Η οικογένεια Williams θα αφήσει τα ηνία της ομάδας που ο πατριάρχης της, Sir Frank, ίδρυσε μαζί με τον Patrick Head πριν 43 χρόνια. Αυτή είναι μία σύντομη αναδρομή στην πλούσια ιστορία της.
Το τελευταίο προπύργιο του ρομαντικού μηχανοκίνητου έπεσε. Η Williams Grand Prix Engineering, όπως είναι η πλήρης κι επίσημη ονομασία της ομάδας, πέρασε εδώ και μερικές ημέρες στα χέρια Αμερικανών επενδυτών, κι η οικογένεια Williams αφήνει τα σκήπτρα της κι θα απόσχει από την ενασχόληση με αυτήν με το πέρας του προσεχούς Ιταλικού Grand Prix.
Από το Ισπανικό Grand Prix του 1977, με τον Patrick Neve στο σασί μίας March, μέχρι και το Ιταλικό GP που θα γίνει σε 3 μέρες, η ομάδα υπό τον Sir Frank Williams θα μετρά:
- 738 συμμετοχές (727 ως κατασκευαστής),
- 9 πρωταθλήματα κατασκευαστών (1980, 1981, 1986, 1987, 1992, 1993, 1994, 1996, 1997),
- 7 πρωταθλήματα οδηγών (1980, 1982, 1987, 1992, 1993, 1996, 1997),
- 114 νίκες,
- 312 βάθρα,
- 128 pole positions
Ο Frank Williams ξεκίνησε την ομάδα Williams το 1977, όταν η προηγούμενη ομάδα του, Frank Williams Racing Cars, δεν έτυχε της επιτυχίας που ο ίδιος επιθυμούσε. Παρά την ύπαρξη ενός νέου ιδιοκτήτη, του Καναδού εκατομμυριούχου Walter Wolf, και τη μετονομασία της ομάδας σε Wolf-Williams Racing το 1976, το μονοθέσιο δεν ήταν ανταγωνιστικό. Τελικά, ο Williams αποχώρησε από την Wolf και μετακόμισε στο Didcot για να ξαναχτίσει την ομάδα του ως “Williams Grand Prix Engineering”. Ο ίδιςο στρατολόγησε τον νεαρό μηχανικό Patrick Head για να εργαστεί για την ομάδα, δημιουργώντας τη συνεργασία “Williams-Head”, 43 χρόνια πριν.
Στις αρχές του 1978 ήταν φανερό ότι η «ανυποληψία» του Frank Wiliams στη Formula 1 είχε αποκτήσει ημερομηνία λήξης, αφού υπήρχε πλέον ένας πολύ δυνατός χορηγός από οικονομικής πλευράς, που δεν ήταν άλλος από τους βαθύπλουτους ιδιοκτήτες της σαουδαραβικής αεροπορικής εταιρείας «Saudia». «Ο Frank βρήκε πετρέλαιο!» έλεγαν γι αυτόν όσοι τον ήξεραν, πιστεύοντας ίσως πως ούτε αυτή τη φορά θα κατάφερνε να διακριθεί. Ο καταξιωμένος στις ημέρες μας ιδιοκτήτης της Williams είχε ξεκινήσει γεμάτος ελπίδες τη σταδιοδρομία του ως ιδιοκτήτης αγωνιστικής ομάδας της Formula 1 το 1969. Όμως, όλες οι προσδοκίες διαψεύστηκαν με τον πιο τραγικό τρόπο στο Zandvoort το 1970, όπου ο οδηγός του έχασε τη ζωή του παγιδευμένος στις φλόγες του μονοθεσίου του, ύστερα από μια καταστροφική έξοδο. Από τις ημέρες εκείνες και έως τις αρχές του 1978 οι αποτυχημένες προσπάθειες διαδέχονταν η μία την άλλη και είναι θαύμα το ότι ο Frank δεν τα παράτησε. Μεταξύ πολλών άλλων, μόνιμο πρόβλημά του ήταν το οικονομικό. Κάποτε, προσπαθώντας να αποφύγει ένα πιλότο στον οποίο χρωστούσε λεφτά, κρύφτηκε για ώρες πάνω σε ένα δένδρο. Μιαν άλλη φορά, αναγκάστηκε να πουλήσει το παντελόνι του, προκειμένου να ανεφοδιάσει με βενζίνη το αυτοκίνητό του και να φτάσει σε κάποιο αγώνα.
Το 1979, μόλις στη δεύτερη χρονιά της ως κατασκευαστής με πλήρη συμμετοχή στο σπορ, κατακτά τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα των Κατασκευαστών, και τις πρώτες τέσσερις νίκες της ιστορίας της, δια χειρός Clay Regazzoni κι Alan Jones.
Ο Αυστραλός ήταν ο απόλυτος ‘οδηγός Williams’, όπως θα τον χαρακτήριζε ο ίδιος ο Sir Frank, που του είχε μεγάλη αδυναμία. Κι αυτό, γιατί το 1980, 3 χρόνια από την ίδρυσή της, η ομάδα θα εστέφθει Πρωταθλήτρια Κατασκευαστών κι Οδηγών, με τον Jones πρωταθλητή – τον πρώτο στην ιστορία της. Τότε, ο συγκινημένος Sir Frank θα έλεγε: «Αυτό είναι το καλύτερο συναίσθημα στον κόσμο».
Το 1981, η ομάδα επανέλαβε το κατόρθωμά της σε επίπεδο Κατασκευταστών, ενώ επέστρεψε στην κορυφή των Οδηγών με τον Keke Rosberg στη χαοτική σεζόν του 1982, κατά την οποία ο Φινλανδός κατάφερε να εξασφαλίσει τον τίτλο με μόλις μία νίκη.
Το 1983, η στροφή στους υπερτροφοδοτούμενους κινητήρες είδε την Williams να δυσκολεύεται με τον ατμοσφαιρικό V8 Cosworth, με αποτέλεσμα να μείνει πίσω σε σχέση με τον ανταγωνισμό, οπότε η στροφή στη Honda και τους turbo κινητήρες της για το 1984 ήταν μονόδρομος.
Αυτή η συνεργασία έμελλε να κρατήσει 4 σεζόν. Η πρώτη ήταν αναμφίβολα κι η πιο δύσκολη, αλλά από το 1985 ως και το 1987, η ομάδα κατακτά δύο τίτλους στους Κατασκευαστές κι έναν στους οδηγούς, με τον Nelson Piquet στα ηνία της ομάδας, έχοντας κόντρα με τον ομόσταυλό του, Nigel Mansell.
Το 1986, όμως, ο Sir Frank εμπλέκεται σε τροχαίο ατύχημα που τον αφήνει παράλυτο από τη μέση και κάτω, καθηλωμένο σε αναπηρικό αμαξίδιο για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο μαχητικός Βρετανός δεν το έβαλε κάτω, και συνέχισε να ηγείται της ομάδας του, επιστρέφοντας στα καθήκοντά του 9 μήνες μετά.
Το 1989 έρχεται η σειρά της Renault να τροφοδοτήσει με το κινητήριο σύνολό της την ομάδα του Grove. Ο Thierry Boutsen κερδίζει δύο αγώνες σε Καναδά και Αυστραλία, κι εγκαινιάζει θετικά την νέα συνεργασία.
Έτσι συνεχίζει και το 1990 η ομάδα, που όμως δεν μπορεί να φτάσει σε δυναμική τις McLaren και Ferrari, και μένει πίσω, παρατηρητής.
Από εκεί κι έπειτα, όμως, ξεκινά η αντεπίθεσή της. Το 1991 έρχεται δεύτερη στο πρωτάθλημα των κατασκευαστών, κι αυτό καθαρά λόγω ζητημάτων αξιοπιστίας, αφού η FW14 ήταν μονοθέσιο ικανό για τίτλο.
Το 1992, η ομάδα καταφτάνει στις πίστες με την επαναστατική FW14B, που έφερε τις ενεργές αναρτήσεις, το σήμα κατατεθέν της, αυτό που την ξεχώρισε και που βοήθησε τον Nigel Mansell να φτάσει στον πρώτο (και μοναδικό) προσωπικό του τίτλο και στο double μαζί με την κατάκτηση του πρωταθλήματος στους κατασκευαστές.
Το επίτευγμα επαναλαμβάνεται το 1993, με τον Alain Prost να επιστρέφει στην ενεργό δράση για να κατακτήσει το 4ο πρωτάθλημά του.
Το 1994, ο Ayrton Senna υπογράφει με την ομάδα και έμοιαζε έτσι να ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία τόσο του ίδιου, όσο και της ομάδας. Ο αιφνίδιος θάνατός του στην Ίμολα την Πρωτομαγιά του 1994 σόκαρε την κοινή γνώμη, σόκαρε περισσότερο απ’όλους και την ίδια τη Williams, που αν και ξεκίνησε κάκιστα τη χρονιά, εντούτοις πήρε τον τίτλο των κατασκευαστών, και λίγο έλειψε να πάρει κι εκείνο των οδηγών, με τον Damon Hill ως το νο.1 της.
Το 1995, η ομάδα χάνει αμφότερους τους τίτλους, όμως η διετία 1996-1997 έρχεται να τους ανταμείψει. Πρώτα ο Hill, και μετά ο Jacques Villeneuve έφεραν στην ομάδα διαδοχικά doubles, τα τελευταία της πρωταθλήματα μέχρι και σήμερα 23 χρόνια μετά.
Έκτοτε, η Williams βρέθηκε ουκ ολίγες φορές κοντά στην κορυφή, ειδικά με την BMW, η οποία επέστρεψε στη Formula 1 το 2000 και σύναψε αποκλειστική συμφωνία με τους Βρετανούς για την προμήθεια κινητήρων. Ο ταλαντούχος νέος Juan Pablo Montoya υπήρξε ο άνθρωπος που ηγήθηκε στα πηδάλια της ομάδας μέχρι και το 2004. Σε αυτό το διάστημα, η ομάδα κατακτά 10 νίκες, και το 2003 βρίσκεται κοντά στον τίτλο των οδηγών, αν και στο τέλος ηττήθηκε από τη Ferrari.
Η επιστροφή στους Cosworth κινητήρες το 2006 μπορεί να θεωρηθεί η αρχή του κακού για την ομάδα. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα, το Grove πέρασε από πολλές μεταβατικές περιόδους, αλλάζοντας προμηθευτές, οδηγούς, επικεφαλής τεχνικών τμημάτων, ψάχνοντας την ταυτότητά της σε ένα σπορ που κινείτο όλο και πιο κοντά στην τυποποίηση και το ‘big corporation’.
Το 2012 κατακτά την -μέχρι και σήμερα- τελευταία της νίκη, δια χειρός Pastor Maldonado, στο Ισπανικό Grand Prix. Θα έρθει στο τοπ 3 της κατάταξης των κατασκευαστών το 2014 και το 2015, για να αρχίσει η συνεχής παρακμή μέχρι και σήμερα.
Προ μηνών, η ομάδα τέθηκε προς πώληση από την οικογένεια Williams, η οποία και κατείχε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της. Η Dorilton Capital πλειοδότησε και βρέθηκε να έχει στην κατοχή ένα από τα πιο ισχυρά brands του παγκόσμιου μηχανοκίνητου αθλητισμού.
Με δράσεις στον χώρο της τεχνολογίας, μέσω του τμήματος Williams Advanced Engineering, και με παρουσία σε άλλες κατηγορίες, όπως η Formula E, η Williams αποτελεί έναν τεράστιο παίκτη του χώρου, που όμως πληγώθηκε από τον πυρήνα του, τη Formula 1.
Η αποχώρηση της οικογένειας, του Sir Frank και της Claire, από την κεφαλή της είναι μία κίνηση-τομή στην 70χρονη ιστορία του σπορ, όχι μόνο στην 43χρονη της ομάδας._Δ.Μ.