Στις 8 Οκτωβρίου 1978 ο Gilles Villeneuve κέρδισε στo Montreal του Καναδά την πρώτη από τις έξι νίκες του στην Formula 1, στο cockpit της Ferrari 312 Τ3.
Με τα παγκόσμια πρωταθλήματα ήδη να έχουν κριθεί (o Mario Andretti πήρε των οδηγών και η Lotus των κατασκευαστών), αλλά και τη βαριά απώλεια του Ronnie Peterson στη Monza, διεξήχθη στις 8 Οκτωβρίου 1978 το Grand Prix του Καναδά. Ο Jean Pierre Jarrier (αντικαταστάτης του αδικoχαμένου Peterson στο cockpit της Lotus, για τους δύο τελευταίους αγώνες της σεζόν) ήταν ο νικητής στα δοκιμαστικά. Για τον ταλαντούχο Γάλλο ήταν καιρός να προσθέσει επιτέλους στο ενεργητικό του μία νίκη. Οδηγώντας εξαιρετικά προηγήθηκε επί ογδόντα λεπτά, αλλά μια διαρροή λαδιού του στέρησε την τελευταία και πιο μεγάλη ευκαιρία να ανέβει πρώτος στο βάθρο των νικητών. Ο επερχόμενος Gilles Villeneuve κράτησε την κορυφή για τα υπόλοιπα τριάντα πέντε λεπτά και έφερε την Ferrari 312 T3 πρώτη στη γραμμή του τερματισμού. Ήταν μια νίκη που πανηγυρίστηκε δεόντως από τους θεατές, καθώς ένα δικό τους παιδί (Γαλλοκαναδός) κέρδισε τον αγώνα της πατρίδας του, που εκείνη τη χρονιά για πρώτη φορά είχε μεταφερθεί στο Montreal, όπου διεξάγεται μέχρι και σήμερα.
Ο Gilles Villeneuve ήταν απρόβλεπτος και κανένας από τους υπόλοιπους οδηγούς της Formula 1 δεν ήξερε ποτέ από ποια πλευρά η Ferrari του θα επιχειρούσε να προσπεράσει. Αρκετοί αγώνες του κατέληξαν στα προστατευτικά σύρματα της πρώτης στροφής, αμέσως μετά την εκκίνηση. Ο θεαματικός Γαλλοκαναδός έπρεπε οπωσδήποτε να περάσει μπροστά, άσχετα αν μπορούσε ή αν χώραγε.
Η επιλογή του για την Ferrari αποφασίστηκε από τον «Κομεντατόρε», που αδιαφόρησε για το γεγονός ότι ο νεαρός ήταν μια άγνωστη οντότητα για τη Formula 1. Eίχε κάνει μόνο ένα Grand Prix με την McLaren στο Silverstone το 1977, όπου απλώς τερμάτισε. Στο τέλος της επόμενης περιόδου ο Enzo Ferrari δικαιώθηκε, βλέποντας τον Gilles Villeneuve να κερδίζει με την 312 Τ3 την πρώτη του νίκη στο Μόντρεαλ, μπροστά στους συμπατριώτες του.
Το 1979 μαζί με τον Jody Scheckter συνέθεσαν ένα τρομερό δίδυμο, το καλύτερο από την εποχή των Phil Hill και Wolfgang von Trips, που έφερε στο Μaranello και τους δύο παγκόσμιους τίτλους στο τέλος της χρονιάς. Kαι φυσικά, υπάρχει και η μάχη με τον Arnoux στο Γαλλικό Grand Prix, μια από τις καλύτερες στιγμές της Formula 1 διαχρονικά
Χρειάστηκε να κάνει μεγάλη υπομονή το 1980, με τα αρνητικά αποτελέσματα της Ferrari 312 T5, ενός από τα χειρότερα μονοθέσια στην ιστορία της Scuderia στη Formula 1. Άλλωστε, γνώριζε ότι θα είχε εκείνος τον πρώτο λόγο στα υπερτροφοδοτούμενα μονοθέσια που προετοίμαζε η ιταλική εταιρεία.
Οι δύο νίκες του 1981 με τους νέους V6 κινητήρες υπόσχονταν πολλά, καθώς η ορμή του Καναδού δεν αντιστοιχούσε παρά μόνο στους οδηγούς των αγώνων της δεκαετίας του 1950 (περισσότερο από όλους, θύμιζε τον Jose Froilan Gonzalez, τον Αργεντινό που κέρδισε την πρώτη νίκη για λογαριασμό της Ferrari το μακρινό 1951 στο Silverstone).
Για το 1982 ήξερε πως βασικοί αντίπαλοί του για τον παγκόσμιο τίτλο ήταν οι Ligier, oι Renault, οι Williams και ο Nelson Piquet. Δεν φανταζόταν όμως πως ανάμεσά τους θα βρισκόταν και ο σύντροφός του στην ομάδα, ο Didier Pironi. To κατάλαβε το 1982 στο San Marino, όταν ο Γάλλος τον προσπέρασε και του πήρε τη νίκη. Ανέβηκε πολύ θυμωμένος στο podium, σκεπτόμενος ίσως τις μελλοντικές του μάχες με τον φιλόδοξο Γάλλο ομόσταυλό του. Κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να του διεκδικήσει εκείνο το πρωτάθλημα, όμως ο θάνατος στο Zolder του Βελγίου στις 8 Μαΐου πρόλαβε να μιλήσει πρώτος στον επόμενο κιόλας αγώνα. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ο γιος του Jacques κατέκτησε τον παγκόσμιο τίτλο, έχοντας ως κύριο προσόν του την ταχύτητα και την τακτική.