Ο Γάλλος είναι το μεγαλύτερο ταλέντο στην F1, συγκρίνεται μόνο με τον «σπαστικό» Ολλανδό, αλλά κανείς δε μιλά για αυτόν. Ήρθε η ώρα να δούμε την ιστορία του.
Η Formula1 βρίθει ταλέντου τα τελευταία τρία χρόνια. Οδηγοί όπως ο Verstappen, o Sainz, o Wehrlein είναι το μέλλον του σπορ, όλοι τους με ξεχωριστές δυνατότητες και πολύ μεγάλη δυναμική. Ο Esteban Ocon είναι σαν «αόρατος», παρά την μέχρι τώρα πορεία του και τα δείγματα του ταλέντου του μέσα στην πίστα, ακόμα και στην απαιτητική F1.
Ο Γάλλος γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1996 στο Εβρέ της Νορμανδίας, από γονείς με ισπανικές καταβολές. Ξεκίνησε από τα καρτ, σε ηλικία 10 ετών, και παρέμεινε εκεί για μία 6ετία, αποδεικνύοντας τη δυναμική του, παρά το ύψος του.
Όταν το 2012 βρέθηκε στη Eurocup Formula Renault 2.0, ήδη θεωρείτο ένα μεγάλο, ανερχόμενο ταλέντο, ακόμη ένα σε μία αρκετά πλούσια γενιά. Η πρώτη του χρονιά με μονοθέσιο δεν στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία, με μόλις 4 τερματισμούς στους βαθμούς, ενώ παράλληλα αγωνίστηκε και στη Formula Renault 2.0 Alps, με δύο βάθρα, και τα δύο στο Red Bull Ring.
Το 2013 κέρδισε μία θέση στην ART Junior Team, την φημισμένη ομάδα των μικρότερων κατηγοριών. Τότε ήταν που έκανε το πρώτο του μεγάλο «ξέσπασμα», με την νίκη του στο Castellet, ενώ έκλεισε τη χρονιά τρίτος στη βαθμολογία. Μαζί με τη Formula Renault 2.0, o Ocon αγωνίστηκε σε Hungaroring και Castellet στην Renault 3.5, παίρνοντας 2 βαθμούς.
Το μεγάλο βήμα έγινε το 2014, όταν ο 18χρονος τότε Ocon μετέβη στη Formula 3, για λογαριασμό της Prema, ακόμη ενός μεγάλου κεφαλαίου στις μικρές κατηγορίες στο δρόμο προς την F1. Μάλιστα, συμμετείχε και στην Ευρωπαϊκή F3, με την ίδια ομάδα, κατακτώντας το πρωτάθλημα με άνεση, όντας πρωτοπόρος από τον πρώτο κιόλας αγώνα στο Silverstone, επικρατώντας των αντιπάλων του 9 φορές. Την ίδια χρονιά, η Lotus τον ενέταξε στο δυναμικό της, δίνοντάς του μάλιστα την ευκαιρία να οδηγήσει το μονοθέσιο της ομάδας στο FP1 του GP Άμπου Ντάμπι. Αυτή ήταν κι η πρώτη του επαφή με μονοθέσιο F1.
Το GP3 ήταν ο επόμενος σταθμός στην καριέρα του Γάλλου το 2015, με την ART Grand Prix να του δίνει ακόμα μία φορά θέση στην ομάδα της. Ακόμη ένας τίτλος προστέθηκε στην λίστα για τον Ocon, καθώς κέρδισε τον μεγάλο του αντίπαλο εκείνη τη χρονιά, Luca Ghiotto, αν και κατέκτησε μόλις μία νίκη.
Το 2015 ήταν σημαντικό, όχι μόνο για την κατάκτηση του πρωταθλήματος στο GP3, αλλά και γιατί πλέον είχε μπει για τα καλά στο ραντάρ των μεγάλων ομάδων. Συγκεκριμένα, η Mercedes υπέγραψε μαζί του, τοποθετώντας τον στη θέση του δοκιμαστή, δίνοντάς του ευκαιρίες να δοκιμάσει με την ομάδα, αλλά και με τη Force India.
Το 2016 ήρθε ο «δανεισμός» στη Renault, αν και οι σχέσεις με την Mercedes έμεινας δυνατές, καθώς οι Γερμανοί του έδωσαν μία θέση στο DTM. Εκεί, ο Ocon πήρε μόλις 2 βαθμούς σε 10 αγώνες, μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου.
Ο Rio Haryanto, οδηγός της Manor εκείνη τη χρονιά, ήταν κάτι λιγότερο από αναποτελεσματικός, και με την υποστήριξη από την κυβέρνηση της Ινδονησίας να αποτελεί παρελθόν, η Mercedes έδωσε τη θέση του στον Ocon. Ο Γάλλος έκανε το ντεμπούτο του στην F1 στο Spa. Καλύτερό του αποτέλεσμα η 12η θέση στο Άμπου Ντάμπι, και τα καλύτερα ακόμα δεν είχαν έρθει.
Το 2017 τον βρίσκει στη Force India, την 4η καλύτερη ομάδα μέχρι στιγμής, πλάι σε έναν πολύπειρο οδηγό, που όμως δεν τον έχει υποσκελίσει. Η διαφορά τους είναι μόλις 9 βαθμοί, ο Γάλλος πείθει με την ταχύτητά του τόσο στις κατατακτήριες, όσο και στους αγώνες. Δουλεύει σκληρά, πιέζει τον εαυτό του, κι ας κάνει λάθη, που μόνο η πείρα που του λείπει μπορεί να τα δικαιολογήσει.
Το εργασιακό ήθος αυτού του οδηγού καθίσταται εμφανές κι από αυτά που λέει:
«Πρέπει να δουλέψω πολύ σκληρά. Διαθέτω πολύ μικρότερη εμπειρία από τον Sergio, γι' αυτό πρέπει να καλύψω κάποιες λεπτομέρειες που αυτός υπερτερεί. Πριν και μετά τους αγώνες κάθομαι στο εργοστάσιο και δουλεύω στον προσομοιωτή. Αυτό νομίζω πως κάνει την μεγάλη διαφορά. Δεν θέλω να μιλήσω με αριθμούς, οπότε ας κρατήσουμε αυτό. Δουλεύω πολύ περισσότερο».
Χρειάζεται να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή, ως θεατές αλλά κι ως media, σε έναν οδηγό που πήρε τις ευκαιρίες του και ποτέ δεν απογοήτευσε. Δεν πουλάει σαν όνομα, κι αυτό του κοστίζει. Δεν τον αποκάλεσε ποτέ κανείς «μελλοντικό πρωταθλητή», κι αυτό μπορεί να του κάνει καλό στο τέλος._Δ.Μ.