Αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, και αν βέβαια μας αξίζει ο Παράδεισος, κάπως έτσι πρέπει να είναι… Σαν πίνακας ζωγραφικής γεμάτος αρμονία, σαν τα Ζαγοροχώρια, για παράδειγμα!
Αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, και αν βέβαια μας αξίζει ο Παράδεισος, κάπως έτσι πρέπει να είναι… Σαν πίνακας ζωγραφικής γεμάτος αρμονία, σαν τα Ζαγοροχώρια, για παράδειγμα!
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ τεύχος, και δε θα μπορούσαμε να μην το συνδυάσουμε με ένα Οδοιπορικό, που αποτελεί ουσιαστικά και την πρότασή μας για αυτές τις ημέρες. «Πού λεφτά για βόλτες…» θα αναρωτηθείτε, με το δίκιο σας, αλλά, αν πραγματικά τα καταφέρετε, επιβιβαστείτε στο αυτοκίνητό σας, ντυθείτε ζεστά και πηγαίνετε αμέσως σε ένα από τα ωραιότερα μέρη της Ελλάδας, και όχι μόνο… Από αυτά που μας κάνουν να υποστηρίζουμε ότι σαφώς και είμαστε το ωραιότερο «οικόπεδο» του κόσμου. Αν μάλιστα το αυτοκίνητό σας είναι τόσο φιλόξενο, άνετο και οικονομικό όσο το λευκό Kia pro_cee’d CRDi του οδοιπορικού μας, τότε θα έχετε καταφέρει να μειώσετε αρκετά και το απαιτούμενο μπάτζετ, εκμεταλλευόμενοι τη μεγάλη αυτονομία που του προσφέρει ο σωστός τουρμποντίζελ 1.4. Αν, πάλι, δεν τα καταφέρετε, εδώ είμαστε εμείς. Επιβιβαστείτε μαζί μας και για τις επόμενες σελίδες… φύγαμε για Ζαγόρια!
Από την Άρτα και πάνω… καμία σχέση!
Αν θα μπορούσαμε να επιβιβαστούμε σε μια χρονοκάψουλα και να τηλε-μεταφερθούμε, χωρίς να χρειαστεί να οδηγήσουμε στην απαράδεκτη Αθηνών-Πατρών και να διασχίσουμε Μεσολόγγι, Αγρίνιο κτλ., σίγουρα θα το επιλέγαμε. Δύσκολη και επικίνδυνη διαδρομή, γεμάτη εισπρακτικές κάμερες ραντάρ με αστεία όρια ταχύτητας, και με μοναδική ευρωπαϊκή πινελιά τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, η οποία σου εξοικονομεί τόσο πολύ χρόνο και ηρεμία, ώστε σε αναγκάζει να πεις… χαλάλι τα 13,20 ευρώ. Καλή διάθεση, όμως, αφού γνωρίζουμε ότι ο προορισμός θα μας αποζημιώσει με το παραπάνω, και συζήτηση για το πού θα ξεκινήσουμε τη φωτογράφιση. «Στη λίμνη των πηγών Λούρου» λέει ο Θάνος, υπολογίζοντας ότι αυτήν την εποχή, και με τις συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες εκείνου του πρωινού -ωραίο, υγιεινό κρύο και ηλιοφάνεια-, το τοπίο θα ήταν σαν ζωγραφιά. Και είχε απόλυτο δίκιο!
Χρειαζόμαστε κανένα μισάωρο για να απεικονίσουμε πρώτα με τα μάτια μας (δεν το χορταίνεις) και έπειτα με την Canon αυτό που βλέπουμε και ζούμε. Πόσο ωραία τα σχεδιάζει η φύση και πόσο άνετα μπορούμε να τα καταστρέψουμε εμείς μέσα σε δευτερόλεπτα; Αυτό και άλλα ερωτήματα μας γεμίζουν τη σκέψη, ενώ ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι και ο Κορεάτης μας ταιριάζει γάντι με το όλο σκηνικό, σαν μια ιδανική, λευκή πινελιά σε ένα έργο τέχνης. Ένα αυστηρά 3θυρο -αλλά με μαεστρία σχεδιασμένο- αμάξωμα, με επιθετικές γραμμές, μικρά πίσω παράθυρα και δυναμικά φωτιστικά εμπρός και πίσω, καταφέρνει να τραβάει τα βλέμματα όλων, όντας ο ορισμός του κουπέ μοντέλου. Ως κουπέ, λοιπόν, που σέβεται τον εαυτό του, διαθέτει μεγάλες εμπρός πόρτες, οι οποίες μόλις ανοίξουν αποκαλύπτουν ένα φιλόξενο σαλόνι με μεγάλους χώρους, δυσανάλογους των εξωτερικών του διαστάσεων, και ισάξιους των ευρύχωρων μικρομεσαίων της αγοράς. Ελάχιστες υποχωρήσεις θα πρέπει να κάνουν μόνο όσοι καθίσουν στο πίσω μέρος και έχουν ύψος πάνω από 1.80 μ., αφού η ελκυστική κατά τα άλλα γραμμή της οροφής έχει περιορίσει -σε λογικά επίπεδα- το διαθέσιμο χώρο για τα κεφάλια.
Κεντρικά, δυτικά και διανυκτέρευση… Μεγάλο Πάπιγκο!
Από εκεί και πάνω, το σκηνικό αλλάζει 180 μοίρες. Για την πρώτη ημέρα αποφασίζουμε να περάσουμε από τα πιο γνωστά χωριά, που βρίσκονται βορειοδυτικά των Ιωαννίνων και, δικαίως, διεκδικούν το άτυπο βραβείο των ωραιότερων ορεινών οικισμών της πατρίδας μας. Είναι γκρίζα, πετρόχτιστα, με ιδιαιτερότητα στην κατασκευή των σκεπών τους, λες και έχουν επιλέξει να καμουφλαριστούν για να μην ξεχωρίζουν από τα βράχια. Όσα οδοιπορικά και αν έχεις κάνει, σε όσα μέρη του κόσμου και αν έχεις ταξιδέψει, οι εικόνες που συναντάς εδώ «δεν υπάρχουν» – για να μιλήσουμε και στη γλώσσα της εποχής μας.
Ενιαία αρχιτεκτονική, απότομα βράχια, τζάκια που καπνίζουν, μονοπάτια που διασχίζουν τα -κιτρινωπά αυτήν την εποχή- δάση και γραφικά καλντερίμια συνθέτουν το σκηνικό, στο οποίο κυριαρχούν η χαράδρα του Βίκου και οι πύργοι της Αστράκας. Ενδιάμεσα, γραφικές ταβέρνες γεμάτες από τοπικές γεύσεις, παραδοσιακές ηπειρώτικες πίτες και, φυσικά, κρασί και τσίπουρο συνθέτουν με τη σειρά τους ένα διαφορετικό οδοιπορικό -γεύσεων αυτήν τη φορά-, ικανό να σε κάνει να αφήσεις την οδήγηση και να του αφοσιωθείς. Αν, βέβαια, ξεπεράσεις τα όρια, το μόνο για το οποίο δεν πρέπει να ανησυχείς είναι το αν θα βρεις κάπου να κοιμηθείς. Οι επιλογές είναι αναρίθμητες σε σχεδόν όλα τα χωριά της περιοχής, από το μοναχικό πλέον, αλλά πανέμορφο Τσεπέλοβο έως και το αφιερωμένο στον -μαζικό- τουρισμό Μονοδένδρι. Στην κορυφή; Μα, τα πασίγνωστα Μικρό και Μεγάλο Πάπιγκο, αλλά και η Αρίστη, η οποία τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μεγάλη άνθηση.
Αργά το απόγευμα, ο Θ.Η. εναποθέτει πια, αφού το φως έχει χαθεί, και αρχίζουμε τη φιδωτή ανάβαση για το Μεγάλο Πάπιγκο, όπου έχουμε αποφασίσει να διανυκτερεύσουμε, έχοντας κάνει ένα πολύ άνετο ταξίδι με το Kia pro_cee‘d. Tα καθίσματά του είναι πολύ άνετα και ιδανικά για μεγάλα ταξίδια, αφού είναι όσο σκληρά χρειάζεται για να μη βυθίζεται το σώμα. Ταυτόχρονα, η θέση οδήγησης είναι όπως πρέπει, και όρθια μάλιστα, αν αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε για κουπέ μοντέλο, ενώ τα υλικά του ταμπλό και η σωστή συναρμογή τους ολοκληρώνουν την καλή εικόνα στα εντός του αυτοκινήτου μας! Μπαίνοντας στο χωριό, συναντάμε στα αριστερά τις εργασίες που γίνονται για το νέο μεγάλο δημοτικό πάρκινγκ και αμέσως μετά κάνουμε δεξιά, στο γνωστό καμπαναριό, προς το «Μικρό». Εκεί βρίσκεται το ξενοδοχείο Astra, που έχουμε επιλέξει για να μείνουμε το βράδυ, και που σαφώς σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα. Βέβαια, για να μην αδικούμε και τους υπόλοιπους ξενώνες της περιοχής, είναι αλήθεια ότι σχεδόν όλοι τους έχουν τα know-how της φιλοξενίας.
Μέσα από συζητήσεις που κάνουμε, όμως, με τους ανθρώπους του ξενοδοχείου αλλά και με ντόπιους, κατά τη διάρκεια της βραδινής μας… περατζάδας στους -4 βαθμούς Κελσίου, διαπιστώνουμε ότι το θέμα της διαμονής σε αυτά τα μέρη έχει κάπως ξεφύγει. Από τη μία, τα αναρίθμητα κρεβάτια (μόνο στο Μεγάλο Πάπιγκο 650 κλίνες…) και, από την άλλη, οι υπερπολυτελείς ανέσεις που προσφέρουν δείχνουν να μην ταιριάζουν με το υπόλοιπο -μαγικό- σκηνικό. Όχι, δε θέλουμε τζακούζι και σπα στην Ήπειρο. Θέλουμε ωραία, καθαρά και ζεστά δωμάτια και, οπωσδήποτε, γραφικά ταβερνάκια, όπως του Νίκου και της Ιουλίας Τσουνάμη, στο οποίο γράφουμε και το γευστικό επίλογο της ημέρας μας, απολαμβάνοντας και λίγο «θησαυρό» από το ολοκαίνουργιο καζάνι του…
Προς Βάλια Κάλντα…
Ξύπνημα νωρίς για το σωστό φωτογραφικά φως, και σύντομη επίσκεψη στο Μικρό Πάπιγκο. Δυστυχώς, δεν έχουμε χρόνο να περιμένουμε να δούμε το ηλιοβασίλεμα από τον πετρόχτιστο ναό των Ταξιαρχών, αλλά εσείς επιλέξτε το. Στη σύντομη διαδρομή, μάλιστα, από το Μεγάλο στο Μικρό Πάπιγκο, σταματήστε για να δείτε στο αριστερό σας χέρι τις πηγές Ρογκοβού, που είναι γνωστές και ως «Κολυμπήθρες». Πρόκειται για μικρές φυσικές πισίνες, κρυμμένες μέσα στα πλατάνια, στις οποίες λέγεται ότι έκανε τα μπάνια του ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων.
Στην επιστροφή, μας περιμένει πρωινό-βάλσαμο από τη φιλόξενη ομάδα των αδερφών Σπύρου και Κώστα στο ξενοδοχείο μας. «Αν είχατε τζιπ, θα σας πρότεινα να πάτε στα ανατολικά Ζαγόρια και στη Βοβούσα από μέσα, απ’ το χωματόδρομο. Με τούτο το λευκό, όμως, κατεβείτε Γιάννενα και πάρτε την Εγνατία.» Αυτό μας συμβουλεύει ο Κώστας και, βεβαίως, τον ακούμε, ξεκινώντας τη δεύτερη ημέρα του οδοιπορικού μας για χωριά όπως αυτά της κοιλάδας του Βάρδα, Γρεβενίτι, Ελατοχώρι, Μακρίνο, Φλαμπουράρι, Τρίστενο, αλλά και αυτά της κοιλάδας του Ζαγορίτικου (Ανθρακίτης, Καρυές, Δόλιανη), καθώς και την πανέμορφη Βοβούσα με το χαρακτηριστικό γεφύρι πάνω από τον ποταμό που τη διασχίζει, στην οποία και καταλήγουμε. Τα νερά του ποταμού, μάλιστα, φαίνεται να έχουν διχάσει αυτήν την περίοδο την τοπική κοινωνία, και όχι μόνο… αφού κάποιοι θέλουν να τα οδηγήσουν προς τα Γιάννενα και κάποιοι άλλοι αντιστέκονται σε αυτό.
Στα όρια του Εθνικού Δρυμού της Βάλια Κάλντα, λοιπόν, και αλλαγή -αρχιτεκτονικού- σκηνικού, με οικήματα πιο απλά στο μάτι, τα οποία δεν καλύπτονται από τις χαρακτηριστικές, κοφτές πέτρες, αλλά από κεραμίδια. Από την άλλη, όμως, αυτά τα χωριά δε φαίνεται να έχουν αλλοιωθεί στο ελάχιστο από τις έντονες τουριστικές επιρροές, όντας για πολλούς τα πιο αυθεντικά Ζαγόρια. Όλη αυτήν την ώρα και σε όλα αυτά τα χιλιόμετρα, το Kia μάς αποδεικνύει την εφ’ όλης της ύλης εξέλιξή του. Έπειτα από συνολικά 1.150 χιλιόμετρα μαζί του, σημειώνουμε με έντονα γράμματα τον υποδειγματικό τρόπο που καταπίνει η ανάρτηση τις ανωμαλίες του δρόμου, θυμίζοντας τα περάσματα των αντίστοιχων γερμανικών σεντάν από αυτές, ενώ, όταν ο ρυθμός ανεβαίνει, οι κλίσεις του αμαξώματος ούτε ενοχλούν ούτε τρομάζουν, συμπληρώνοντας μια σωστή και ουδέτερη οδική συμπεριφορά!
Από την άλλη, ο κινητήρας των 90 ίππων μπορεί να μη βάζει φωτιά στην άσφαλτο, αλλά, αν εκμεταλλευτείς σωστά το ωφέλιμο εύρος στροφών (1.500 με 3.500 σ.α.λ.) και το θετικό και γρήγορο 6τάχυτο μηχανικό κιβώτιο ταχυτήτων, τότε μπορείς να κινηθείς και αρκετά σβέλτα μαζί του. Όσο για την οικονομία και την αυτονομία; Ούτε λόγος… 700+ χιλιόμετρα με ένα φουλάρισμα, αρκετά γρήγορο ρυθμό και μέση κατανάλωση 6,9 λίτρα/100 χλμ.
Επιστροφή από τα επιβλητικά… Μετέωρα!
Δε θέλουμε με τίποτα να χαλάσουμε τις εικόνες που έχουν αποτυπωθεί στο μυαλό μας, ελάχιστες ημέρες πριν από τις γιορτές. Δεν υπάρχει, συνεπώς, ούτε μία περίπτωση να γυρίσουμε πίσω από τον αγχωτικό δρόμο των Πατρών. Η λύση είναι μία. Εγνατία Οδός, ολιγόωρο διάλειμμα στο πάντα ενδιαφέρον Μέτσοβο και συνέχεια προς την Καλαμπάκα και τα -πάντα εντυπωσιακά- Μετέωρα! Με φόντο τους «ακροπολικούς» βράχους με τα κρεμαστά μοναστήρια, ολοκληρώνουμε και αυτό το οδοιπορικό στον ωραιότερο χειμερινό προορισμό της χώρας μας. Καλές γιορτές σε όλους!_ Μ. Σαλ.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΜΑΝΩΛΗΣ ΣΑΛΟΥΡΟΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ