top icon
Αγώνες

F1: 50 εκατ. $ από το… πουθενά!

Η εισαγγελία του Μονάχου προφυλάκισε τον Gerhard Gribkowsky (πρώην πρόεδρος της SLEC, στην οποία υπαγόταν ο όμιλος Formula One), με κατηγορίες για φοροδιαφυγή κ.α.

Η εισαγγελία του Μονάχου προφυλάκισε τον Gerhard Gribkowsky (πρώην πρόεδρος της SLEC, στην οποία υπαγόταν ο όμιλος Formula One), με κατηγορίες για φοροδιαφυγή και αποδοχή δωροδοκίας, αφού δεν έχει δηλώσει πώς έγινε πολυεκατομμυριούχος, όντας απλά επικεφαλής στέλεχος ρίσκου της τράπεζας Bayerische Landesbank για μόλις 6 χρόνια… Η εισαγγελία του Μονάχου, που έχει στα χέρια της ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Γερμανίας να διαχειριστεί, προσπαθεί να διαπιστώσει από πού προήλθαν τα χρήματα και ο γερμανικός Τύπος αναφέρει ότι είναι πολύ πιθανό τα 50 εκατομμύρια δολάρια για τα οποία κλήθηκε να δώσει λόγο ο Gribkowsky, να προήλθαν από τη συμφωνία πώλησης των μετοχών της Formula 1 στη CVC, στα τέλη του 2005…
 
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το Μάιο του 2000, ο Bernie Ecclestone πούλησε το 75% της SLEC, της εταιρίας που διαχειριζόταν τον όμιλο επιχειρήσεων της Formula 1, στην EM.TV του Thomas Haffa. Όταν ο όμιλος ΕΜ.TV αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα ένα χρόνο αργότερα, οι μετοχές της Formula 1 αγοράστηκαν από τον όμιλο του βαρώνου των ΜΜΕ Leo Kirch, με δάνεια ύψους 1,6 δισεκατομμυρίων ευρώ από την Bayerische Landesbank και άλλες τράπεζες. Ωστόσο, και ο Kirch αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες και κήρυξε πτώχευση το 2002. Οι μετοχές της Formula 1 κατέληξαν στις δανειοδότριες τράπεζες Lehman Brothers (14%), JPMorgan Chase (14%) και Bayerische Landesbank (47%), οι οποίες δημιούργησαν την εταιρία Speed Investments και επέλεξαν τον Gribkowsky ως εκπρόσωπό τους. Ο Γερμανός, που απέκτησε αυτό το ρόλο όντας επικεφαλής στέλεχος ρίσκου της Bayerische Landesbank, έγινε πρόεδρος της SLEC και συνεργάστηκε στενά με τον Ecclestone σε διάφορες δύσκολες καταστάσεις, όπως την απειλή δημιουργίας εναλλακτικού πρωταθλήματος από το σύνδεσμο των Κατασκευαστών (GPMA).
 
To Νοέμβριο του 2004, οι τρεις τράπεζες έκαναν μήνυση στον Εcclestone, σε μια προσπάθεια να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο επί του σπορ, κατηγορώντας τον Βρετανό ότι διοικούσε τον όμιλο εταιριών Formula 1 χωρίς να συμβουλευτεί τους υπόλοιπους συνεταίρους του, κατέχοντας μονάχα το 25% των μετοχών της επιχείρησης. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι τράπεζες είχαν δίκιο, και πολλοί προέβλεψαν ότι ο Ecclestone θα έχανε τον έλεγχο της Formula 1, αλλά ο ίδιος δήλωσε ότι η απόφαση αυτή δε θα άλλαζε τίποτα. Την επόμενη ημέρα έπειτα από την απόφαση του δικαστηρίου, ο Ecclestone συναντήθηκε με τους εκπροσώπους των ομάδων και τους προσέφερε 260 εκατομμύρια βρετανικές στερλίνες για τα επόμενα τρία χρόνια, για να συμφωνήσουν να ανανεώσουν ομόφωνα τη Συνθήκη Ομονοίας, η οποία έληγε το 2008. Δυο εβδομάδες έπειτα από αυτό, ο Gribkowsky δήλωσε ότι οι τράπεζες δεν είχαν καμία πρόθεση να αποσύρουν τον Ecclestone από τη θέση ισχύος στην οποία βρισκόταν (και εξακολουθεί να βρίσκεται)…
 
Τον Οκτώβριο του 2005, η Bayerische Landesbank ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της Speed Investments, χωρίς όμως να αγοράσει τις μετοχές των άλλων δυο τραπεζών. Ο Gribkowsky διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις με τη CVC, η οποία αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της SLEC (έναντι 1,45 δισεκατομμυρίων ευρώ) το Νοέμβριο του 2005. Έπειτα από την πώληση της F1 στη CVC, ο Gribkowksy εξαφανίστηκε από το προσκήνιο, παρά το γεγονός ότι η επίσημη ανακοίνωση της συμφωνίας ανέφερε ότι θα συνεργαζόταν με τον Donald McKenzie, τον εκπρόσωπο της καινούργιας ιδιοκτήτριας εταιρίας της επιχείρησης του σπορ.
 
Εδώ αρχίζουν και οι υποψίες των αρχών, καθώς η υπεύθυνη Τύπου της εισαγγελίας του Μονάχου, Barbara Stockinger ανέφερε σε ανακοίνωσή της ότι η πώληση των μετοχών της Bayerische Landesbank πραγματοποιήθηκε χωρίς αυτές να έχουν αξιολογηθεί σωστά.
 
Η εισαγγελία του Μονάχου προσπαθεί να διαπιστώσει αν ο 52χρονος Gribkowsky έπαιξε το ρόλο του διαμεσολαβητή και δωροδοκήθηκε για να φτιάξει μια ευνοϊκή προς την CVC συμφωνία (και να διατηρήσει τον Ecclestone επικεφαλής;), χωρίς να το γνωρίζει η Bayerische Landesbanke.
 
Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Gribkowsky δέχθηκε δυο συγκαλυμμένες πληρωμές μέσω συμβουλευτικών συμφωνιών. To 2006, μια βασιζόμενη στην Αυστρία εταιρία του Gribkowsky, δέχθηκε 22,5 εκατομμύρια δολάρια από την First Bridge Holding Limited, στη Μαυριτανία. Σε εκείνη την περίπτωση υπήρξαν υποψίες για ξέπλυμα χρήματος, αλλά δεν αποδείχθηκε τίποτα. Έπειτα από αυτή τη συναλλαγή, ο Gribkowsky συνεργάστηκε με τον γνωστό Αυστριακό δικηγόρο Gerald Toifl και δέχτηκε μια δεύτερη πληρωμή, ύψους 25 εκατομμυρίων δολαρίων, αυτή τη φορά από τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους.
 
Τα χρήματα αυτά μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στην GREP Ltd, μια θυγατρική εταιρία του (βασιζόμενου στo Salzburg της Αυστρίας) ιδιωτικού ιδρύματος του Gribkowsky, Sonnenschein, το οποίο ίδρυσε το Μάιο του 2007 ο Toifl. Σκοπός του Sonnenschein είναι η διατήρηση, η αύξηση και η καλύτερη δυνατή διαχείριση και διάθεση των περιουσιακών στοιχείων του ιδρύματος και η παροχή του δωρητή (Gribkowsky) και των ευεργετούμενων. Ο Toifl δήλωσε ότι δεν υπήρξε παράβαση κανενός νόμου, καθώς τα χρήματα δηλώθηκαν και φορολογήθηκαν στην Αυστρία. Ωστόσο, επειδή ο Gribkowsky είναι μόνιμος κάτοικος της Βαυαρίας, κατηγορείται στην πατρίδα του για φοροδιαφυγή και αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο φυλάκισης για πέντε έως δέκα έτη, εφόσον κριθεί ένοχος… Στην Αυστρία, η φορολόγηση του ποσού ανέρχεται στο 25% περίπου, ενώ στη Γερμανία ξεπερνάει το 40%. Πρόκειται για διαφορά που ξεπερνάει τα 7 εκατομμύρια ευρώ στην προκειμένη περίπτωση.
 
Στο τέλος του 2009, η GREP είχε στην κατοχή της 25 εκατομμύρια δολάρια. H Bayerische Landesbank δε γνώριζε την ύπαρξη του ιδρύματος Sonnenschein και μέχρι στιγμής, δεν είχε υποψίες ότι υπήρχαν παρατυπίες στην πώληση της Formula 1 στη CVC. Ωστόσο, το Υπουργείο Οικονομικών της Βαυαρίας διέταξε την τράπεζα να πραγματοποιήσει εσωτερική έρευνα.
 
Η γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung κίνησε τις υποψίες για τον Gribkowsky, θέτοντάς του σχετικά ερωτήματα στις 23 Δεκεμβρίου. Έπειτα από αυτό, η εισαγγελία του Μονάχου ανακοίνωσε ότι θα ερευνούσε το ζήτημα και ο Gribkowsky κλήθηκε να απολογηθεί στις 29 Δεκεμβρίου. Στις 5 Ιανουαρίου η γερμανική αστυνομία συνέλαβε τον 52χρονο.
 
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Gribκοwsky είχε κληθεί να απολογηθεί στην εισαγγελία. Το ίδιο είχε συμβεί και το Φεβρουάριο του 2010, για την υπόθεση της καταστροφικής αγοράς του ομίλου Hypo Alpe-Adria από την Bayerische Landesbank, υπό τις εντολές του. Το 2007, η Bayerische Landesbank αγόρασε το 50% (συν μια μετοχή) της αυστριακής τράπεζας Hypo Alpe-Adria, έναντι 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτή, αποδείχθηκε μια καταστροφική κίνηση και η Bayerische Landesbank αναγκάστηκε να επενδύσει άλλα 2,5 εκατομμύρια ευρώ στην αυστριακή επιχείρηση για να την κάνει βιώσιμη. Το 2008, η Bayerische Landesbank απέλυσε τον Gribkowsky (ο οποίος εργαζόταν εκεί 6 χρόνια) και ανακοίνωσε μείωση της αξίας της κατά 6,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Αργότερα εκείνη τη χρονιά, η τοπική κυβέρνηση της Βαυαρίας συμφώνησε να παραχωρήσει στη Bayerische Landesbank 13 δισεκατομμύρια δολάρια και εγγυήσεις για δάνεια. Η Bayerische Landesbank πούλησε την Hypo Alpe-Adria για ένα ευρώ και ζήτησε αποζημίωση από τον Gribkowsky και τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που ήταν υπεύθυνο για την καταστροφική αγορά. Συνεπώς, η είδηση ύπαρξης αυτών των χρημάτων ενδιαφέρει άμεσα την Bayerische Landesbank, η οποία ενδέχεται να προσπαθήσει να τα διεκδικήσει.
Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ