Χάρη στους νέους τεχνικούς κανονισμούς, η νέα γενιά των οδηγών κάνει το φως των καταξιωμένων αστεριών της Formula 1 να δείχνει φέτος πιο θαμπό.
Μετά τους επτά πρώτους αγώνες του φετινου πρωταθλήματος της Formula 1, έξι ομάδες έχουν αποσπαστεί στη βαθμολογία, με συχνή ή και διαρκή παρουσία στους βαθμούς. Πρόκειται για τις Red Bull, Ferrari, Mercedes, McLaren, Alfa Romeo και Alpine. Σε όλες αυτές τις ομάδες, πλην της Alfa Romeo, είναι οι νεότεροι σε ηλικία οδηγοί που φέρνουν τους περισσότερους βαθμούς.
Η εικόνα πέρσι στις ίδιες αυτές ομάδες ήταν ανεστραμμένη, αφού σε όλες τους, πλην των Red Bull και McLaren, ήταν οι πρεσβύτεροι οδηγοί που έφερναν τους πολλούς βαθμούς.
Είναι προφανές ότι οι νέοι κανονισμοί έδωσαν τη δυνατότητα στη νέα γενιά οδηγών να λάμψει, κι αυτοί άρπαξαν την ευκαιρία. Tι είναι όμως αυτό που ξαφνικά θάμπωσε τη λάμψη των πιο έμπειρων;
Σε κάποιο βαθμό ασφαλώς συντελεί το γεγονός ότι οι νεότεροι προσαρμόζουν ταχύτερα το οδηγικό τους ύφος στις απαιτήσεις των ριζικά νέων μονοθεσίων που έφεραν οι ριζικά νέοι τεχνικοί κανονισμοί.
Εκτιμούμε όμως ότι πάνω απ’ όλα είναι οι σωματικές καταπονήσεις που έφεραν τα φετινά αυτοκίνητα. Μολονότι οι αεροδυναμικές βελτιώσεις περιόρισαν σημαντικά τις καταπονήσεις που φόρτωνε τους οδηγούς ο δελφινισμός (porpoising), και συγκεκριμένα από περίπου 1,5 G στις δοκιμές του Φεβρουαρίου στη Βαρκελώνη στο 0,5 G για τις περισσότερες ομάδες στον αγώνα του Μαΐου στην ίδια πίστα, παραμένει το γεγονός ότι με τις σφιχτότερες ρυθμίσεις των αναρτήσεων (προσταγή της αεροδυναμικής ground effect) και τα χαμηλοπρόφιλα λάστιχα, τα φετινά μονοθέσια είναι 5 ως 10 φορές σκληρότερα από τα περσινά.
Ασφαλώς, οι σύγχρονοι οδηγοί στη Formula 1 είναι καλογυμνασμένοι, παραμένει όμως το γεγονός ότι ο καλογυμνασμένος 25άρης έχει περισσότερες αντοχές από τον καλογυμνασμένο 35άρη.
Ο νέος είναι λοιπόν σίγουρα ωραίος. Ο παλιός, όμως, είναι αλλιώς; Ο μόνος που μοιάζει να επαληθεύει το ρητό, είναι ο Valtteri Bottas, ο οποίος όχι μόνο αποδίδει καλύτερα από τον ομόσταυλό του, Guanyu Zhou, έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία και μοιάζει να έχει αναγεννηθεί στην Alfa Romeo: «Έχω τη δυνατότητα να βγάζω την καλύτερη όψη του εαυτού μου και να οδηγώ με τον τρόπο που επιθυμώ. Η ατμόσφαιρα στην ομάδα είναι τόσο ενθαρρυντική, όπως και οι άνθρωποι, ο τρόπος που προσπαθούν, αληθινά με εμπνέει!»
Στην προηγούμενη φάση του ground effect, πριν 40 χρόνια, μια ολόκληρη γενιά σπουδαίων οδηγών εγκατέλειψε μαζικά τη Formula 1: Emerson Fittipaldi, Jody Scheckter, Mario Andretti, Carlos Reutemann. Άραγε, ποιοι θα αντέξουν και για ποιους θα σημάνει η καμπάνα στη νέα περίοδο της απαιτητικής αυτής αεροδυναμικής;
Οι μνηστήρες ενός μπάκετ της Formula 1
Η διαφορά μεταξύ νέου και παλιού είναι χαοτική στην McLaren. Δεν είναι μόνο ότι ο Lando Norris έχει φέρει στην ομάδα 48 βαθμούς σε 7 αγώνες, έναντι μόλις 11 του Daniel Ricciardo, είναι που ο 22χρονος Norris είναι κατά μέσον όρο 0,6 δευτερόλεπτα τον γύρο ταχύτερος του 32χρονου Ricciardo.
Αυτό το τελευταίο έχει κάνει τον Zak Brown, επικεφαλής της ομάδας, να σχολιάσει ότι ο ακριβοπληρωμένος Ricciardo υποαποδίδει, σε σχέση με τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το συμβόλαιό του, οπότε η McLaren έχει δικαίωμα να τον αποδεσμεύσει πριν το τέλος του 2023, που λήγει και τυπικά η συνεργασία τους. Κάποιοι μάλιστα υποθέτουν πως, αν ο Ricciardo δεν ανεβάσει τις επιδόσεις του, ίσως αυτό συμβεί στη διάρκεια της φετινής σεζόν, στους αμέσως επόμενους αγώνες.
Πόσο μακρινά αλήθεια φαντάζουν τα μέσα της περασμένης δεκαετίας, τότε που αρκετοί θεώρησαν τον Daniel Ricciardo ως τον καλύτερο οδηγό Formula 1, πριν επισκιαστεί στην τότε ομάδα του, Red Bull, από τον νεοφερμένο Max Verstappen.
Ποιος όμως θα αντικαταστήσει τον Ricciardo στη McLaren, στην περίπτωση άμεσης απομάκρυνσής του; Θα μπορούσε ίσως η Alpine να δώσει δανεικό για μερικούς αγώνες τον μόλις 21 ετών Oscar Piastri, που τόσο εντυπωσίασε σε όσες σειρές αγώνων έχει τρέξει.
Μια μόνιμη λύση ίσως αποτελέσει ο Pierre Gasly, μετά τα τέλη της σεζόν, που λήγει το συμβόλαιό του με την Alpha Tauri. Βαδίζοντας στα 27 του πλέον, ο Gasly είδε πριν λίγες μέρες το όνειρο επιστροφής στη Red Bull να απομακρύνεται, λόγω της ανανέωσης του συμβολαίου του Perez, οπότε ίσως επιχειρήσει ν’ ανοίξει φτερά σε κάποιον άλλο όμιλο.
Ή μήπως ο Brown θελήσει να φέρει στη Formula 1 τον 22 ετών «δυναμίτη» των Indycar, Colton Herta; Ο Herta στα 18 του έγινε ο νεότερος νικητής στην ιστορία των Indycar -18 ήταν και ο Max Verstappen, όταν πήρε την 1η του νίκη στη Formula 1.
Ο Herta μάλιστα, έχει υπάρξει στο παρελθόν ομόσταυλος του Lando Norris στις μικρές κατηγορίες και έχει ήδη συμφωνήσει με την McLaren να οδηγήσει φέτος στο FP1 σε κάποιον από τους αμέσως επόμενους αγώνες. Ο Norris του είχε κολλήσει το παρατσούκλι «χούλιγκαν» για τον τρόπο που ατρόμητα έριχνε το αυτοκίνητο στις γρήγορες καμπές, στις οποίες ο Norris τον θεωρεί ανίκητο. Εμπόδιο αποτελεί το γεγονός ότι ο Herta στα Indycar τρέχει με την Andretti, και ενδεχόμενα η ομάδα του θέλει να τον κρατήσει για όταν μπει η ίδια στη Formula 1.
Μια πρόσφατη, όμως, μεταγραφική κίνηση του Brown στα Indycar αυξάνει τις επιλογές της McLaren στη Formula 1. Συγκεκριμένα, ο Brown ανακοίνωσε τη μεταγραφή από την Andretti στην ομάδα Indycar της McLaren του πρώην οδηγού Formula 1 και ήδη νικητή της Ινδιανάπολης, Alex Rossi. Ο Rossi έχει την ικανότητα να αναλάβει επικεφαλής οδηγός της McLaren στα Indycar, πράγμα που λύνει τα χέρια του Brown αν επιλέξει να μετακινήσει στη Formula 1 τον Pato O’Ward. 23 ετών o O’Ward, οδηγεί ήδη από το 2020 για την McLaren στα Indycar και πέρσι μάλιστα έφτασε να διεκδικεί το εκεί Πρωτάθλημα ως τον τελευταίο αγώνα.
Formula 1 ή Indycar;
Αρκετοί αστέρες των Indycar στο παρελθόν δοκίμασαν στη Formula 1: Mario και Michael Andretti, πατήρ και υιός, Mark Donohue, Jacques Villeneuve, Alex Zanardi και Juan Pablo Montoya είναι μερικά από τα ονόματα που έρχονται στο νου. Ο Mario Andretti κατέκτησε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Formula 1 του 1978 και ο Jacques Villeneuve του 1997. Ο Montoya επέστρεψε στην Αμερική ύστερα από 5 χρόνια και 5 νίκες στη Formula 1, οι Andretti υιός και Zanardi επέστρεψαν ύστερα από μερικούς μήνες πενιχρών αποτελεσμάτων ενώ ο Donohue έχασε τραγικά τη ζωή του στο Αυστριακό Γκραν Πρι του 1975.
Η νίκη πριν λίγες μέρες του πρώην οδηγού Formula 1 της Alfa Romeo, Marcus Eriksson, στα 500 Μίλια της Ινδιανάπολης, μαζί με τις νίκες στα πρόσφατα χρόνια των Alex Rossi και Takuma Sato, που επίσης βρήκαν εκεί καταφύγιο ελλείψει θέσης στη Formula 1, κάνει κάποιους να νομίζουν πως τα Indycar είναι εύκολη υπόθεση.
Όμως, αν κοιτάξουμε την ιστορία των αγώνων, θα δούμε τρεις Παγκόσμιους Πρωταθλητές Formula 1, τους Jim Clark, Graham Hill και Emerson Fittipaldi, να κατακτούν τα 500 Μίλια της Ινδιανάπολης και αισθητά περισσότερους (Alberto Ascari, Sir Jackie Stewart, Sir Jack Brabham, Denny Hulme, Jochen Rindt, Nigel Mansell, Nelson Piquet, Fernando Alonso) να επιχειρούν αλλά να μην το κατορθώνουν.
Formula 1 και Indycar έχουν αρκετές ομοιότητες και πολλές διαφορές, οπότε η επιτυχία ή αποτυχία στη μία από τις δύο σειρές δε σημαίνει απαραίτητα ανάλογα αποτελέσματα στην άλλη. Θα ήταν πάντως ενδιαφέρον αν η McLaren έφερνε στη Formula 1 κάποιον από τους Herta και O’Ward και ασφαλώς ως κίνηση στρατηγικής θα προσέφερε στο άθλημα ακόμα ψηλότερη δημοφιλία στη Βόρεια Αμερική.
Αναζητώντας τη χαμένη αβρότητα
Εν τω μεταξύ, ο Jos Verstappen, πατέρας του Max, έγραψε ένα κείμενο που φιλοξενείται στην επίσημη σελίδα του Παγκόσμιου Πρωταθλητή γιου του, με το οποίο κριτικάρει τόσο τους διοργανωτές του Μονακό, όσο και την ομάδα της Red Bull. Στους πρώτους προσάπτει ότι λόγω βροχής δεν έδωσαν εκκίνηση την προγραμματισμένη ώρα. Θεωρητικά η βροχή θα μπορούσε ενδεχόμενα να ευνοήσει τον Max, λόγω της υψηλού επιπέδου οδήγησής του στις δύσκολες καιρικές συνθήκες. Τα πυρά του προς την Red Bull αναφέρονται στο ότι έβαλαν κατά προτεραιότητα τον Sergio Perez για αλλαγή σε ενδιάμεσα, πράγμα που του έδωσε τη νίκη. Ο πατήρ Verstappen υπενθυμίζει ότι ο Perez, με την έξοδό του στο Q3 κατέστρεψε τον καλύτερο γύρο του Max, έναν γύρο θα του επέτρεπε να εκκινήσει από την 1η σειρά, εμπρός από τον Perez, και να διεκδικήσει ευθέως τη νίκη.
Ο επικεφαλής της Red Bull, Christian Horner, απάντησε σε σκληρή γλώσσα, μέσω συνέντευξης στο έγκυρο Bloomberg: «Η ομάδα ονομάζεται Red Bull Racing και όχι Max Verstappen Racing ή Sergio Perez Racing».
Αν κοιτάξουμε τους ψυχρούς αριθμούς, ο Perez ακολουθεί τον Max με 15 μόλις βαθμούς. Ναι μεν ο δεύτερος βοηθήθηκε από τον πρώτο να νικήσει στην Ισπανία, όμως ο Max έχει δύο εγκαταλείψεις από μηχανική βλάβη έναντι μιας του Perez. Αν συνυπολογίσουμε την ατυχία του Perez στη Τζέντα με το αυτοκίνητο ασφαλείας, βλέπουμε πως η διαφορά τους στην προσφορά στην ομάδα δεν είναι τόσο μεγάλη.
Αν όμως κοιτάξουμε τις στιγμές μεγαλείου που έχουν δείξει στην οδήγησή τους οι δύο οδηγοί όλα αυτά τα χρόνια, ο Max γεμίζει ολόκληρες σελίδες στην ιστορία του αθλήματος ενώ ο Perez ίσως μια ή δυο παραγράφους.
Πάντως αρνητικά σχολιάστηκαν τα βαριά λόγια στην ενδοεπικοινωνία τόσο του Max Verstappen προς την Red Bull στην Ισπανία, όταν δεν άνοιγε το DRS, όσο και του Charles Leclerc προς την Ferrari στο Μονακό, όταν έχασε βέβαιη νίκη με την καταστροφική στρατηγική της ομάδας στις αλλαγές ελαστικών.
Σε κανέναν εργαζόμενο δεν αρέσει να του μιλούν άσχημα, και μάλιστα σε παγκόσμια ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση. Άραγε αυτά τα λόγια προκάλεσαν ρωγμές μεταξύ των κορυφαίων οδηγών του φετινού Πρωταθλήματος και των ομάδων τους; Ή θεωρήθηκαν έπεα πτερόεντα ανθρώπων που σπρώχτηκαν πέρα από τα όριά τους; Σε αυτή την περίπτωση, οδηγοί και ομάδες θα μπορέσουν σύντομα να βρουν τον αλληλοσεβασμό και την αμοιβαία τους εμπιστοσύνη. Άλλωστε και οι δυο τους είναι μόλις 24 ετών, σχεδόν παιδιά.
Παλαιότερα, ο Sebastian Vettel είχε αναφέρει ότι είναι λάθος να αναμεταδίδονται τα σκληρά λόγια που κάποιες φορές ακούγονται στην ενδοεπικοινωνία σε στιγμές έντασης, τονίζοντας ότι αν μπει ένα μικρόφωνο εμπρός στο στόμα των ποδοσφαιριστών, στη διάρκεια ενός αγώνα, ίσως ακούσουμε βαρύτερες εκφράσεις.
Εν τω μεταξύ, αναμένουμε με ενδιαφέρον τον ρόλο που μπορεί να παίξει στην εξέλιξη του Πρωταθλήματος ο έτερος οδηγός της Ferrari, Carlos Sainz, αναγεννημένος μετά την παρά λίγο νίκη του στο Μονακό, όπου μάλιστα έδειξε δύναμη χαρακτήρα και στρατηγική δεξιότητα, εμμένοντας στη δική του επιλογή για απ ευθείας πέρασμα από λάστιχα βροχής σε στεγνά, έναντι της ομάδας που του ζητούσε να βάλει ενδιάμεσα.
Το βέβαιο είναι ότι το φετινό Πρωτάθλημα, έχοντας διανύσει μόλις το 1/3 των αγώνων του, μας έχει ήδη προσφέρει περισσότερες ανατροπές από όσες ολόκληρες σεζόν των πρόσφατων χρόνων.
Λοιπόν, φέρτε το Μπακού, που από παράδοση δίνει ανατρεπτικούς αγώνες.