ρύθμιση ισιώνουν τα πάντα στο πέρασμα του ιταλικού μικρού. Αν αυτό ήταν το στοίχημα, σίγουρα έχει κερδηθεί, και μέχρι εκεί δεν υπάρχει η παραμικρή ένσταση ούτε για την ελλιπή πλευρική στήριξη των ομολογουμένως άνετων καθισμάτων ούτε για τις χοντρές ακτίνες του τιμονιού, που δεν αφήνουν τον οδηγό να τοποθετεί τους αντίχειρές του σωστά στη στεφάνη.
Ωστόσο, ο τίτλος «αυτοκίνητο πόλης» δε σημαίνει παραίτηση από οτιδήποτε άλλο, και εδώ η ένσταση έχει να κάνει με μια γενικότερη ανομοιογένεια στη συμπεριφορά του Ypsilon. Σε κλειστές στροφές η μαλακή ανάρτηση έχει ως συνέπεια αυξημένες κλίσεις του ψηλόλιγνου αμαξώματος, το οποίο αρχικά υποστρέφει, ενώ, αν ο οδηγός σηκώσει το πόδι από το γκάζι για να διορθώσει, πολλές φορές θα νιώσει την ουρά του αυτοκινήτου να ανασηκώνεται, και μάλιστα όχι προοδευτικά. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν μιλάμε για ελεγχόμενες καταστάσεις, το γεγονός είναι πως σε ένα αυτοκίνητο όπου η προσοχή στη λεπτομέρεια είναι πασιφανής, παραμένει μυστήριο και μέγα φάουλ το ότι το ESP, πλην της έκδοσης με το ημιαυτόματο κιβώτιο, διατίθεται μόνο ως έξτρα!
Tutti Lancia
Παλαιότερα Lancia σήμαινε αυτοκίνητα συγκινήσεων. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη, όμως, αφού εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες τη σκυτάλη σε ό,τι αφορά το γίγνεσθαι των ιταλικών μοντέλων πήραν η άνεση και η αίσθηση πολυτέλειας. Κλασικός εκπρόσωπος αυτών των αξιών το νέο Ypsilon, έρχεται όχι για να ταράξει τα νερά, αλλά για να αποτελέσει την άλλη όψη του νομίσματος σε μια κατηγορία όπου τα αυτοκίνητα, διαθέτοντας τα απολύτως απαραίτητα για την καθημερινότητα του οδηγού, θεωρούνται τίμια. Εδώ, πέραν αυτών, το Lancia Ypsilon έχει να προσθέσει στα χαρακτηριστικά του τη μοναδική προσωπικότητα και το απαράμιλλο ιταλικό στιλ, «συσκευασμένα» σε ένα πάνω απʼ όλα άνετο αμάξωμα, στοιχεία στα οποία φαίνεται να ποντάρει και η νέα ελληνική αντιπροσωπεία, που στοχεύει στο 4% της εν λόγω αγοράς μέσα στα επόμενα τρία χρόνια – από το 1,2% που κατείχε η τρίτη γενιά του μικρού της Lancia.
LANCIA YPSILON 0.9 TwinAir (85 PS)
ΥΠΕΡ/ΑΙΣΘΗΣΗ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ/ΑΝΕΣΗ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
ΚΑΤΑ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΑΠΡΟΘΥΜΙΑ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ 2.500 Σ.Α.Λ./ΑΠΟΔΟΣΗ ΦΩΤΩΝ
ΜΑΣ ΑΡΕΣΕ
– Η ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ
– ΝΑ ΕΧΕΙ ESP ΣΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ