Η BMW παντρεύει την καθαρόαιμη σπορ φιλοσοφία του γράμματος «Μ» με τις ιδιαιτερότητες ενός μεγάλου SUV και δημιουργεί την πιο δυνατή και γρήγορη τετρακίνητη BMW παραγωγής μέχρι σήμερα.
Η Χ6 Μ ΕΙΝΑΙ ένα ψηλό, βαρύ, υπερτροφοδοτούμενο και τετρακίνητο μοντέλο. Έχει δηλαδή όλα αυτά τα στοιχεία για τα οποία πριν από κάποια χρόνια οι άνθρωποι της BMW θα έπαιρναν όρκο πως δεν πρόκειται να συνυπάρξουν με ένα μοντέλο του Μ Division. Ποτέ μη λες ποτέ, όμως, οπότε η υπερτροφοδότηση κατέκτησε και το πιο σκληροπυρηνικό οχυρό των Μ3 και Μ4, ενώ όλο και πληθαίνουν οι φήμες πως η επόμενη Μ5 θα σπάσει την παράδοση, αποκτώντας τετρακίνηση. Όταν μάλιστα η ζήτηση δημιουργεί χώρο ακόμα και για προτάσεις που αγγίζουν την υπερβολή, τότε η αυτοκινητοβιομηχανία υπακούει, και τα τμήματα R&D δημιουργούν ακόμα και κόντρα στη λογική που ορίζουν οι νόμοι της φυσικής.
Κάπως έτσι προέκυψαν οι σπορ εκδόσεις υψηλών επιδόσεων ακόμα και θηριωδών SUV, με την BMW να ανανεώνει σήμερα το οπλοστάσιό της με τη νέα Χ6 Μ, η οποία και τοποθετείται στην κορυφή της γκάμας της νέας γενιάς Χ6, που παρουσιάστηκε το περασμένο καλοκαίρι.
Ολική αναβάθμιση
Η οπτική διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν δεν είναι η πλέον ενδεικτική των πραγματικών αλλαγών που κουβαλά το νέο μοντέλο, και σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στο ότι η νέα γενιά Χ6 αποτελεί ουσιαστικά μια εξέλιξη της προηγούμενης, και όχι κάτι σχεδιασμένο σε λευκό χαρτί. Εξού και η διατήρηση των αναλογιών της σιλουέτας, όπως και η ανεπαίσθητη αύξηση των διαστάσεων, με εξαίρεση το μεταξόνιο, που έχει παραμείνει αμετάβλητο. Ωστόσο, παρά την όποια αύξηση του όγκου, η νέα Χ6 Μ, όπως και οι υπόλοιπες Χ6, έχει ένα μικρό πλεονέκτημα σε βάρος, όντας 30 κιλά ελαφρύτερη από την προηγούμενη, κυρίως χάρη σε νέα υλικά και τεχνολογίες κατεργασίας που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του πλαισίου. Βέβαια, τα παραπάνω δε σημαίνουν πως η εικόνα δε δείχνει πιο φρέσκια, ενώ, παρά την έλλειψη ριζικών αλλαγών, έχει αποκτήσει ένα ακόμα πιο μυώδες και αθλητικό ύφος. Σε αυτό συμβάλλουν τόσο τα τονισμένα πλαϊνά νεύρα που διατρέχουν το αμάξωμα όσο και ο βαθύς εμπρός προφυλακτήρας, οι κάθετοι αεραγωγοί στα εμπρός φτερά και στον πίσω προφυλακτήρα, καθώς και οι αεροδυναμικά σχεδιασμένοι καθρέφτες.
Βέβαια, πολύ περισσότερα είναι αυτά που δεν μπορεί να συλλάβει η ματιά και που τελικά διαδραματίζουν τον πιο βασικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των δυνατοτήτων της κατασκευής. Σε ορισμένα σημεία, μάλιστα, ακόμα και η ανάγνωση κάποιων προδιαγραφών δεν είναι αρκετή για να φανερώσει τη δουλειά που έχει γίνει σε κάθε πιθανό μηχανολογικό τομέα. Πάρτε για παράδειγμα τον κινητήρα, που διατηρεί τη χωρητικότητα των 4,4 λίτρων της προηγούμενης γενιάς, όπως και βασικά δομικά και λειτουργικά στοιχεία, σαν τη V8 διάταξη, τους δύο twin-scroll υπερτροφοδότες (ένας σε κάθε σειρά κυλίνδρων) καθώς και το σύστημα Valvetronic μεταβλητού χρονισμού και βυθίσματος των βαλβίδων αλλά και τον άμεσο ψεκασμό με πίεση λειτουργίας 200 bar.
Ωστόσο, ο νέος κινητήρας είναι σημαντικά ωφελημένος σε ευστροφία και απόκριση από τη μείωση των κινούμενων μαζών, ενώ υποστηρίζεται και από ένα εντελώς νέο σύστημα ψύξης με διπλό κύκλωμα για χαμηλά και υψηλά φορτία, το οποίο χρησιμοποιεί συνολικά δέκα ψυγεία και πέντε αντλίες, φροντίζοντας για την ψύξη κινητήρα, μετάδοσης και κιβωτίου. Τα παραπάνω έχουν κάνει δυνατή την αύξηση της απόδοσης από τους 555 ίππους της προηγούμενης έκδοσης στους 575 ίππους, με μια ακόμα πιο σημαντική αύξηση της ροπής, κατά 10%, αγγίζοντας πλέον τα 76,5 χλγμ.! Τιμές που χαρίζουν στη νέα Χ6 Μ τον τίτλο της πιο δυνατής τετρακίνητης BMW παραγωγής μέχρι σήμερα και που, παρά τους 2,3 τόνους βάρους, υπόσχονται εκρηκτικές επιδόσεις, όπως τα μόλις 4,2 δλ. για την εκτόξευση στα 100 χλμ./ώρα από στάση και τα 22,6 δλ. για την κάλυψη του πρώτου χιλιομέτρου.
Για την επίτευξη αυτών των επιδόσεων σημαντικό ρόλο παίζει και το νέο κιβώτιο, με την Χ6 Μ να μην ακολουθεί το παράδειγμα των Μ3 και Μ4, που χρησιμοποιούν το κιβώτιο διπλού συμπλέκτη Μ DCT, αλλά να υιοθετεί το πιο ανθεκτικό σε τόσο υψηλή ροπή και συμβατό με την τετρακίνηση αυτόματο κιβώτιο Μ Steptronic 8 σχέσεων, έναντι των μόλις 6 της προηγούμενης γενιάς. Σαφώς μικρότερες, καθώς περιορίζονται στη διαφοροποίηση της χαρτογράφησης των διάφορων συστημάτων, είναι οι αλλαγές στην τετρακίνηση xDrive, καθώς και το σύστημα Dynamic Performance Control που την πλαισιώνει. Έτσι, η κατανομή της ισχύος μεταξύ του εμπρός και του πίσω άξονα ρυθμίζεται συνεχώς μέσω ηλεκτρονικά ελεγχόμενου πολύδισκου συμπλέκτη και, παρά την κλασική στις BMW προεπιλογή που δίνει προτεραιότητα στη μεταφορά περισσότερης ροπής στους πίσω τροχούς, εάν οι συνθήκες το απαιτήσουν, τότε ακόμα και το 100% της ισχύος μπορεί να διοχετευτεί μόνο σε έναν από τους δύο άξονες. Την ίδια στιγμή, το σύστημα Dynamic Performance Control, προσομοιάζοντας τη λειτουργία διαφορικού περιορισμένης ολίσθησης, ελέγχει συνεχώς την πρόσφυση και την ταχύτητα των πίσω τροχών, ρυθμίζοντας ανεξάρτητα τη ροπή που φθάνει σε καθέναν από αυτούς.
Σε συνδυασμό με τα παραπάνω, το σύστημα ελέγχου της ευστάθειας DSC -όπως σε όλα τα μοντέλα Μ- διαθέτει και τη ρύθμιση MDM, στην οποία η επέμβαση είναι πιο διακριτική, επιτρέποντας μέχρι ένα βαθμό την απώλεια πρόσφυσης και το γλίστρημα των τροχών, ενώ μπορεί να απενεργοποιηθεί και πλήρως, αφήνοντας τον έλεγχο αποκλειστικά στον οδηγό. Στη διάθεση του τελευταίου βρίσκεται το αναβαθμισμένο σύστημα διεύθυνσης, που πλέον διαθέτει ηλεκτρική υποβοήθηση με δυνατότητα επιλογής μεταξύ τριών προγραμμάτων χαρτογράφησης, Comfort, Sport και Sport+, τα οποία μεταβάλλουν ανάλογα το βάρος του τιμονιού και την πληροφόρηση που αυτό μεταφέρει.
Φυσικά, οι αλλαγές δε θα μπορούσαν να λείπουν από τον καθοριστικό για το πάτημα τομέα της ανάρτησης, η οποία μοιράζεται με το απερχόμενο μοντέλο την ίδια αρχιτεκτονική, καθώς και το σύστημα των ενεργών, ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενων αμορτισέρ. Ωστόσο, η εμπρός διάταξη διπλών ψαλιδιών διαθέτει νέα άνω ψαλίδια, που προσφέρουν μεγαλύτερη γωνία κάμπερ, καθώς και αναβαθμισμένα κινηματικά χαρακτηριστικά, για μείωση των μεταβολών της γεωμετρίας υπό φόρτιση, ενώ έχουν τοποθετηθεί πιο σφιχτά ελατήρια και πιο σκληροί ελαστικοί σύνδεσμοι τόσο εμπρός όσο και πίσω. Επίσης, την κατάλληλη φροντίδα έχουν δεχθεί και τα φρένα, με την επιφάνεια επαφής στα εμπρός τακάκια να έχει αυξηθεί κατά 50% σε σχέση με του προηγούμενου μοντέλου, ενώ την ίδια στιγμή η χρήση νέων κραμάτων μετάλλου στους δίσκους έχει επιφέρει μια μείωση του βάρους της τάξης των 1,6 κιλών. Τέλος, το νέο μοντέλο, εκτός από τους στάνταρντ τροχούς 20 ιντσών, μπορεί να εξοπλιστεί και με τροχούς 21 ιντσών, οι οποίοι συνδυάζονται με ειδικά εξελιγμένα για την Χ6 Μ ελαστικά της Michelin.
Βουτιά στα βαθιά
Μαθαίνοντας πως ως επίκεντρο της παρουσίασης του νέου τους μοντέλου οι άνθρωποι της BMW επέλεξαν την πίστα της F1 Circuit of the Americas, στο Όστιν των ΗΠΑ, δεν αποφύγαμε τις σκέψεις για το πώς ένα ψηλό αυτοκίνητο που ξεπερνά τους 2 τόνους, ακόμα και με τις προδιαγραφές της X6 M, θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Τελικά φαίνεται πως στόχος των Γερμανών ήταν ακριβώς να τονίσουν τις ικανότητες του νέου μοντέλου στο κομμάτι της οδηγικής πιστότητας κάτω από τα πιο αυστηρά κριτήρια, που μόνο οι ακραίες απαιτήσεις της πίστας μπορούν να προσφέρουν. Και τη συγκεκριμένη πίστα μόνο φιλική και ευγενική για άνθρωπο και μηχανή δεν τη χαρακτηρίζεις, όταν απαιτεί το φρενάρισμα στο πουθενά στο χάσιμο της ευθείας εκκίνησης για την Κ1, για να σε ρίξει στη συνέχεια στο φίδι των διαδοχικών «g» στις Κ3-4-5 και την ανάποδη Κ6, ή όταν σε αναγκάζει να αναζητήσεις και το τελευταίο απόθεμα απόδοσης από τα φρένα στο τέλος της πίσω ευθείας, ώστε τα σχεδόν 250 χλμ./ώρα που δείχνει το ταχύμετρο της Χ6 Μ να πέσουν στα 80 χλμ./ώρα στην είσοδο της Κ12, που οριοθετεί το ξεκίνημα του πιο κλειστού τομέα της πίστας.
Πρόκειται για συνθήκες που μπορούν να θέσουν σε δοκιμασία ακόμα και τις πλέον καθαρόαιμες κατασκευές, οπότε δεν μπορούμε παρά να παραδεχτούμε την ευχάριστη έκπληξη που προκύπτει από μια πρόταση που σίγουρα δεν έχεις στο μυαλό ως πρώτη επιλογή για ένα track day, αλλά τελικά επιδεικνύει μια εξαιρετική προσαρμοστικότητα σε κάθε είδους περιβάλλον. Και βέβαια δεν περιμένεις οι οποιεσδήποτε συνθήκες στον ανοιχτό δρόμο να φέρουν σε δύσκολη θέση την X6 M, η οποία, εκτός από αφοπλιστική ταχύτητα, καταθέτει και μια αναβαθμισμένη εικόνα της άνεσης και της χρηστικής πλευράς της, όντας ωφελημένη από την αντικατάσταση των run flat ελαστικών της προηγούμενης γενιάς με συμβατικά.
Δεν μπορείς, όμως, παρά να υποκλιθείς στους Γερμανούς τεχνικούς όταν ανακαλύπτεις πως τελικά αυτή η αποτελεσματικότητα είναι παρούσα και μέσα στην πίστα. Σε κάθε περίπτωση, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η ωμή δύναμη που απελευθερώνεται σε κάθε βαθύ πάτημα του γκαζιού, κάνοντας τη βελόνα του ταχυμέτρου να προσπερνά με αμείωτο ρυθμό τις ενδείξεις ακόμα και μετά τα 200 χλμ./ώρα, τη στιγμή που το κιβώτιο κερδίζει άμεσα την εμπιστοσύνη τόσο με την ταχύτητα όσο και με την αμεσότητα της απόκρισής του, ακόμα και στο πιο οριακό κατέβασμα. Ωστόσο, αυτά δε θα ήταν αρκετά χωρίς την ανάλογη υποστήριξη από το πάτημα, που σε κάνει να χαμογελάς με τη σιγουριά που μεταφέρει και, κυρίως, με το ζύγισμα και την ομοιογένεια που διαθέτει ακόμα και στις συνεχείς εναλλαγές φόρτισης. Σαφώς και το βάρος δεν κρύβεται, όμως δε στερεί τη ζωντάνια από την απόκριση, τη στιγμή που ο έλεγχος και η ακρίβεια πίσω από κάθε κίνηση σε γεμίζουν εμπιστοσύνη σχετικά με τη διαχείριση κάθε αλλαγής των κινητικών δεδομένων κατά τον εγκάρσιο ή το διαμήκη άξονα.
Το τιμόνι έχει εξαιρετική επικοινωνία, ενώ σύντομα διαπιστώνεις πως η στόχευση έχει την ακρίβεια που περιμένεις από μια καθ’ όλα σπορ κατασκευή, τη στιγμή που η γεωμετρία, η τετρακίνηση και βέβαια τα τετράπαχα Michelin προσφέρουν μια σχεδόν ανεξάντλητη πρόσφυση, που κρατά την X6 M βιδωμένη στην επιλεγμένη τροχιά. Κερασάκι στην τούρτα τα φρένα, που σίγουρα είναι επιβαρυμένα με έναν από τους πιο δύσκολους ρόλους, αλλά εντέλει κερδίζουν το χειροκρότημα, τόσο με την απόδοση όσο και με τη διάρκεια και την αντοχή στην οριακή χρήση, αφού ακόμα και έπειτα από αρκετούς γύρους η μικρή αλλαγή στην αίσθηση του πεντάλ δε συνοδεύτηκε με καμία απολύτως μεταβολή της αποτελεσματικότητας.
Τι και αν δε μιλάμε, λοιπόν, για μια καθ’ όλα καθαρόαιμη σπορ έκφραση, αφού κάτι τέτοιο προϋποθέτει αρκετά διαφορετικά δεδομένα σε κατασκευαστικό επίπεδο. Η Χ6 Μ είναι ό,τι πλησιέστερο μπορεί να υπάρξει σε αυτήν την εικόνα κάτω από τους περιορισμούς που συνεπάγεται ένα SUV, υποστηρίζοντας μάλιστα ιδανικά τη φιλοσοφία που βρίσκεται πίσω από το γράμμα «Μ», ακόμα και στο πλέον απόλυτο περιβάλλον._ Γ. Χ.
BMW X6 M
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ 4.4 V8 TwinPower Turbo
ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ 575 ίπποι/6.000-6.500 σ.α.λ.
ΜΕΓ. ΡΟΠΗ 76,5 χλγμ./2.200-5.000 σ.α.λ.
ΜΕΤΑΔΟΣΗ Στους 4 τροχούς
ΚΙΒΩΤΙΟ Αυτόματο Μ Steptronic 8 σχέσεων
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ Διπλά ψαλίδια, ρυθμιζόμενα αμορτισέρ, αντιστρεπτική
ΠΙΣΩ Πολλαπλών συνδέσμων, ρυθμιζόμενα αμορτισέρ, αντιστρεπτική
ΔIAΣTAΣEIΣ
MHK.xΠΛ.xYΨ. 4.880×1.985×1.754 χλστ.
METAΞONIΟ 2.933 χλστ.
BAPOΣ 2.275 κιλά
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ*
0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ 4,2 δλ.
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ 280 χλμ./ώρα
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ 11,1 λίτρα/100 χλμ.
ΕΚΠΟΜΠΗ CO2 258 γρ./χλμ.
*ΤΙΜΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: FABIAN KIRCHBAUER