Όταν η διαχρονική ομορφιά μιας Alfa Romeo συναντά την ελκυστική τευτονική απλότητα μιας BMW, τα συναισθήματα χτυπάνε κόκκινο - διόλου παράξενο πως και οι δύο είναι γένους θηλυκού.
Πέρα, όμως, από τα υποκειμενικά κριτήρια, που δεν αφήνουν περιθώρια συζήτησης, υπάρχουν αντικειμενικά, μετρήσιμα στοιχεία, τα οποία δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Με το ένα χέρι, λοιπόν, στην καρδιά και το άλλο στους αριθμούς, προκύπτει η ωραία της ημέρας μεταξύ των Giulia και 420d Gran Coupe. Ήταν η είδηση που χρόνια περίμεναν οι Alfisti. Τα ιταλικά αυτοκίνητα παρέμεναν πάντα όμορφα, αλλά τους έλειπε ο χαρακτήρας, που σε παλιότερες δεκαετίες αποτέλεσε ένα από τα βασικά συστατικά της επιτυχίας, τόσο στα αγωνιστικά τερέν όσο και στην καθημερινότητα των κοινών θνητών. Οι ιθύνοντες έκαναν με την Giulia το μεγάλο βήμα για την επιστροφή της εταιρείας στα ιδανικά της, εξελίσσοντας το πρώτο πισωκίνητο μοντέλο μετά το 1992, όταν και σταμάτησε η παραγωγή της «75». Οι προσδοκίες μεγάλες από ένα μοντέλο-σταθμό, το οποίο, μαζί με την 4C και τη Stelvio, σηματοδοτεί τη μεγάλη αντεπίθεση του Ιταλού κατασκευαστή με μια σειρά νέων μοντέλων, με συνολικές επενδύσεις που φτάνουν τα 5 δισ. ευρώ. Φυσικά, η επιστροφή της Giulia (καθόλου τυχαία και η επιλογή του ονόματος από το ένδοξο παρελθόν) δεν είναι σπαρμένη με ροδοπέταλα. Ενώ η Alfa βίωνε την κρίση… ταυτότητας, οι ανταγωνιστές δε σπαταλούσαν το χρόνο τους. Η BMW, για παράδειγμα, ο κατεξοχήν σπορ-premium κατασκευαστής που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι Ιταλοί, έχει κάνει την πίσω κίνηση σημαία του, επενδύοντας πάνω στον ιδιαίτερο χαρακτήρα και στην ξεχωριστή οδική συμπεριφορά που αυτή προσφέρει. Τι κι αν οι Βαυαροί έβαλαν τα τελευταία χρόνια νερό στο κρασί τους προς χάριν των μικρότερων μαζικών μοντέλων τους; Η ταύτιση με την πίσω κίνηση και τη χαρά της οδήγησης είναι απόλυτη και αδιαπραγμάτευτη. Όμως και στον τομέα της εμφάνισης έχουν γίνει τεράστια βήματα προόδου: κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι μια BMW, και ιδίως η σειρά 4 Gran Coupe, δεν είναι θελκτική, καθώς έλκει την ομορφιά της όχι από τον ευκαιριακό εντυπωσιασμό, αλλά από τη διαχρονική της ταυτότητα.
Περί ορέξεως…
Εμφάνιση: το πρώτο κριτήριο επιλογής αυτοκινήτου σύμφωνα με τις έρευνες αγοράς. Παρκάροντας δίπλα δίπλα Giula και Σειρά 4, οι απόψεις διίστανται και οι συζητήσεις μπορούν να διαρκέσουν επ’ άπειρον. Στα κοινά χαρακτηριστικά συγκαταλέγονται οι επιθετικές γραμμές, ο σχεδιαστικός συνδυασμός σεντάν και κουπέ και οι φινετσάτες πινελιές. Πιο φαρδιά δείχνει και είναι η Giulia (κατά 35 χλστ.), που πατά πάνω σε 18άρες μαύρες ματ ζάντες, είναι οριακά μακρύτερη (5 χλστ.) και ψηλότερη (7 χλστ.), ενώ υπερτερεί και κατά 10 χλστ. στο μεγάλο μεταξόνιο των 2.820 χλστ. Από εκεί και πέρα, είναι σίγουρα τα προσωπικά κριτήρια που καλούνται να δώσουν την τελική απάντηση ως προς την ανάδειξη του ομορφότερου μοντέλου. Στο εσωτερικό η ποιότητα είναι έκδηλη στην «4άρα» BMW, με μαλακά πλαστικά, νέα γυαλιστερά φιλέτα στην κεντρική κονσόλα και τον εντυπωσιακό (έξτρα) ψηφιακό πίνακα οργάνων να κλέβουν την παράσταση, όλα με συναρμολόγηση υπεράνω κριτικής. Αυτές είναι ορισμένες από τις αλλαγές που υπέστη η Gran Coupe κατά το facelift στην αρχή του τρέχοντος έτους. Επιπλέον σημειώνουμε το αναβαθμισμένο σπορ τιμόνι και το σύστημα πλοήγησης Professional με νέα μενού, τα νέα υφάσματα με διπλές ραφές στον πίνακα οργάνων, που συμπληρώνονται εξωτερικά από τους στάνταρντ διπλούς LED προβολείς (προαιρετικά διατίθενται και ενεργοί), τους LED προβολείς ομίχλης, τον ενιαίο κάτω αεραγωγό στη μάσκα και τις νέες ζάντες. Βελτιωμένη είναι, τέλος, και η ανάρτηση του νέου μοντέλου.
Περνώντας και πάλι στο εσωτερικό, οι χώροι για τους πίσω επιβάτες είναι καλοί για την κατηγορία -με το κεντρικό τούνελ να κλέβει χώρο και στα δύο πισωκίνητα μοντέλα-, και μόνο οι πολύ ψηλοί θα νιώσουν περιορισμένοι από την οροφή του αυτοκινήτου. Στην Giulia, η οποία ήταν εξοπλισμένη με διπλή ηλιοροφή, τα κεφάλια των πολύ ψηλών πίσω επιβατών θα βρουν στην οροφή, αλλά ο χώρος για τα πόδια τους είναι οριακά μεγαλύτερος (το επιπλέον μεταξόνιο γαρ). Μοντέρνο είναι και εδώ το εσωτερικό, με πινελιές από το ένδοξο παρελθόν, όπως μαρτυρά το σχήμα του πίνακα οργάνων, αλλά δε νιώθεις πως έχει προσεχθεί και η τελευταία λεπτομέρεια, όπως στην «420». Υπάρχουν σημεία με σκληρό πλαστικό, ενώ τα καθίσματα θα χρειάζονταν μεγαλύτερη βάση, περισσότερες ρυθμίσεις και καλύτερη πλευρική στήριξη. Ένα καλό παράδειγμα των διαφορών εντοπίζεται στον επιλογέα του αυτόματου κιβωτίου. Παρόλο που τα δύο αυτοκίνητα εφοδιάζονται με το ίδιο ακριβώς κιβώτιο (το εξαιρετικό 8άρι της ZF), η αίσθηση στη χρήση του επιλογέα είναι διαφορετική, προφανώς εξαιτίας των επιλεγμένων υλικών. Κάτι ανάλογο προκύπτει στο χώρο αποσκευών: ενώ και τα δύο αυτοκίνητα προσφέρουν χωρητικότητα 480 λίτρων, το πορτ μπαγκάζ της Giulia είναι αισθητά στενότερο, με ψηλότερο κατώφλι και μια καθόλου σταθερή πέμπτη πόρτα, η οποία δε στηρίζεται με αμορτισέρ. Τέλος, ενώ αμφότερα διαθέτουν περιστροφικό μπουτόν ελέγχου πολυμέσων, αυτό του γερμανικού αυτοκινήτου είναι σαφώς καλύτερο, αλλά και το ίδιο το σύστημα πολυμέσων πιο εύχρηστο.
Στο δρόμο
Καιρός για δράση, και επικεντρωνόμαστε στα της οδήγησης σημαντικά. Κάτω από τα καπό θα βρούμε δύο 4κύλινδρους τουρμποντίζελ, 2.143 και 1.995 κ.εκ. για Alfa και BMW, αντίστοιχα. Παρά τη μικρότερη χωρητικότητα, το γερμανικό σύνολο υπερτερεί σε απόδοση ισχύος (190 αντί 180 ίππων), όμως ο υποτετράγωνος ιταλικός κινητήρας παράγει 50 Nm επιπλέον ροπής (450 αντί 400 Nm), στον ίδιο μάλιστα αριθμό στροφών (1.750 σ.α.λ.). Είναι γραμμικός και γεμάτος στις χαμηλομεσαίες στροφές, αν και μετά τις 3.700 σ.α.λ. δείχνει να κομπιάζει κάπως. Καταφέρνει, όμως, να κινήσει με απίστευτη άνεση τα 1.445 κιλά του αμαξώματος (ας είναι καλά η εκτενής χρήση αλουμινίου και ο άξονας μετάδοσης από ανθρακονήματα). Λίγο πιο ελαστικός χαμηλά, πιο σφριγηλός, αλλά και αρκετά πιο θορυβώδης είναι ο 2λιτρος ντίζελ της BMW, που καταφέρνει να αντιπαρέλθει τα 95 κιλά επιπλέον βάρους χάρη στην κοντύτερη τελική σχέση μετάδοσης – όπως προαναφέρθηκε, τα 8άρια κιβώτια είναι πανομοιότυπα, ακόμα και στις σχέσεις μετάδοσης· διαφέρει μόνο η σχέση του διαφορικού. Αναμενόμενο, λοιπόν, το γεγονός της σχεδόν απόλυτης ταύτισης των επιδόσεων των δύο αυτοκινήτων: 7,7 δλ. για τα 0-100 χλμ./ώρα, 15,6 δλ. για τα 0-400 μ. και μόλις 0,1 δλ. διαφορά υπέρ της BMW στο χιλιόμετρο από στάση. Αντίστοιχα, πολύ κοντά βρίσκονται και οι ρεπρίζ, με την «420» να έχει ελαφρύ προβάδισμα στα 30-50 χλμ./ώρα με 3η (2,0 έναντι 2,2) και στα 80-110 χλμ./ώρα με 4η (4,0 και 4,2), ενώ στην ίδια ταχύτητα με 5η η Giulia παίρνει το προβάδισμα με 0,1 δλ. (4,4 έναντι 4,5). Απόλυτη ισοπαλία στα 120-140 χλμ./ώρα με 6η και 7η, στα 4,5 και 5,5 δλ., αντίστοιχα. Τέλος, ελαφρύ είναι το προβάδισμα της Alfa στα φρένα, αφού ακινητοποιείται 0,6 μ. νωρίτερα της 420d.
Έχοντας πλέον εμπεριστατωμένη ιδέα για τις δυνατότητες των δύο κινητήρων, εξορμούμε στον επαρχιακό δρόμο για να ανακαλύψουμε και τους πραγματικούς χαρακτήρες τους. Το πρώτο που σου προξενεί εντύπωση είναι πόσο γρήγορο και άμεσο είναι το τιμόνι της Alfa. Μοιάζει να στρίβει με τη σκέψη, βοηθώντας τόσο σε στάθμευση και αναστροφή εντός πόλης, όσο και στην τοποθέτηση στην ιδανική γραμμή στις πιο γρήγορες διαδρομές, και μόνο λίγο επιπλέον βάρος του λείπει. Σε συνδυασμό με την πολύ καλή ανάρτηση, διαγράφει με απόλυτη ακρίβεια την επιλεγμένη τροχιά, χωρίς να επηρεάζεται από τις μικρές κλίσεις του αμαξώματος ή τις ανωμαλίες του οδοστρώματος. Ακόμα και σε γλιστερό οδόστρωμα, η τροχιά της Giulia θα ανοίξει, διατηρώντας όμως ακλόνητα την προδιαγεγραμμένη πορεία. Πολύ διακριτικά θα επέμβει το σύστημα ελέγχου ευστάθειας, που θα γίνει αντιληπτό μόνο από την αργή απόκριση του πεντάλ γκαζιού, όταν θα φιμωθεί από τα ηλεκτρονικά συστήματα. Το κακό είναι πως εκεί που σε «φτιάχνει» με το δυνατό κινητήρα, με τα υπέροχα αλουμινένια paddles αλλαγής ταχυτήτων (που θυμίζουν Maserati) και, φυσικά, με την πίσω κίνηση, εκεί σε αφήνει και στα… κρύα του λουτρού, αφού δε διαθέτει μπουτόν απενεργοποίησης των συστημάτων πρόσφυσης και ευστάθειας, απαγορεύοντάς σου κάθε σκέψη περαιτέρω διασκέδασης. Πάντως, η επιτυχία των Ιταλών έγκειται στο γεγονός πως κατάφεραν αυτήν τη φορά να παντρέψουν την οδική συμπεριφορά με την άνεση, αφού η ανάρτηση, αν και έχει μια σχετικά σφιχτή αίσθηση (εδώ ευθύνονται και τα run-flat ελαστικά), καταφέρνει να ξεπεράσει ατσαλάκωτη τις ανωμαλίες του ελληνικού οδοστρώματος.
Η διαφορά της ανάρτησης της Gran Coupe είναι ότι, αν και παραδοσιακά τα καταφέρνει εξίσου καλά στο σπαγκάτο μεταξύ άνεσης και οδικής συμπεριφοράς, διαθέτει και αξιοζήλευτη ποιότητα κύλισης, που την κατατάσσει στην κορυφή της κατηγορίας. Μπαίνοντας στην 420d, έχεις την αίσθηση πως μπορείς να διανύσεις άπειρα χιλιόμετρα με την ελάχιστη δυνατή καταπόνηση. Το σωστό σε βάρος και διάμετρο στεφάνης τιμόνι μπορεί να μην είναι τόσο άμεσο όσο αυτό της Giulia, είναι όμως γρήγορο και σε βοηθά να ελέγξεις με ακρίβεια την κίνηση του πίσω άξονα, όταν έχεις απενεργοποιήσει τα ηλεκτρονικά συστήματα υποβοήθησης. Η ισορροπημένη συμπεριφορά της BMW και το καλό ζύγισμα σού δίνουν αυτοπεποίθηση, και μπορείς και σε αυτήν την περίπτωση να κινηθείς εξίσου γρήγορα και προβλέψιμα, αλλά και με επιπλέον μπόνους διασκέδασης. Ίσως λίγο καλύτερη αίσθηση να ζητούσαμε εδώ από το πεντάλ φρένου, μιας και η αποτελεσματικότητα δεν αφήνει παράπονα. Για το 8άρι αυτόματο κιβώτιο δε χρειάζεται παρά να απονείμουμε και πάλι τα εύσημα: εξαιρετικό στις αλλαγές, γρήγορο και ταυτόχρονα άνετο, με χειροκίνητη λειτουργία που δεν αλλάζει τις σχέσεις στον κόφτη και στα δύο αυτοκίνητα. Όσο για την κατανάλωση, ανακαλύψαμε πως αμφότερα μπορούν, όταν οδηγηθούν συνετά στον αυτοκινητόδρομο, να γράψουν τιμές κάτω των 6 λίτρων/100 χλμ., αλλά και να ξεπεράσουν εύκολα τα 10 όταν τα «κυνηγήσει» κανείς στις επαρχιακές διαδρομές. Πάντα λίγο παραπάνω έκαιγε η BMW, με την κατανάλωση συγκριτικής διαδρομής να γράφει 7,8 για την 420d και 7,4 για την Giulia.
Άλλοτε και σήμερα
Για τους 40άρηδες-50άρηδες που μεγάλωσαν με την ασπρόμαυρη αφίσα της GTAm στο εφηβικό τους δωμάτιο, η Alfa Romeo θα αντιπροσωπεύει πάντοτε το ξεχωριστό και ωραίο. Ένα εξαιρετικό σύστημα μετάδοσης με πίσω, μάλιστα, κίνηση είναι ό,τι κοντινότερο στην επιστροφή στις ρίζες και τις αξίες της μιλανέζικης φίρμας. Αντικειμενικά, όμως, σήμερα καλείται να τα βάλει με ένα ευρύ φάσμα ανταγωνιστών που, ως επί το πλείστον, τις περασμένες δεκαετίες δεν πέρασαν κάποια κρίση ταυτότητας, αλλά προόδευαν και βελτιώνονταν σταθερά βάσει πλάνου. Όπως έχουμε ξαναπεί, η Giulia είναι η πιο καλοφτιαγμένη Alfa όλων των εποχών, όμως οι Ιταλοί, για να κοιτάξουν κατάματα την BMW, θα πρέπει να βελτιωθούν σε επίπεδο φινιρίσματος, απτής ποιότητας και σε όλα αυτά τα «μικρά» που κάνουν τους μεθοδικούς Γερμανούς να ξεχωρίζουν. Αλλά με τη φόρα που έχουν πάρει (και τα λεφτά που έχουν ρίξει)… nothing is impossible._ 4Τ
BMW vs Alfa
Κρατάει χρόνια αυτή η άτυπη κόντρα, η οποία εξελίχθηκε σε πόλεμο στις πίστες, σε ευρωπαϊκό (και όχι μόνο) επίπεδο. Στοχευμένα, ήταν οι 2θυρες 1600ti και «2002» που έβρισκαν σε δρόμους και πίστες τις 1.6 GTA και 2.0 GTAM, στο γνωστό 2θυρο κουπέ αμάξωμα με τον κωδικό «Veloce». Κοινός παρονομαστής η πίσω κίνηση, και από εκεί και πέρα κάθε κατασκευαστή τον οδηγούσε το DNA του. Πιο σοφιστικέ η Alfa, ήταν και πιο απαιτητική, για να τα καταφέρει με τις ΒΜW που ακολουθούσαν κλασικές λύσεις και είχαν ατού την αξιοπιστία. Στο δρόμο το man-to-man με άποψη εξελισσόταν ανάμεσα στις 2002 tii και τις Veloce. Εντελώς διαφορετική μεταξύ τους οδική συμπεριφορά, όπου όμως η απόλαυση έβρισκε το αποτέλεσμα. Η Alfa σε διασκέδαζε, αφού σου ζητούσε να «τη βρεις» και να «τη δαμάσεις», ενώ η ΒΜW σε προκαλούσε να την οδηγήσεις και να ψάξεις τα όριά σου μέσα από τα δικά της, όντας ευχάριστη και στο slow motion παιχνίδι που μισούσε η Alfa, η οποία ήταν δουλεμένη αλλιώς. Είναι υπερβολή, αλλά μας εκφράζει να πούμε πως ήταν οι ρεαλιστικές «911» και «308» της εποχής. Τότε, πριν προκύψουν τα ακόμα πιο γήινα GTi με τη σφραγίδα της VW, που έγραψε και γράφει την ιστορία αποδεικνύοντας πως χαρά δίνει και ο μπροστινός άξονας. Στα πιο σύγχρονα χρόνια, η αντιπαράθεση της Σειράς 3 με τις «75» δεν είχε ουσία, και προέκυπτε περισσότερο από κεκτημένη ταχύτητα, παρά τη γοητευτική 75 Turbo και τις 2θυρες «3άρες» με άποψη και χαρακτήρα, αλλά και στυλ στις εκδόσεις iS. Σήμερα, χάρη στην Giulia, ο αγώνας επανέρχεται στην επικαιρότητα. Στα ίσια και με ατού. Από τις περιπτώσεις που η διαδικασία έχει και συναίσθημα και ουσία, αφού μια ανταγωνιστική Alfa τη συγκρίνεις για να την κρίνεις, και όχι γιατί «έτσι πρέπει» και μέσα από τη λογική του «όλα συγκρίνονται»._ Σ. Χ.
ALFA
YΠΕΡ/ΤΙΜΟΝΙ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
ΚΑΤΑ/ΜΗ ΑΠΕΝΕΡΓΟΠΟΙΟΥΜΕΝΟ ESP
BMW
ΥΠΕΡ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΥΛΙΣΗΣ
ΚΑΤΑ/ΤΡΑΧΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΙΝΗΤΗΡΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ