Η Cayenne, που φέτος συμπληρώνει δύο δεκαετίες ζωής, ήταν το αυτοκίνητο που έβγαλε τα κάστανα από τη φωτιά σε μια αρκετά δύσκολη για την Porsche οικονομική, εμπορική και προϊοντική συγκυρία.
Η μεγάλη πτώση της ισοτιμίας του δολαρίου, η πολιτική της εταιρείας όσον αφορά τη διάρθρωση και το πλήθος των μοντέλων της γκάμας της, αλλά και το υψηλό κόστος παραγωγής στις μονάδες της εταιρείας δημιούργησαν σημαντικά προβλήματα στην Porsche από το 1986 και μετά – οικονομικά αλλά και σε επίπεδο πωλήσεων. Χαρακτηριστικό εν προκειμένω ήταν το γεγονός ότι ο κατασκευαστής σπορ αυτοκινήτων πούλησε μόλις 23.000 αυτοκίνητα το 1991, τα μισά από όσα πριν από 5 χρόνια.
Ως εκ τούτου, οι καταγεγραμμένες απώλειες στον ισολογισμό της μάρκας ανήλθαν σε 240 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα στα τέλη του 1992. Το οικονομικό έτος 1992/1993, η Porsche έφτασε σε εμπορικό… ναδίρ, με πωλήσεις μόλις 14.362 οχημάτων. Λίγο καιρό αργότερα, τον Ιανουάριο του 1993, το πρωτότυπο της γνωστής και μη εξαιρετέας σήμερα Boxster, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Έκθεση Αυτοκινήτου του Ντιτρόιτ, έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής. Η εταιρεία άρχισε έτσι να «αναπνέει» και να βρίσκει, έστω και με αργά βήματα, τον εαυτό της με την Boxster παραγωγής να αποτελεί, μαζί με την αειθαλή 911, το δεύτερο μόλις μοντέλο της γκάμας της.
Τι άραγε θα λαχταρούσαν οι αγοραστές στις αρχές του 21ου αιώνα; Τι και κυρίως ποιο μοντέλο έπρεπε να εξελιχθεί από την Porsche στα τέλη της δεκαετίας του 1990; Ποιο αυτοκίνητο θα μπορούσε να είναι κατάλληλο για την αγορά; Τι θα μπορούσε να ενισχύσει τα έσοδα; Μήπως ένα τρίτο δίθυρο αυτοκίνητο; Κάθε άλλο!
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που η Porsche θα κατασκεύαζε ένα τετράθυρο και πενταθέσιο αυτοκίνητο, που συνάμα ήταν και ένα σπορ off-roader. Όπως ήταν προφανές, τα ερωτήματα γύρω από το νέο αυτό εγχείρημα των ανθρώπων από το Ζuffenhausen ήταν πολλά: «Τι δουλειά έχει η Porsche στην κατηγορία αυτή. Τελικά, πρόκειται για μια εταιρεία κατασκευής σπορ αυτοκινήτων;»
Όπως ήταν λογικό, οι απαιτήσεις από την ομάδα εξέλιξης της νέας Cayenne ήταν υψηλές καθώς έπρεπε να κατασκευάσουν ένα αυτοκίνητο που θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες μιας Porsche στο δρόμο, αλλά συνάμα και ένα SUV ικανό να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, δίπλα στα ικανά off-roaders της εποχής εκείνης. Και όπως ήταν λογικό, η λύση ήρθε μέσα από την εξέλιξη μιας εντελώς νέας πλατφόρμας.
Το Project Colorado ήταν μια κοινή προσπάθεια μεταξύ της Porsche και της VW – η οποία θα χρησιμοποιούσαν το όχημα για να δημιουργήσουν το Touareg. Η Porsche, ωστόσο, αποφάσισε να βάλει τις δικές της πινελιές. Έτσι, προσέφερε στη νέα Cayenne δύο V8 κινητήρες – πλήρως σχεδιασμένοι από την αρχή – ήδη από την πρεμιέρα του μοντέλου το 2002. Οι αγοραστές είχαν να επιλέξουν έττσι ανάμεσα σε έναν ατμοσφαιρικό V8 4,5 λίτρων 340 ίππους στην Cayenne S και έναν twin-turbo με ισχύ 450 ίππων. Ωστόσο, η εντυπωσιακή ισχύς και η τελική ταχύτητα του της Cayenne, που έφτανε τα 266 χλμ./ώρα, δεν ήταν τα μόνα highlights της νέας Cayenne.
Το «παρών» στο νέο γερμανικό SUV επιδόσεων έδινε το Porsche Traction Management, η ηλεκτρονικά ελεγχόμενη τετρακίνηση με πολύδισκο συμπλέκτη που μπορούσε να κατανείμει την ισχύ μεταξύ των δύο αξόνων, το κεντρικό διαφορικό που κλειδώνει καθώς και ένα κιβώτιο ταχυτήτων με λειτουργία low-range. Ένα άλλο χαρακτηριστικό για τις υψηλές δυνατότητες εκτός δρόμου του μοντέλου ήταν το προαιρετικό Advanced Off-Road Technology Package. Εκτός από τις προστατευτικές επενδύσεις στα μαρσπιέ και στο κάτω μέρος του αμαξώματος, υπήρχε μπλοκέ πίσω διαφορικό και αντιστρεπτικές ράβδοι που μπορούσαν να αποσυνδεθούν υδραυλικά για μεγαλύτερη άρθρωση του άξονα σε δύσκολα εδάφη.
Η Porsche Cayenne πρώτης γενιάς ξεχώρισε και για τη δυνατότητά της να μεταβάλει την απόστασή της από το έδαφος χάρη στο PASM (Porsche Active Suspension Management) και την αερανάρτηση με την οποία εφοδιάζονταν – αυτή η μορφή ανάρτησης χρησιμοποιήθηκε από την Porsche για πρώτη φορά στην Cayenne. Η συγκεκριμένη τεχνολογία έδωσε στους μηχανικούς του αυτοκινήτου μεγάλο βαθμό ελευθερίας. Από τη μία πλευρά, ήταν δυνατή η… ανύψωση του αμαξώματος από το έδαφος σε μια απόσταση που έφτανε τα 27,3 εκατοστά, από την άλλη, στην κατώτατη θέση της, το κέντρο βάρους του αυτοκινήτου μπορούσε να μειωθεί, βοηθώντας τον χειρισμό του Cayenne κατά τη δυναμική οδήγηση στο δρόμο.
Αξίζει να γνωρίετε ότι: Η Cayenne ήταν το τρίτο μοντέλο της Porsche που εξελίχθηκε σε συνεργασία με την VW, μετά τις 914 και 924, αλλά και τα δεύτερο με V8 κινητήρα μετά την 928
Η δεύτερη γενιά της Cayenne εμφανίστηκε το 2010 – και ήταν σαφώς πιο «πράσινη» χάρη στην προσθήκη της έκδοσης S Hybrid, η οποία δανείστηκε τον υπερτροφοδοτούμενο και 3λιτρο V6 κινητήρα της Audi, σε συνδυασμό με έναν ηλεκτροκινητήρα, αποδίδοντας 380 ίππους. Η Cayenne V6 έφτασε τους 300 ίππους, ενώ η Cayenne S τους 400 ίππους και η Turbo 500 ίππους. Τα μοντέλα Turbo S και GTS εγκαταλείφθηκαν, ενώ το τελευταίο επανεμφανίστηκε το 2013 με 440 ίππους, μαζί με την Cayenne Diesel των 240 ίππων, με V6 κινητήρα 3,0 λίτρων. Η Turbo S επέστρεψε για το 2014 με 570 ίππους.
Η Cayenne ανανεώθηκε για το 2015 και τα μοντέλα V6, Turbo S και GTS καταργήθηκαν. Η Cayenne S παρόπλισε τον V8 της «υποδεχόμενη» έναν υπερτροφοδοτούμενο V6 κινητήρα 3,6 λίτρων που απέδιδε 420 ίππους, με την υβριδική εκδοχή, που πλέον ονομάστηκε Cayenne S E-Hybrid, να φτάνει τους 416 ίππους. Την ίδια στιγμή, ο V8 στην Cayenne Turbo απέδιδε 520 ίππους.
Οι κινητήρες που έλειπαν από την γκάμα εμφανίστηκαν το 2016, με τον βασικό V6 να διατηρεί την ισχύ των 300 ίππων. Η έκδοση GTS «χτίστηκε» για άλλη μια φορά πάνω στον υπερτροφοδοτούμενο V6 της Cayenne S, αποδίδοντας 440 ίππους, ενώ η Turbo S «σκαρφάλωσε» στους 570 ίππους. Τα αυτόματα κιβώτια ήταν πλέον στάνταρ σε όλα τα μοντέλα της γκάμας.
Η τρίτη γενιά Cayenne έκανε το εμπορικό της ντεμπούτο το 2018. Το βασικό μοντέλο έπαιρνε κίνηση από έναν υπερτροφοδοτούμενο V6 κινητήρα 3,0 λίτρων με 340 ίππους, η Cayenne S από έναν twin-turbo V6 2,9 λίτρων με 440 ίππους και η Cayenne Turbo από έναν 4λιτρο V8 550 ίππων. Το 2020, η Porsche παρουσίασε μια 4θυρη, πιο σπορτίφ εκδοχή του μοντέλου με χαμηλότερο ύψος οροφής και την ονομασία Cayenne Coupe.
Το 2021, η Porsche πρόσθεσε στην παλέτα εκδόσεων την E-Hybrid, με συνδυαστική ισχύ 462 ίππων από έναν ηλεκτροκινητήρα και έναν υπερτροφοδοτούμενο V6 κινητήρα 3,0 λίτρων. Η νέα Turbo S E-Hybrid συνδύαζε τον κινητήρα της Cayenne Turbo με ένα plug-in υβριδικό σύστημα, αποδίδοντας 680 ίππους. Ταυτόχρονα, την ίδια χρονιά επανεμφανίζεται η Cayenne GTS, με τον κινητήρα της έκδοσης S, αποδίδοντας 460 ίππους, ενώ το ντεμπούτο της έκανε και η Cayenne Turbo GT με 4λιτρο V8 κινητήρα 640 ίππων.