Απέναντι στην κοινοτυπία της αυτοκινητικής καθημερινότητας υπάρχει ένα γαλατικό χωριό που χρησιμοποιεί ένα μαγικό φίλτρο, κατασκευάζοντας αυτοκίνητα που απευθύνονται στον Πραγματικό Οδηγό.
Απέναντι στην κοινοτυπία της αυτοκινητικής καθημερινότητας υπάρχει ένα γαλατικό χωριό που από παλιά μέχρι και σήμερα χρησιμοποιεί ένα μαγικό φίλτρο, κατασκευάζοντας αυτοκίνητα που απευθύνονται στον Πραγματικό Οδηγό.
Ανέκαθεν οι Γάλλοι είχαν τον τρόπο τους να μας γοητεύουν με τις κατασκευές που έβγαιναν από τη γραμμή παραγωγής τους. Θέλετε το… μαγικό φίλτρο ή οι αγωνιστικές καταβολές να ευθύνονταν για αυτό; Η πραγματικότητα είναι ότι κατάφερναν πάντα με το μαγικό ραβδάκι τους να δίνουν τροφή στα όνειρά μας αλλά και ευχαρίστηση σε όσους βρίσκονταν με το τιμόνι των γαλλικών μοντέλων στα χέρια τους.
Ωστόσο, ο μύθος των Γάλλων γιγαντώθηκε με ένα μικρό μοντέλο που κλήθηκε να αντικαταστήσει το «104». Και το όνομα αυτού; «205». Για κάποιους ίσως το πιο επιτυχημένο αυτοκίνητο της δεκαετίας του ’80. Παρουσιάστηκε το 1983 και παρέμεινε στη γραμμή παραγωγής μέχρι το 1998 (!), έχοντας κατασκευαστεί σε συνολικά 5.300.000 μονάδες! Αριθμοί ρεκόρ. Ωστόσο, εκεί που οι Γάλλοι έκαναν την κίνηση ματ ήταν ένα χρόνο αργότερα. Τότε που παρουσίασαν στο κοινό την έκδοση με τον κωδικό «GTi». Εφοδιασμένη με κινητήρα 1.600 κ.εκ. και απόδοση 105 ίππους, κέρδισε τους απανταχού φίλους της αυτοκίνησης με την οδική συμπεριφορά της. Ουσιαστικά, ήταν το πρώτο προσθιοκίνητο αυτοκίνητο της εποχής, που με τον κατάλληλο χειρισμό αντιδρούσε και σαν πισωκίνητο. Δύσκολο και απαιτητικό, μπορούσε να αποτελέσει παγίδα για αυτόν που δε γνώριζε, αλλά απολαυστικό για όσους ήξεραν τα μυστικά της οδήγησης.
Από εκείνο το σημείο και έπειτα, το νερό μπήκε στο αυλάκι. Τρία χρόνια αργότερα, ο XU5J (όπως ήταν ο κωδικός του κινητήρα) εφοδιάστηκε με το καπάκι του 1.9, με αποτέλεσμα η ισχύς να αυξηθεί στους 115 ίππους, ενώ αργότερα εφοδιάστηκε και με τον κινητήρα των 1.900 κ.εκ. (XU9JA), ενώ η απόδοση αυξήθηκε στους 128 ίππους. Βέβαια, οι περισσότεροι ακόμα και σήμερα αναφέρουν ότι η καλύτερη έκδοση ήταν η πρώτη, αυτή με τους 105 ίππους… Εκεί που η κατάσταση έγινε πιο περίπλοκη ήταν το 1988, όταν το «205» απέκτησε μια διαφορετική ονομασία, η οποία έμελλε να γράψει ιστορία: Rallye. Η λογική της συγκεκριμένης κατασκευής ήταν να αποτελέσει την προσιτή λύση για εκείνους που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν το GTi. Εφοδιασμένο με κινητήρα 1.400 κ.εκ. απόδοσης μόλις 102 ίππων, διακρινόταν για την παντελή απουσία των διάφορων καλουδιών σε επίπεδο εξοπλισμού, όντας εστιασμένο στην οδηγική ευχαρίστηση. Και πώς να μην ήταν, άλλωστε, αφού διέθετε την εμπρός ανάρτηση και τον πίσω άξονα του GTi, ενώ ήταν και σημαντικά ελαφρύτερο.
Η συνέχεια είναι ευρέως γνωστή, και η παράδοση συνεχίστηκε με την παρουσίαση του «106». Αρχικά με το XSi και στη συνέχεια με τα GTi και Rallye, με το τελευταίο να γίνεται συνώνυμο της οδηγικής απόλαυσης, όντας και το πλέον ώριμο στην τελευταία του εκδοχή με το 1.600άρη κινητήρα των 122 ίππων, και αφού είχαν μεσολαβήσει η έκδοση των 1.300 κ.εκ. απόδοσης 100 ίππων και η 8βάλβιδη των 1,6 λίτρων με τους 105 ίππους. Με τον καιρό το «106» πέρασε στην ιστορία, στη ζωή μας ήρθε το «206», αλλά ο κωδικός «Rallye» μπήκε στο χρονοντούλαπο. Τουλάχιστον μέχρι προσφάτως, οπότε το «207» βάφτηκε και πάλι με τα χρώματα του πολέμου. Τις κόκκινες, μπλε και κίτρινες γραμμές στο πλάι…
[[PAGEBREAK]]
Όταν το χθες συναντά το σήμερα…
… ή πιο απλά, συνάντηση κορυφής. Η πρώτη και η τελευταία έκδοση συναντήθηκαν στον τόπο του εγκλήματος. Εκεί όπου σχεδιάστηκαν για να κινούνται, δηλαδή σε ειδική διαδρομή, με τον Άγιο Μερκούριο να έχει και αυτός τη δική του ιστορία, όντας συνώνυμος με την οδηγική απόλαυση.
Παρατηρώντας και τα δύο οχήματα από μακριά συνειδητοποιείς τη διαφορά ηλικίας. Μπορεί το «205» του Ν.Τ. να βρίσκεται σε άριστη κατάσταση, αλλά μπορείς να καταλάβεις τη στροφή της αυτοκίνησης. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στο σχεδιαστικό μέρος, αλλά στη φιλοσοφία. Το «205» για την εποχή του ήταν πρωτοποριακό. Δεν ήταν οι κινητήρες, αλλά οι επιλογές σε ανάρτηση και στη ρύθμιση αυτής. Οι προβολείς ομίχλης, οι οποίοι άναβαν μαζί με τα φώτα πορείας, αλλά και οι ζάντες της Speedline σε διάσταση 14 ιντσών ήταν στοιχεία που δε συναντούσες εκείνη την εποχή σε αυτοκίνητο παραγωγής, την ώρα που ο κωδικός «GTi» κοσμούσε το πίσω μέρος του αυτοκινήτου. Παράλληλα, στο εσωτερικό τα τύπου μπάκετ καθίσματα, το τριάκτινο τιμόνι και οι κόκκινες μοκέτες ήταν στοιχεία πρωτόγνωρα για την εποχή, που έδιναν έναν ξεκάθαρο σπορ προσανατολισμό στο «205».
Στην αντίπερα όχθη, το «207» μοιάζει να έχει ξεφύγει τελείως από τη συγκεκριμένη φιλοσοφία. Με εξαίρεση τις διακοσμητικές γραμμές και την ονομασία «Rallye», τίποτα δε μαρτυρά τη διαφορά σε σχέση με τις υπόλοιπες εκδόσεις. Τουλάχιστον στη δική μας περίπτωση το λευκό χρώμα διατηρεί κάποιες σχέσεις με το παρελθόν, την ώρα που αντίστοιχα μακριά από τους σπορτίφ προσανατολισμούς είναι η εικόνα στο εσωτερικό. Ωστόσο, ακόμα περισσότερο απέχουν οι δύο γενιές αναφορικά με τις τεχνολογικές επιλογές. Και δε χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Η παραδοσιακή και ενδεδειγμένη λύση του ατμοσφαιρικού κινητήρα έχει δώσει τη θέση της στην υπερτροφοδότηση, την ώρα που η παρουσία των ηλεκτρονικών βοηθημάτων διαφοροποιεί ακόμα περισσότερο τη φιλοσοφία των δύο κατασκευών. Κακά τα ψέματα, άλλες εποχές. Αλλά μέχρι και πριν από τέσσερα χρόνια το 106 Rallye δεν εφοδιαζόταν με ESP, το οποίο μάλιστα στην περίπτωση του «207» δεν απενεργοποιείται πλήρως. Άλλοι καιροί, άλλα έθιμα, και το καταλαβαίνεις όταν βρεθείς στο εσωτερικό τους.
Το «205» ακόμα και σήμερα βγάζει μια… αγριάδα, έναν πολεμικό τρόπο οδήγησης, συνδέοντας οδηγό και μηχανή. Πρέπει να προσπαθήσεις, να ιδρώσεις και να σεβαστείς το αυτοκίνητο που έχεις στα χέρια σου. Και όταν οι δύο πλευρές αρχίσουν να συνεργάζονται αρμονικά, το αποτέλεσμα μπορεί να μην είναι το ίδιο γρήγορο με αυτό του «207», αλλά ίσως το χαμόγελο του οδηγού να είναι σαφώς μεγαλύτερο. Βλέπετε, ό,τι προηγηθεί στη φιδωτή διαδρομή θα το έχει καταφέρει αποκλειστικά ο οδηγός και απλώς το αυτοκίνητο θα έχει συμβάλει. Στη σημερινή εποχή ισχύει το αντίθετο. Το αυτοκίνητο είναι εκείνο που δίνει το ρυθμό και, ουσιαστικά, ο οδηγός δίνει την κατεύθυνση. Χωρίς κόπο και ιδρώτα. Για αυτό, μέχρι και σήμερα, όσοι παραμένουν λάτρεις και ρομαντικοί της αυτοκίνησης έχουν έναν εκ των μικρών γαλλικών πυραύλων στην κατοχή τους, και θα πρέπει να είναι ευτυχισμένοι γι’ αυτό. Να τον διατηρήσουν σε έναν κλειστό χώρο, φυλαγμένο, για να δείχνουν στους νεότερους πώς κατασκευάζονταν κάποτε τα αυτοκίνητα. Από εκεί και πέρα, είναι οι προσταγές της εποχής μας με τα στάνταρντ ασφάλειας, άνεσης και σεβασμού προς το περιβάλλον οι οποίες προσδιορίζουν τη μορφή των σύγχρονων αυτοκινήτων ώστε να ταιριάζουν στις ανάγκες του σημερινού οδηγού. _Π.Τ.