Η Ferrari προσπαθεί να γίνει μία ομάδα που θα μπορεί να αντέξει τον εγωισμό και τις φιλοδοξίες δύο οδηγών, αλλά ακόμα αποτυγχάνει
Η Ferrari του 2019 δεν θυμίζει σε πολλά εκείνη του άμεσου παρελθόντος. Με νέο επικεφαλής, νέο οδηγό, νέα φιλοσοφία, η Scuderia θέλησε να γράψει ένα νέο κεφάλαιο στη σελίδα της – κρίσιμης σημασίας, ειδικά μετά τον αιφνίδιο χαμό του Sergio Marchionne, ενός ανθρώπου που είχε άμεση και σημαντική εμπλοκή στην Gestione Sportiva.
Ο Mattia Binotto, όπως κι όλοι οι προκάτοχοί του μετά τον Jean Todt, είναι «παιδί» της Ferrari, γαλουχημένος με τις αξίες, τη νοοτροπία, το μενταλιτέ της ομάδας, όντας μέλος της από το 1995. Έζησε τις στιγμές δόξας της Schumacher εποχής, είδε όμως και την παρακμή μετά το 2008. Ξέρει την ομάδα όσο τον ξέρει κι εκείνη.
Αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι. Ναι, η διεύθυνση ενός οργανισμού από έναν άνθρωπο που τον γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα είναι ένα μεγάλο θετικό στην day-to-day διαχείριση, αλλά τον περιορίζει στα μελλοντικά του πλάνα, στον σχεδιασμό σε μακροπρόθεσμη κλίμακα – ακριβώς γιατί δε γνωρίζει την κουλτούρα άλλων εταιρειών, άλλων ομάδων για να φέρει το κάτι διαφορετικό.
Τρανό παράδειγμα ενός ανθρώπου που ήρθε από μία τελείως διαφορετική σχολή σκέψης και μεταμορφώνει την ομάδα του, είναι ο Andreas Seidl. Ο νέος αγωνιστικός διευθυντής της McLaren F1 προέρχεται από ένα καθαρά γερμανικό background, που ουδεμία σχέση έχει με τη φιλοσοφία του Woking, του Zak Brown, του Gil de Ferran. Αυτό, όμως, ήθελαν οι Βρετανοί: κάποιον που θα δει την ομάδα σφαιρικά, από άλλη οπτική γωνία, και θα πάρει αποφάσεις που θα τη μεταμορφώσουν χωρίς να τον κρατούν πίσω τυχόν «εταιρικοί» περιορισμοί. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να κλείσουν συμφωνία με τη Mercedes.
Πίσω στη Ferrari, γίνεται σαφές πως το νέο ξεκίνημα που προσπαθεί να κάνει, το βασίζει πάνω σε σαθρά θεμέλια. Σαθρά, όχι γιατί είναι κακά, αλλά γιατί είναι παρωχημένα για το μοντέλο που θέλει να επιβάλλει.
Ο Charles Leclerc δεν είναι Kimi Raikkonen, ούτε φυσικά Felipe Massa. Και δεν είναι μόνο ζήτημα ταλέντου.
Ο Μονεγάσκος είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος, αλλά κυρίως πολύ νέος οδηγός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται: άγνοια κινδύνου, διάθεση για την υπέρβαση, ενθουσιασμό, και υπερβολικές αντιδράσεις. Το πρώτο στοιχείο, αυτό της άγνοιας κινδύνου, είναι ενδεχομένως και το πιο σημαντικό.
Όταν ανακοινώθηκε η μετακίνησή του στη Ferrari, η πρώτη σκέψη του Τύπου ήταν εάν θα καταφέρει να αντέξει στην ασφυκτική πίεση που έχει ένας οδηγός Ferrari. Άλλωστε, ουκ ολίγοι, και πολύ πιο έμπειροι και καταξιωμένοι από τον Leclerc, έχουν λυγίσει υπό αυτήν την μέγγενη, που πολλές φορές σφίγγει ακόμα κι όταν δεν υπάρχει πραγματική αιτία.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Leclerc τελικά φαίνεται να μην επηρεάζεται από αυτό. Τα λάθη του σε Μπακού και Μονακό θα μπορούσαν να είναι αρκετά για να τον καταρρακώσουν, ειδικά μετά τη χαμένη νίκη στο Μπαχρέιν, όμως κάτι τέτοιο δε συνέβη, κι αυτό πιστώνεται εν πολλοίς στον χαρακτήρα του.
Ο Vettel δεν είναι παρόμοιος χαρακτήρας. Ο Γερμανός μοιάζει να έχει διαφορετική στάση στις ατυχίες, στις αστοχίες, στα προσωπικά λάθη. Δηλώνει πως τα ξεπερνά, αλλά μάλλον τα κουβαλά ακόμα μέσα του, μέχρι να μπορέσει να τα αποτινάξει. Και μέχρι τη νίκη στη Σιγκαπούρη, ηττάτο κατ’ εξακολούθηση από τον νεαρό teammate του.
Ως εκ τούτου, η Ferrari βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα σενάριο που δεν είχε σκεφτεί. Ο Leclerc την έβαλε σε μπελάδες.
Μετά από 40 χρόνια και τη σεζόν του 1979, η Scuderia έχει δύο οδηγούς σε καλό μονοθέσιο, ικανό για νίκες, και που μοιράζονται τις ίδιες φιλοδοξίες. Αμφότεροι θέλουν νίκες, βάθρα, δόξα, πρωταθλήματα. Δεν έχουν το ίδιο κίνητρο, δεν έχουν την ίδια αφετηρία, αλλά έχουν ακριβώς τον ίδιο στόχο.
Και στο Μαρανέλο, μοιάζει να υπάρχει η θέληση να μη διαρραγεί αυτή η δυναμική με την απομάκρυνση του ενός ή του άλλου. Γνωρίζουν πως δύο γρήγοροι, σταθεροί, ανταγωνιστικοί οδηγοί είναι μεγάλο κίνητρο για μία ομάδα – αλλά μπορεί να γίνει και ο εφιάλτης της. Το πλέον πρόσφατο παράδειγμα είναι το δίδυμο Hamilton-Rosberg.
Η Ferrari, όμως, δεν είναι Mercedes. Δεν χαίρει του προβαδίσματος και της εξαιρετικής απόδοσης που είχε η γερμανική ομάδα την τριετία 2014-2016.
Πρώτο τους μέλημα θα έπρεπε να είναι να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να τα βάλουν με τον Hamilton, με τη Mercedes συνολικά. Οι έριδες στο εσωτερικό της δεν της επιτρέπουν να δει τον πραγματικό «εχθρό».
Ο Binotto, πάντως, θα κριθεί εκ του αποτελέσματος. Οι όποιες κατηγορίες για ανεπάρκεια περιττεύουν όσο ακόμα η Ferrari είναι σε θέση να κερδίζει. Θυμίζουμε, άλλωστε, το 2009. Τι να πει κανείς για τον Domenicali, δηλαδή;
Έχει ακόμη έναν χρόνο να μπορέσει να βρει μία ξεκάθαρη γραμμή για την ομάδα του. Είναι βέβαιο πως η μετάβαση σε μία τελείως νέα εποχή θα έχει σκαμπαναβέσματα, αλλά ο αγώνας στη Ρωσία φανέρωσε μία εγγενή αδυναμία της Scuderia να λειτουργήσει σαν ομάδα του 2019, του 21ου αιώνα ακόμα. Θολό πλάνο, με θολές οδηγίες, και δημόσιος διασυρμός.
Η Ferrari πρέπει να βρει τον δρόμο της, προτού χάσει κι άλλες ευκαιρίες μέσα από τα χέρια της. Το θέμα είναι αν μπορεί._Δ.Μ.