Η πιο πάνω θετική γνώμη της Ευρωβουλής είναι ασφαλώς μια κίνηση στη σωστή κατεύθυνση, όμως η πραγματική απόφαση, αφού το Ευρωκοινοβούλιο έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα για νομοθεσία φορολογιών, για την υιοθέτηση ή όχι του σχεδίου οδηγίας θα κριθεί αποκλειστικά από το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας της ΕΕ και μόνον εφόσον υπάρξει ομοφωνία από τους 25 συμμετέχοντες Υπουργούς.
Λαμβάνοντας υπόψη: α) τη διαπιστωμένη «δυσκολία» ομοφωνίας σε θέματα κοινής φορολογίας στην ΕΕ, ειδικότερα σε εκείνα που αφορούν κύρια πηγή εσόδων για τους εθνικούς προϋπολογισμούς (όπως είναι η φορολογία του αυτοκινήτου), β) τις σημαντικότατες διαφορές στη φορολογία του αυτοκινήτου στα διάφορα κράτη της ΕΕ και γ) το πρόσφατο παράδειγμα της απόπειρας ενοποίησης της φορολογίας των καυσίμων στην ΕΕ, που χρειάστηκαν περίπου 7 έτη προκειμένου να υπάρξει τελικά ομοφωνία μόνον για τα ελάχιστα όρια φορολόγησης (!), ο ΣΕΑΑ, αν και πάγια υποστηρίζει αντίστοιχες θέσεις προς την ελληνική πολιτεία, είναι αρκετά επιφυλακτικός για το χρόνο που θα προκύψει, αν τελικά προκύψει, σχετική κοινή αποδοχή στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας στην ΕΕ. Εντούτοις, οι κυβερνήσεις των μελών της Ευρωζώνης – μεταξύ αυτών και η Ελλάδα – αναγνωρίζοντας τα σαφή οφέλη που προκύπτουν, θα μπορούσαν να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Στην παρούσα πάντως φάση, δεδομένου ότι η οδηγία προβλέπει δεκαετές χρονικό διάστημα εφαρμογής, γίνεται αντιληπτό ότι ο χρόνος κατά τον οποίο η ελληνική πολιτεία ενδέχεται να υποχρεωθεί από την ΕΕ να καταργήσει τους φόρους που επιβάλλονται στην αγορά του αυτοκινήτου («Τέλος Ταξινόμησης») και να μεταφέρει τα αντίστοιχα έσοδα στη χρήση (τέλη κυκλοφορίας) δεν αναμένεται προτού παρέλθει τουλάχιστον μια δεκαετία».