O Frank Williams, ιδρυτής της ομώνυμης ομάδας της Formula 1 και μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες στην ιστορία του σπορ, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών.
To όνομά του Frank Williams είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη Formula 1 τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Τα μονοθέσια της Williams πρωταγωνιστούσαν στην F1 από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και η ομάδα ακόμα διαθέτει φανατικούς οπαδούς, παρότι δεν πρωταγωνιστεί τα τελευταία χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια, ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τον Williams να ξεπεράσει το θάνατο της συζύγου του, Virginia (Ginny), το 2013, με την οποία ήταν παντρεμένος για περισσότερα από 40 χρόνια. Ήδη πριν το θάνατό της, έδειχνε σημάδια πνευματικής κατάπτωσης, ξεχνώντας συζητήσεις που μόλις είχε κάνει.
Για αυτό και αποχώρησε από τη διοίκηση της ομάδας στο τέλος του 2012, παρότι ο ρόλος του διευθυντή της ήταν δικός του μέχρι την πώληση της Williams στην Dorilton Capital το Σεπτέμβριο του 2020 και το γεγονός ότι η κόρη του, Claire, διαχειριζόταν την ομάδα.
Τα τελευταία χρόνια η υγεία του ήταν αρκετά ευαίσθητη και πρόσφατα, μια λοίμωξη παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή.
Άλλωστε ήταν μακράν ο γηραιότερος εν ζωή τετραπληγικός στον πλανήτη, κάτι το οποίο λέει πολλά για τον ενθουσιασμό και την επιμονή του, στοιχεία τα οποία τον έφεραν στην κορυφή της Formula 1 και τον έκαναν πλούσιο, διάσημο και του έφεραν τιμές όπως ο τίτλος του Διοικητή Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (CBE).
One of the sport’s greatest inspirations with a legacy that will live on forever.
Rest in peace, Sir Frank Williams 💙 pic.twitter.com/IsbAKWz0uW
— Williams Racing (@WilliamsRacing) November 28, 2021
Πρώτα χρόνια
Ο Francis Owen Garbett Williams, γεννήθηκε στην Αγγλία στις 16 Απριλίου του 1942, μέσα στα δεινά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός της RAF, της αεροπορίας της Μ. Βρετανίας, πιλοτάρωντας βομβαρδιστικά Wellington, και η μητέρα του καθηγήτρια σε σχολείο.
Την ανατροφή του νεαρού Frank ανέλαβαν οι παπούδες του (από την πλευρά της μητέρας του), όταν οι γονείς του πήραν διαζύγιο. Στην ηλικία των 7 ετών πήγε σχολείο σε οικοτροφείο του Dumfries της Σκοτίας, όπου ξεκίνησε το πάθος του για τα αυτοκίνητα.
Μέχρι την ηλικία των 10, μπορούσε να πει απ’ έξω τις προδιαγραφές κάθε αυτοκινήτου που είχε παρουσιαστεί στα εβδομαδιαία περιοδικά Autocar και Motor. Συνήθιζε να κάνει οτοστόπ αντί να παίρνει το τρένο, για να μπαίνει σε αυτοκίνητα!
Άφησε το σχολείο στην ηλικία των 17, με το όνειρο να γίνει οδηγός αγώνων και χωρίς βλέψεις να σπουδάσει σε Πανεπιστήμιο. Δεν ήταν καλός στα μαθηματικά, αλλά στις γλώσσες: Λατινικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιταλικά.
Το πρώτο αυτοκίνητο
Στα 18 του αγόρασε το πρώτο του -αγωνιστικό- αυτοκίνητο, ένα Austin A35, το οποίο είχε βελτιωθεί από την Speedwell Conversions, μια εταιρεία της οποίας ιδιοκτήτης ήταν ο Graham Hill, πριν κατακτήσει τους δύο τίτλους του στη Formula 1.
Ο γιος του Graham, Damon (που γεννήθηκε εκείνη τη χρονιά, δηλαδή το 1960), θα κατακτούσε το μοναδικό του τίτλο στη Formula 1 με την ομάδα της Williams το 1996.
O Frank συμμετείχε στον πρώτο του αγώνα το 1961, στο Oulton Park, και ξόδευε στους αγώνες όλα τα χρήματα που έβγαζε (3,5 στερλίνες την εβδομάδα) από ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης τοπικού διανομέα επαγγελματικών οχημάτων.
Οι πρώτες γνωριμίες
Εκείνη τη χρονιά, σε έναν αγώνα στο Mallory Park, γνώρισε τον Jonathan Williams, άλλον έναν ενθουσιώδη νεαρό ερασιτέχνη οδηγό αγώνων που ξεκινούσε την καριέρα του στο μηχανοκίνητο αθλητισμό.
Ο Jonathan Williams γνώρισε στον Frank τον Piers Courage, κληρονόμο της ζυθοποιίας με το ίδιο όνομα. Ο Frank και ο Piers θα γίνονταν αχώριστοι φίλοι. Η πορεία του Frank στους αγώνες δεν πήγαινε πολύ καλά, καθώς ήταν υπερβολικά ενθουσιώδης και συνήθως οι αγώνες του κατέληγαν σε ατυχήματα.
Αφότου έχασε τη δουλειά του στα επαγγελματικά οχήματα, εργάστηκε λίγο σε βενζινάδικο, πριν γίνει εκπρόσωπος πωλήσεων της εταιρείας Campbell’s που παράγει σούπες σε κονσέρβα, με μισθό 10 λίρες την εβδομάδα.
Ωστόσο, άφησε και αυτή τη δουλειά για να ακολουθήσει τον Jonathan Williams, ο οποίος είχε κάνει το βήμα στα μονοθέσια (Formula Junior, αντίστοιχη της σημερινής Formula 3) και ταξίδευε σε όλη την Ευρώπη, από αγώνα σε αγώνα. Έμεναν σε ένα αγροτικό Volkswagen και μία φορά την εβδομάδα επισκέπτονταν δωμάτιο ξενοδοχείου.
Παρότι τα χρήματα του Jonathan Williams τελείωσαν, ο Frank κατάφερε να παραμείνει στο κύκλωμα, παρέχοντας βοήθεια σε διάφορους αγωνιζόμενους και λειτουργώντας ως μηχανικός, αν και δεν είχε ιδέα όσον αφορά τον τεχνικό τομέα…
Οδηγός Formula 3
Στη Γερμανία γνώρισε τον μελλοντικό του συγκάτοικο, Charlie Crichton-Stuart, της οικογένειας των Μαρκησίων από τη νήσο του Bute στη Σκωτία. Στο διαμέρισμα που μετακόμισε στα τέλη του 1963, έμεναν κατά καιρούς οι Jonathan Williams, Piers Courage, καθώς και ο Anthony ‘Bubbles’ Horsley, που θα εργαζόταν στο μέλλον στην ομάδα -και τρελοπαρέα- του Λόρδου Alexander Hesketh.
Ο Horsley αγόρασε δύο μονοθέσια Formula 3 (η κατηγορία μετονομάστηκε το 1964) και ένα εξ αυτών θα οδηγούσε ο Frank με αντάλλαγμα τις υπηρεσίες του ως μηχανικού και παιδιού για όλες τις δουλειές.
Η συνεργασία αυτή έληξε άδοξα, όταν στο Nurburgring, ο Williams είχε ένα ατύχημα, ο Horsley τον είδε και βγήκε εκτός πίστας στην επόμενη στροφή. Καθώς το ασθενοφόρο που τον μάζεψε βρέθηκε σε μια από τις πύλες της πίστας, ο Horsley άνοιξε τις πόρτες και έφυγε, για να γλιτώσει το λογαριασμό, μπλέκοντας στη συνέχεια με τη γερμανική αστυνομία, η οποία τον εντόπισε και τον κατσάδιασε.
Η ευκαιρία
Ωστόσο, από αυτή την εμπειρία, ο Williams βρήκε τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να γίνει χρήσιμος στο κύκλωμα της Formula 3, δεδομένης της ευχέρειας που είχε στις ξένες γλώσσες.
Οι περισσότεροι αγωνιζόμενοι στην Ευρώπη χρησιμοποιούσαν εξοπλισμό που κατασκευαζόταν στην Αγγλία. Ο Williams έκανε το μεσάζοντα για πολλούς Ευρωπαίους αγωνιζόμενους και μπορούσε να βρει άμεσα οποιοδήποτε εξάρτημα για το οποίο υπήρχε ανάγκη, κρατώντας μια μικρή προμήθεια για τους κόπους του.
Ξεκινώντας από εκεί, ο Williams σύντομα άρχισε να πουλάει και να αγοράζει αγωνιστικά αυτοκίνητα. Το 1965 αγόρασε μια -όχι και τόσο καλή- μεταχειρισμένη Cooper, με την οποία συμμετείχε στη σεζόν της Formula 3 εκείνης της χρονιάς, με καλύτερο αποτέλεσμα μια 4η θέση στο Skarpnack της Σουηδίας.
Για το 1966, ξεκίνησε να πουλάει μονοθέσια F3 της Brabham και της Lola τα οποία είχε αγοράσει από τους κατασκευαστές με δανεικά χρήματα, εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του μια καινούργια Brabham. Στις 28 Αυγούστου κατάφερε να νικήσει ένα μικρό αγώνα στο Knutstorp της Σουηδίας.
Βάζοντας ολοσέλιδες διαφημίσεις στο εβδομαδιαίο περιοδικό Autosport το 1967, η δουλειά αυξήθηκε τόσο πολύ, που τον ανάγκασε να επικεντρωθεί σε αυτήν και να αναβάλει τη συμμετοχή του σε αγώνες. Χωρίς να το γνωρίζει, η καριέρα του ως οδηγός αγώνων είχε ήδη τελειώσει.
Η Frank Williams Racing Cars Ltd ιδρύθηκε το χειμώνα 1967-1968 όταν ο Frank βρήκε ένα μικρό εργαστήριο με διαμέρισμα από πάνω, στο Cippenham. Στο τέλος του 1967, διέθεσε μια Brabham στον Piers Courage για έναν σημαντικό αγώνα Formula 3 στο Brands Hatch, τον οποίο ο Piers κέρδισε υπό βροχή, φέρνοντας ακόμα περισσότερους πελάτες στον Frank.
Ο πρώτος συνοδοιπόρος: Piers Courage
Στο μεταξύ, ο Courage είχε παντρευτεί την Sarah Curzon, κόρη του Earl Howe, πρόεδρο του BRDC, της λέσχης οδηγών αγώνων της M. Βρετανίας και είχε καταφέρει να φτάσει έως τη Formula 1, οδηγώντας μια ημιεργοστασιακή BRM, με πολλά ατυχήματα και τετ-α-κέ.
H επιτυχία αυτή, φύτεψε στο μυαλό του Frank την ιδέα να παρατάξει τη δική του ιδιωτική ομάδα. Η ιδέα υλοποιήθηκε όταν βρέθηκε με ένα μονοθέσιο F2 της Brabham στα χέρια, έπειτα από μια ακύρωση της τελευταίας στιγμής στην πώλησή της στις αρχές του 1968.
Πριν o Frank το καταλάβει καν, ο Courage τον είχε πείσει να συμμετάσχει στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Formula 2. To στήσιμο της ομάδας θα κόστιζε στον Frank 10.000 £. Παρότι που δεν γνώριζε που θα έβρισκε τα χρήματα αυτά, προχώρησε στη δημιουργία της ομάδας.
Ο αγοραστής του μονοθεσίου, είχε παραγγείλει την Brabham σε μπλε σκούρο χρώμα και αυτό έγινε αυτόματα το επίσημο χρώμα της ομάδας του Williams, της οποίας τα μονοθέσια ήταν πάντα καλογυαλισμένα.
Ο Courage θα αγωνιζόταν και στην F1 με την ομάδα της BRM το 1968, οπότε στην περίπτωση του αγώνα F2 στη Monza, όπου ο αγώνας συνέπιπτε με το πρόγραμμα της F1, ο Frank κάλεσε τον Jonathan Williams να οδηγήσει το μονοθέσιό του.
Στο κλασικό παιχνίδι slipstream που διαδραματιζόταν πάντοτε εκείνα τα χρόνια στην ιταλική πίστα, ο Jonathan χάρισε στον Frank την πρώτη του νίκη, αν και για ανταμοιβή πήρε μόνο το μισό από το χρηματικό έπαθλο και ένα κερασμένο δείπνο, ενώ είχε πληρώσει τα προσωπικά του ταξιδιωτικά έξοδα και τη διαμονή του.
Για το 1969, το Tasman Series (ένα σύνολο αγώνων στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία όπου συμμετείχαν και οι πρωταγωνιστές της Formula 1, προσέφερε 6.000 £ στον Frank, για να συμμετάσχει με τον Courage.
O Williams αγόρασε ένα πλαίσιο F1 της προηγούμενης χρονιάς από την Brabham και δύο κινητήρες Cosworth DFV V8, στους οποίους είχε τη δυνατότητα να μειώσει (προσωρινά) τον κυβισμό από τα 3 λίτρα (για την F1) στα 2,5, για τους κανονισμούς του Tasman Series.
Με αυτό τον εξοπλισμό στα χέρια του, ο Williams αποφάσισε να παρατάξει μια ιδιωτική ομάδα Formula 1 για τη σεζόν του 1969. O Courage δε χρειάστηκε πολύ για να πεισθεί. Το πρόβλημα θα ήταν και πάλι τα χρήματα. Ο Frank εξασφάλισε 10.000 £ από την Dunlop και 2.000 £ από την Castrol.
Παράλληλα, ένας από τους μηχανικούς της Williams, o Bob Evans, γνώρισε έναν άνθρωπο που γνώριζε έναν επιχειρηματία με εργοστάσιο κατασκευής μηχανικών εργαλείων, τον Ted Williams, ο οποίος ήθελε να προωθήσει την εταιρεία του, T.W. Ward μέσω της Formula 1.
Πέραν ενός απλού αυτοκόλλητου στο αμάξωμα, το τμήμα πωλήσεων της Τ.W. ήθελε να φέρνει καλεσμένους στους αγώνες, για να τους προσφέρει μια μοναδική εμπειρία. Ο Ted Williams θα υποστήριζε την ομάδα της Williams μέχρι το θάνατό του, το 1979 και o Frank θα ανακάλυπτε τις τεράστιες δυνατότητες των χορηγιών.
Αν και η Brabham ΒΤ24 του 1968 ήταν καλή, ο Williams ήθελε να αποκτήσει την BT26 του 1969. Ωστόσο, o Jack Brabham δεν ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει το τελευταίο του μονοθέσιο σε μια αντίπαλη ομάδα, όπως επίσης ούτε ο επίσημος προμηθευτής ελαστικών της ομάδας του Αυστραλού, η Goodyear.
O Williams όμως, έμαθε ότι ο Brabham είχε πουλήσει μια BT26 σε έναν ερασιτέχνη οδηγό αγώνων εν ονόματι Charles Bridges, καθώς δεν υπήρχε περίπτωση να ανταγωνιστεί την εργοστασιακή ομάδα στην F1. O Williams βρήκε τον Bridges και τον έπεισε να του πουλήσει το μονοθέσιο για 3.500 £, γεγονός για το οποίο ο Brabham δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος.
H ιδιωτική ομάδα της Williams έκανε το ντεμπούτο της στο μη πρωταθληματικό αγώνα Race of Champions του Brands Hatch το 1969 και στο Πρωτάθλημα της F1 στο Ισπανικό GP. Μέχρι το τέλος της σεζόν, ο Courage είχε σημειώσει δύο δεύτερες θέσεις: στο Μονακό (το δεύτερο Grand Prix της ομάδας στην F1) και το GP ΗΠΑ, στο Watkins Glen, τον τελευταίο αγώνα της σεζόν.
De Tomaso
Στο Ιταλικό GP, o Frank γνώρισε τον βασιζόμενο στην Ιταλία, Αργεντίνο Alessandro de Tomaso, ο οποίος του πρότεινε να συνεργαστούν. Η de Tomaso θα παρήγαγε στις εγκαταστάσεις της στη Modena το πλαίσιο που θα παραχωρούσε δωρεάν στον Frank, ο οποίος παρείχε τους κινητήρες, τους οδηγούς και την οργάνωση της ομάδας, σε μια συμφωνία που σίγουρα τον αδικούσε αρκετά…
Ο Courage αρνήθηκε πρόταση ύψους 30.000 £ από τη Ferrari για να οδηγήσει την de Tomaso της ομάδας της Williams το 1970, με απολαβές 3.000 £, αν και τα υπόλοιπα θα μπορούσε να τα ανακτήσει μέσω συμφωνίας με την Alfa Romeo για συμμετοχή σε αγώνες αντοχής, το οποίο θα μπορούσε να του αποφέρει 23.000 £.
Τραγωδία
Το πρόβλημα ήταν ότι το μονοθέσιο της De Tomaso ήταν υπέρβαρο, είχε κάκιστη οδηγική συμπεριφορά και παρουσίαζε πολλά μηχανικά προβλήματα. Στο Zandvoort της Ολλανδίας ήρθε η τραγωδία.
Ο Courage βγήκε εκτός πίστας, χτύπησε ένα στύλο και το μονοθέσιο αναπαδογύρισε και ανεφλέγη, παγιδεύοντας τον οδηγό μέσα, ο οποίος έχασε τη ζωή του. Παρότι ο Williams είχε χάσει έναν από τους καλύτερους φίλους του, η ομάδα επέστρεψε χάνοντας μόλις έναν αγώνα για να παρατάξει τον Brian Redman και να δώσει στον Αυστραλό Tim Schenken την ευκαιρία να κάνει το ντεμπούτο του στην F1.
Παρότι είχε χρέη, ο Williams αποφάσισε να συνεχίσει, έπειτα από το τέλος της συνεργασίας με την de Tomaso. Για το 1971, συνεργάστηκε με την March, η οποία είχε ιδρυθεί το 1969 και πούλαγε τα μονοθέσιά της για F1 και F2. Μεταξύ των ιδρυτών της ήταν και ο μελλοντικός πρόεδρος της FIA, Max Mosley.
Οδηγός της ιδιωτικής ομάδας της Williams για το 1971 θα ήταν ο Henri Pescarolo, o οποίος έφερε χρήματα από τον προσωπικό του σπόνσορα, την Motul Oil, τα οποία χρηματοδότησαν την ομάδα F2, στην οποία οδηγούσε και ο Derek Bell. O Frank δε δυσκολεύτηκε να πείσει τη Motul να χρηματοδοτήσει και την ομάδα της F1.
O Pescarolo κατάφερε να νικήσει τον εναρκτήριο αγώνα του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Formula 2, στο Mallory Park, αλλά τα πράγματα πήραν την κατιούσα από εκεί και έπειτα. Αυτή η επιτυχία έκανε τον Βραζιλιάνο οδηγό Carlos Pace να προσεγγίσει τον Williams για να παρατάξει και τρίτο μονοθέσιο για τον ίδιο στο Πρωτάθλημα F2.
Μάλιστα, ο Pace έβαλε ένα φίλο του να υποδυθεί τον εκπρόσωπο μιας βραζιλιάνικης τράπεζας και ο Williams πείστηκε να παρατάξει και τρίτο μονοθέσιο, γεγονός που λύγισε την ολιγομελή ομάδα. Παρόλα αυτά, ο Pescarolo νίκησε έναν μη πρωταθληματικό αγώνα στο Oulton Park, αλλά εν γένει, η March 711 ήταν ένα πολύ δύστροπο μονοθέσιο.
Με τα χρήματα από τους σπόνσορες να κατευθύνονται προς την αποπληρωμή των χρεών της προηγούμενης χρονιάς, ο Williams αποφάσισε να εγκαταλείψει το εγχείρημα της Formula 2, και να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην F1, κατασκευάζοντας το δικό του μονοθέσιο!
Politoys
Η Politoys, ιταλική εταιρεία κατασκευής μοντέλων αυτοκινήτων υπό κλίμακα, προσέφερε στον Frank 40.000 £, για τη δημιουργία ενός εγχειρήματος που θα έφερε το όνομά της. Ωστόσο, ο Williams δεν είχε τις υποδομές για την κατασκευή ενός μονοθεσίου και απευθύνθηκε σε εξωτερικούς προμηθευτές και σχεδιαστές.
Το Φεβρουάριο του 1972, η Williams μετακόμισε σε εγκαταστάσεις 450 τ.μ. στο Reading. Επειδή η κατασκευή του μονοθεσίου αργούσε και ο Frank δεν είχε τα χρήματα (15.000 £) για να αγοράσει ένα καινούργιο πλαίσιο της March, έντυσε με τα τελευταίας τεχνολογίας περιφερειακά ένα πλαίσιο για τον Pescarolo, καθώς η Motul προσέφερε 40.000 £ στο budget της ομάδας.
Ο Pace έκανε το ντεμπούτο του στην F1 με περυσινό μονοθέσιο, υπό την προϋπόθεση ότι θα έφερνε 10.000 £, ενώ άλλα τόσα προσέφερε και η χορηγία της T.W. Ward. Το μονοθέσιο της Politoys έκανε το ντεμπούτο του στο Βρετανικό GP, αλλά ο Pescarolo το κατέστρεψε στον πρώτο αγώνα και στη συνέχεια είχε τρία συνεχόμενα ατυχήματα με τη March.
Με τον Pace να κατευθύνεται προς την Surtees, παρά τη διετή συμφωνία που είχε κλείσει με τον Williams, ο Frank βρέθηκε χωρίς οδηγούς, με κατεστραμμένα μονοθέσια και χρέη ενόψει 1973. Ωστόσο, έπρεπε να κατασκευάσει δικό του μονοθέσιο, για να απολαμβάνει τα προτερήματα της FOCA, του συνδέσμου Κατασκευαστών που είχε ιδρύσει ο νέος ιδιοκτήτης της Brabham, Bernie Ecclestone.
Iso-Marlboro
Το όνομα των πλαισίων άλλαξε από Politoys (που μείωσε την οικονομική της συμβολή στο ¼) σε Iso-Marlboro, δεδομένης της οικονομικής υποστήριξης που υποσχέθηκε η ιταλική εταιρεία σπορ αυτοκινήτων Iso-Rivolta και η καπνοβιομηχανία Philip Morris.
Επιπλέον χρήματα θα έφερνε και ο Ιταλός οδηγός Nanni Galli, με αποτέλεσμα ο εκτιμώμενος προϋπολογισμός της ομάδας να ξεπερνάει τα 100.000 £, περίπου μισό από αυτό των κορυφαίων ομάδων. Ωστόσο, τα χρήματα του Galli δεν ήρθαν ποτέ, και είδε την πόρτα της εξόδου έπειτα από μόλις πέντε αγώνες.
Το ίδιο συνέβη και με τα χρήματα της Iso-Rivolta, η οποία κατευθυνόταν προς την πτώχευση, που ήρθε το 1974. H Philip Morris πρότεινε τον Νεοζηλανδό οδηγό Howden Ganley, τον οποίο αντικατέστησε με τον Ολλαδνό Gijs van Lennep. Οι δυό τους σημείωσαν από ένα βαθμό έκαστος.
Το 1974 η Philip Morris έφερε τον εκκεντρικό, ενθουσιώδη και απρόβλεπτο Arturo Merzario, ο οποίος φόραγε μονίμως καπέλο καουμπόι. Ο Merzario ήταν τόσο μικρόσωμος, που η ομάδα έβαζε ξύλινους τάκους στα πεντάλ! Ωστόσο, ο Ιταλός κατάφερε να φέρει μόλις 4 βαθμούς.
Αφοπλιστική γοητεία
Τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς, ο Frank παντρεύτηκε την Virginia Sawyer-Hoare, η οποία ήταν ήδη έγκυος με το πρώτο τους παιδί (τον Jonathan). H ‘Ginny’ είχε ερωτευτεί τον Frank το 1967 και πήρε διαζύγιο από τον προηγούμενο γάμο της και πούλησε το σπίτι της το 1972 για να αποπληρωθούν τα χρέη του μέλλοντα συζύγου της.
Ο γάμος πραγματοποιήθηκε με δανεικά από φίλους για τις απαραίτητες άδειες. Ο Frank έχασε το γεύμα που προηγήθηκε λόγω δουλειάς, έφτασε 10 λεπτά πριν από την ώρα του γάμου, αντάλλαξε όρκους με την Ginny και σε μισή ώρα επέστρεψε στο εργοστάσιο της ομάδας για να συνεχίσει την εργασία του.
Το ζεύγος δέχθηκε έξωση από το σπίτι το οποίο ενοικίαζε λίγες εβδομάδες πριν τη γέννηση του Jonathan. H γέννηση της Claire θα ακολουθούσε το 1976 και το 1983 ο Jaime. Στο μεταξύ, η καθυστέρηση πληρωμών για τους εργαζόμενους στην ομάδα ήταν σύνηθες φαινόμενο.
Με την τηλεφωνική γραμμή να είναι κομμένη τις περισσότερες φορές, επειδή δεν είχαν πληρωθεί οι λογαριασμοί, ο Frank διεξήγαγε τις επαγγελματικές του επικοινωνίες μέσω ενός τηλεφωνικού θαλάμου έξω από την πίστα speedway του Reading.
O Walter Hayes, διευθυντής δημοσίων σχέσεων της Ford στην Ευρώπη, δάνειζε φορτηγάκια Ford Anglia στον Frank, ο οποίος τα πουλούσε για να χρηματοδοτήσει την ομάδα του. Άλλες ομάδες του δάνειζαν διάφορα πράγματα τα οποία δεν επιστρέφονταν ποτέ.
Ο Frank είχε το χάρισμα να γοητεύει τους ανθρώπους και το πάθος του για τους αγώνες ήταν αδιαμφισβήτητο. Η ομάδα σπανίως χρησιμοποιούσε φρέσκα ελαστικά. Ένας από τους μηχανικούς αναφέρει ότι πήγαινε στην Goodyear και προσπαθούσε να συνθέσει πλήρη σετ από τα ελαστικά που είχαν χρησιμοποιήσει και πετάξει οι οδηγοί της Ferrari.
Η πρώτη Williams
Χωρίς τη συμβολή των Iso-Marlboro, το μονοθέσιο της ομάδας θα αποκαλούνταν για πρώτη φορά Williams το 1975. Τον Merzario πλαισίωσε ο Jacques Laffite, Πρωταθλητή της F2 το 1974.
Ωστόσο, η ομάδα είχε πολλαπλές αστοχίες κινητήρα, λόγω της απειρίας των μηχανικών της με το σύστημα λίπανσης. Μάλιστα, ο Ken Tyrrell λυπήθηκε τον Frank και παρείχε χρήσιμες πληροφορίες στους μηχανικούς της Williams για να αποφύγουν επανάληψη των προβλημάτων.
Μέχρι το μέσο της σεζόν η ομάδα είχε μόνο έναν κινητήρα, χωρίς χρήματα να αγοράσει άλλο. Ο Merzario είχε ήδη αποχωρήσει. Στο Nurburgring όμως, ο Laffite κατάφερε να τερματίσει 2ος. Με αυτό το αποτέλεσμα, η Williams εξασφάλισε για το 1976 μεταφορικές υπηρεσίες από τη FOCA αξίας 150.000 £.
Wolf
Την άνοιξη του 1975, ο Frank, μιλώντας στο τηλέφωνο με τον Gianpaolo Dallara, σχεδιαστή του μονοθεσίου της De Tomaso, ανέφερε ότι βρισκόταν στη χειρότερη οικονομική κατάσταση της ζωής του. Ο Dallara του μίλησε για έναν Αυστροκαναδό εκατομμυριούχο προμηθευτή πετρελαϊκού εξοπλισμού, Walter Wolf, ο οποίος λάτρευε τα γρήγορα αυτοκίνητα και το μηχανοκίνητο αθλητισμό.
Ο Wolf είχε βρεθεί στην Ιταλία, εξερευνώντας την πιθανότητα να συμμετάσχει στο Le Mans με την Lamborghini, ή κάποια άλλη εξωτική εταιρεία αυτοκινήτων. Ο Frank επικοινώνησε μαζί του άμεσα και τον προσκάλεσε στον μη πρωταθληματικό αγώνα International Trophy, στο Silverstone, όπου ο Wolf πρότεινε να πληρώσει την ανακατασκευή των δύο κινητήρων που αστόχησαν στην πλάτη του Merzario.
Κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης σεζόν, οι δωρεές του Wolf διατήρησαν τη Williams ζωντανή. Προς το τέλος του 1975, ο Wolf πρότεινε στον Frank να γίνει μέτοχος της Williams. Πρότεινε να εξαγοράσει το χρέος της ομάδας (περίπου 140.000 £), με αντάλλαγμα το 60% της ομάδας, αλλά ο Frank αρνήθηκε.
Όταν διαλύθηκε η ομάδα του Λόρδου Hesketh, η οποία είχε φέρει τον James Hunt στην F1 (που πλέον είχε υπογράψει για την McLaren), o Wolf ήταν διατεθειμένος να πληρώσει 450.000 £ για να την αποκτήσει μαζί με το μονοθέσιο του Harvey Postlethwaite, το οποίο είχε φέρει νίκη στο Zandvoort το 1975.
Ο Wolf ενημέρωσε τον Frank ότι σκεφτόταν να αγοράσει τη Hesketh και ήθελε να συνεργαστεί μαζί του. Στο μεταξύ, η Williams είχε προσφορά από την Philip Morris να δεχθεί τον Jacky Ickx, έναντι 100.000 £. Στα τέλη Νοεμβρίου του 1975, ο Frank συμφώνησε, κάπως απρόθυμα.
Η ομάδα έγινε γνωστή ως Walter Wolf Racing το 1976 και ο Frank ήταν έμμισθος υπάλληλος με ετήσιες απολαβές 25.000 £, οι οποίες θα καταβάλλονταν στον πρώτο του τραπεζικό λογαριασμό, τον οποίο είχε μόλις ανοίξει!
Η Ginny είχε για πρώτη φορά την ευκαιρία να αγοράσει ένα τραπέζι, ώστε να μην ακουμπάνε τα πιάτα στα πόδια τους όταν έτρωγαν.
Ωστόσο, η το πλαίσιο 308C υπολειπόταν ακαμψίας και ο Ickx δεν είχε το κίνητρο να παλέψει μαζί της και αντικαταστάθηκε στο μέσο της σεζόν από τον Merzario. Η ανικανότητα του Frank να διαχειριστεί τα οικονομικά οδήγησε στο budget της ομάδας να υπερβεί κατά 100.000 £ τον αρχικό προϋπολογισμό.
O Wolf προσέλαβε τον διευθυντή της ομάδας της Lotus, Peter Warr και έχρισε τον Frank προσωπικό του βοηθό και υπεύθυνο χορηγιών, διπλασιάζοντας το μισθό του. Τον Ιανουάριο του 1977, η ομάδα ταξίδεψε για τον πρώτο αγώνα της σεζόν, στην Αργεντινή, με το καινούργιο δημιούργημα του Postlethewaite και τον Νοτιοαφρικανό οδηγό Jody Scheckter, αφήνοντας τον Frank πίσω.
Ο Scheckter νίκησε τον αγώνα και ο Frank ταξίδεψε στη Βραζιλία για το δεύτερο Grand Prix της σεζόν, αλλά δεν είχε τίποτα να κάνει στην ομάδα. Η μόνη του λύση ήταν να ξεκινήσει από την αρχή. Αυτή τη φορά όμως, θα είχε έναν πιστό σύμμαχο.
Αναγέννηση
Λίγο πριν ο Frank συμφωνήσει με τον Wolf, είχε προσλάβει τον Patrick Head, ένα νεαρό σχεδιαστή, που είχε εργαστεί στη Lola, κατασκευάστρια διάφορων τύπων αγωνιστικών αυτοκινήτων. Γιος συνταγματάρχη, ο οποίος αγωνιζόταν ερασιτεχνικά, o Head ήταν ένας προσγειωμένος άνθρωπος, που ποτέ δεν είχε πρόβλημα να εκφράσει τη γνώμη του ευθέως.
Ο Head σύντομα θα γινόταν συνιδιοκτήτης της Williams (κατέχοντας το 30%). Η προνοητικότητα και ο ρεαλισμός του ήταν το τέλειο αντίβαρο για τον άκρατο ενθουσιασμό και τη θετικότητα του Frank. Ο καθένας σεβόταν τις ικανότητες του άλλου. Ο Head ήταν αυτός που διασφάλιζε ότι θα διεκπεραιώνονταν οι διαδικασίες λειτουργίας της ομάδας. Αυτόν φοβούνταν οι εργαζόμενοι. Ο Frank επικεντρώθηκε στην εύρεση χρημάτων.
Όταν ο Frank αποφάσισε να ξεκινήσει από την αρχή, πρότεινε στον Head να αφήσει την ασφάλεια της Wolf για να πάει σε μια ομάδα με αβέβαιο μέλλον. Ωστόσο, ο Head μπορούσε να επικοινωνήσει καλύτερα με τον Williams, καθώς ήταν και οι δύο ορκισμένοι λάτρεις των αγώνων, παρά με τον εκκεντρικό Wolf, ο οποίος έκανε μια γενναιόδωρη πρόταση στον Frank να συνεργαστεί μαζί του στις πετρελαϊκές επιχειρήσεις και να αφήσει τους αγώνες.
Ο Frank όμως ήταν αποφασισμένος. Η καινούργια ομάδα ονομάστηκε Williams Grand Prix Engineering. Ο Williams έμαθε για τον Βέλγο οδηγό Patrick Neve, ο οποίος με 100.000 £ διαθέσιμα από τη ζυθοποιία Belle Vue, ήθελε να αγωνιστεί στην F1.
Έχοντας χάσει τo δικαίωμα να είναι μέλος της FOCA, ο Williams αποτάθηκε και πάλι στη March για να αγοράσει ένα περυσινό (ή ίσως του 1974, δεδομένης της κατώτερης στρώσης βαφής που βρήκαν οι νέοι ιδιοκτήτες του) μονοθέσιο έναντι 14.000 £, ενώ αγόρασε κινητήρες από έναν Ιταλό ιδιώτη, τον Ecclestone και την αμερικάνικη Penske, η οποία εγκατέλειψε τη σύντομη ενασχόλησή της με την F1.
Για τις εγκαταστάσεις, ενοικιάστηκε μια αποθήκη χαλιών 450 τ.μ. στο Didcot. Μάλιστα, οι Williams και Head τόσο πρόθυμοι να ξεκινήσουν, που μπήκαν νωρίτερα στη βρώμικη αποθήκη και καθώς δεν είχαν κλειδιά, αποφάσισαν να παραβιάσουν την πόρτα, παρότι δεν είχαν τίποτα να βάλουν μέσα.
Ο νέος διευθυντής του τοπικού υποκαταστήματος της τράπεζας Barclays βοήθησε τον Frank με οικονομικές συμβουλές, όπως και ο Dave Brodie, o οποίος λειτούργησε και ως εγγυητής, όντας ιδιοκτήτης μιας επιτυχημένης μεταλλουργικής εταιρείας, προσφέροντας και τις διασυνδέσεις του.
Ο Ted Williams παρείχε τα απαιτούμενα μηχανικά εργαλεία για το εργοστάσιο. Το προσωπικό της Williams ήταν έξι άτομα. Ο Tony Harris, φίλος του Frank, δούλευε σε μια διαφημιστική εταιρεία που είχε αναλάβει την αεροπορική εταιρεία Saudia, του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας.
O Harris γνώρισε στον Frank τον Mohammed Al Fawzan, υπεύθυνο πωλήσεων της Saudia στη Jeddah και επισκέφθηκε έναν αγώνα F2 με τον Williams. Εντέλει, συμφώνησε να βάλει το αυτοκόλλητο ‘Fly Saudia’ στην πίσω αεροτομή της March, έναντι 30.000 £.
Η Williams έκανε το ντεμπούτο της με τον Neve στο Ισπανικό GP, στις 8 Μαΐου του 1977. Η σεζόν δεν είχε αξιομνημόνευτα αποτελέσματα. Ο Head προετοίμαζε το μονοθέσιο της ομάδας για την επόμενη χρονιά στο Didcot, και ο Frank διοικούσε μόνος την ομάδα.
Alan Jones
Ως οδηγός για το 1978, προσλήφθηκε ο Αυστραλός Alan Jones, ο οποίος είχε εξαρχής πολύ καλή επικοινωνία με τον Head. O Jones είχε κάνει την έκπληξη του 1977, όταν πήρε την μοναδική νίκη στην ιστορία της ομάδας της Shadow, στο GP Αυστρίας. Συμφώνησε να οδηγήσει για τη Williams το 1978 έναντι 40.000 £.
Το Δεκέμβριο του 1977 παρουσιάστηκε η FW06, με πέντε σπόνσορες να κοσμούν το αμάξωμά της. Το προσωπικό της ομάδας ήταν πλέον 21 άτομα, με την προσθήκη του Neil Oatley, μεταξύ των καινούργιων προσλήψεων.
Η FW06 είχε κινητήρα Cosworth, κιβώτιο της Hewland και ψυγεία από ένα VW Golf! Το πρώτο δημιούργημα του Head ήταν ένα απλό αλλά αποδοτικό μονοθέσιο. O Head είχε μάθει πολύ καλά τι να αποφύγει, από την προβληματική 308C.
Με τον Jones να γράφει τον 8ο χρόνο στις δοκιμές του δεύτερου αγώνα του 1978, στο Interlagos της Βραζιλίας (εμπρός από τον Niki Lauda με την Brabham και τον Scheckter με την Wolf) έκανε την Goodyear (που αντιμετώπιζε μεγάλο ανταγωνισμό από την Michelin, η οποία είχε πρόσφατα εισέλθει στο σπορ) να προσφέρει στην ομάδα τα πιο μαλακά και ανταγωνιστικά ελαστικά της, δείγμα ότι πλέον έπαιρναν τη Williams στα σοβαρά.
Σύντομα, η μαχητικότητα του Jones άρχισε να γίνεται εμφανής, με τον Αυστραλό να τερματίζει 4ος στο 3ο GP της σεζόν, στο Kyalami της Νότιας Αφρικής και να βρίσκεται 2ος στον επόμενο αγώνα, στο Long Beach των ΗΠΑ, πριν αντιμετωπίσει προβλήματα.
Σαουδάραβες
Ο παλιός συγκάτοικος του Frank, ο Charles Crichton-Stuart είχε γίνει πωλητής πολυτελών αυτοκινήτων και είχε γνωρίσει τον πρίγκιπα της Σαουδικής Αραβίας, τον Σουλτάνο Bin Salman, στον οποίο ανέφερε την ιδέα χορηγίας μιας ομάδας μηχανοκίνητου αθλητισμού.
Τον Ιανουάριο του 1978, ο Frank επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία και ο Bin Salman τον γνώρισε στον πρίγκιπα Muhammed Bin Fahd, το δευτερότοκο υιό του βασιλιά Fahd. O Muhammed διοικούσε μια διεθνή χρηματιστηριακή εταιρεία εν ονόματι Albilad.
Όταν ο Muhammed Bin Fahd επισκέφθηκε το Λονδίνο, ο Frank ξεφόρτωσε το μονοθέσιο, με το λογότυπο της Albilad στο αμάξωμα, έξω από την είσοδο του ξενοδοχείου στο οποίο διέμενε ο Σαουδάραβας ευγενής, εν ώρα αιχμής! Με αυτό τον τρόπο όμως, έκλεισε τη συμφωνία.
Στο GP Μονακό εκείνης της σεζόν, είχε χαλαρώσει μια βίδα στο ντεπόζιτο λαδιού του Jones. Ωστόσο, ο Frank τον κράτησε στην πίστα, γιατί γνώριζε ότι τον αγώνα παρακολουθούσε από τη σουίτα του ξενοδοχείου του ο πρίγκιπας Muhammed, μαζί με τον Mansour Ojjeh.
O Ojjeh, γεννημένος στο Παρίσι, ήταν γιος του ιδρυτή της TAG, η οποία είχε διάφορες δραστηριότητες σε πολλαπλούς κλάδους (κατασκευαστική, μεσιτική, αεροπορικές) ενεργώντας και ως μεσάζοντας μεταξύ Γαλλίας και Σαουδικής Αραβίας στην αγοραπωλησία οπλικού εξοπλισμού για το Υπουργείο Αμύνης της αραβικής χώρας.
Ο Ojjeh κατάλαβε τις δυνατότητες που μπορούσε να προσφέρει στην TAG η χορηγία στη Williams. Κατά συνέπεια, το λογότυπο της TAG εμφανίστηκε στο αμάξωμα της ομάδας στο τέλος της σεζόν. Λόγω του βεβαρυμμένου πιστωτικού παρελθόντος του Frank, που σήμαινε ότι δε μπορούσε να συνεργαστεί με τράπεζες ακόμα, οι Σαουδάραβες σπόνσορες τον πλήρωναν με χαρτοσακούλες με μετρητά!
Κατά τη διάρκεια του 1978, πολλά παθήματα έγιναν μαθήματα για τον Head. Οι εγκαταλείψεις ήταν πολυάριθμες, ωστόσο ο Head φρόντιζε να μην επαναληφθούν από τα ίδια αίτια, με διπλούς ελέγχους στα πάντα, κάτι που έγινε εμμονή. Στο Watkins Glen των ΗΠΑ, o Alan Jones ανέβηκε στο δεύτερο σκαλί του βάθρο, για να σημειώσει περισσότερους από τους μισούς βαθμούς της ομάδας για ολόκληρη τη σεζόν: 11.
Ωστόσο, η Williams έδειξε ότι έχει δυνατότητες, καταφέρνοντας να «ενοχλήσει» μερικούς από τους πρωταγωνιστές του σπορ. Ο Frank ανέκτησε το δικαίωμα μέλους στη FOCA, η οποία προτιμούσε ομάδες δύο μονοθεσίων.
Πρώτη νίκη
Για δεύτερο οδηγό, ο Frank επέλεξε τον έμπειρο Clay Regazzoni, κρίνοντας ότι θα είναι αρκετά γρήγορος, δε θα προκαλεί ατυχήματα και δε θα παρουσιάσει προβλήματα με τον No. 1 οδηγό της ομάδας, που ήταν ο Jones. Αφότου είχε δει την πόρτα της εξόδου από τη Ferrari, o Ελβετός είχε κάνει δύο αδιάφορες σεζόν με την Ensign και τη Shadow.
Στη Σαουδική Αραβία, ο πρίγκιπας Muhammed έπεισε περισσότερες εταιρείες να γίνουν σπόνσορες της Williams, όπως η Dallah Avco (εταιρεία συντήρησης αεροσκαφών), η Baroom (εμπορία τσιμέντου και χάλυβα) καθώς και την εταιρεία οδοποιίας του Bin Landen, παρότι αυτές οι εταιρείες δεν είχαν πολλά να κερδίσουν από την προβολή τους στο αμάξωμα ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου.
Ο προϋπολογισμός της Williams έφτασε το μισό εκατομμύριο £ και μεγάλο μέρος αυτού του ποσού επενδύθηκε στη δημιουργία καινούργιου μονοθεσίου αν και τα χρήματα καθυστερούσαν να έρθουν από τη Σαουδική Αραβία.
Στην ομάδα είχαν προσχωρήσει πλέον και ο Ross Brawn (που είχε εργαστεί στην «προηγούμενη» Williams λίγο πριν την αγορά της από τον Wolf) και o αεροδυναμιστής Frank Dernie, πρώην συνεργάτης του Harvey Postlethwaite.
Το καινούργιο μονοθέσιο της Williams είχε υιοθετήσει τη σχεδιαστική φιλοσοφία του ground effect και ο Dernie είχε χρησιμοποιήσει έξι εβδομάδες μελέτης στην αεροδυναμική σήραγγα του Imperial College για να επαληθεύσει τους υπολογισμούς του.
Η Williams ξεκίνησε τη σεζόν του 1979 με το περυσινό μονοθέσιο, το οποίο ήταν εμφανές ότι δεν ήταν πλέον ανταγωνιστικό, παρότι ο Jones ανέβηκε στο βάθρο του Long Beach, 4o αγώνα της σεζόν. Η καινούργια FW07 έκανε το ντεμπούτο της στην Ισπανία και στον επόμενο αγώνα, στο Zolder του Βελγίου, o Jones ήταν επικεφαλής (για πρώτη φορά με ένα μονοθέσιο της ομάδας του Frank από το 1969) όταν εγκατέλειψε λίγο μετά το μέσο του αγώνα.
Η FW07 ήταν εξαιρετικά ανταγωνιστική. Η Williams είχε κοιτάξει να σχεδιάσει ένα μονοθέσιο σε λογικά πλαίσια, στοχεύοντας σε αξιόπιστα κέρδη, ενώ άλλες ομάδες, όπως η Lotus, κυνήγησαν δυσθεώρητες τιμές στην αεροδυναμική σήραγγα, καταλήγοντας στην καταστροφική 80.
Στο Μονακό, ο Regazzoni τερμάτισε δεύτερος (χωρίς δεύτερη σχέση στο κιβώτιο), προσπαθώντας, ανεπιτυχώς, να αποσπάσει την πρωτοπορία από τον Scheckter (Ferrari) στον τελευταίο γύρο. Δύο αγώνες αργότερα, ο Jones πήρε την pole position της Williams στο Silverstone.
Ο Jones ήταν επικεφαλής για περισσότερο από το μισό αγώνα, μέχρις ότου μια ρωγμή στην αντλία νερού τον ανάγκασε να επιστρέψει στα pits. Ωστόσο, ο Regazzoni δεν αντιμετώπισε προβλήματα καθ’ οδόν προς την πρώτη νίκη της Williams και δη στο Βρετανικό GP.
Ο Ελβετός αρνήθηκε τη σαμπάνια στο βάθρο, σε ένδειξη σεβασμού προς τους σπόνσορες της Williams. Άλλωστε, ο πρίγκιπας Muhammed βρισκόταν εκεί, επισκεπτόμενος για πρώτη φορά στη ζωή του ένα Grand Prix. Όταν ο πρίγκιπας αποχώρησε από την πίστα, ο Regazzoni έβγαλε έξω το ουίσκι!
Η νίκη του Σαββάτου (ναι τότε γίνονταν Grand Prix και τα Σάββατα) της 14ης Ιουλίου του 1979 ήταν η ανταμοιβή για όλα αυτά τα χρόνια μόχθου του Frank. To συγχαρητήριο τέλεξ που έφτασε την επόμενη ημέρα στις εγκαταστάσεις του Didcot από τον Enzo Ferrari, το επιβεβαίωνε.
Δύο εβδομάδες αργότερα, στο Hockenheim, o Jones πήρε την pole position και δεν αποχωρίστηκε την πρωτοπορία του αγώνα μέχρι την καρό σημαία. Ο Αυστραλός θα επικρατούσε και στους επόμενους δύο αγώνες, σε Αυστρία και Ολλανδία. Η Williams ξεκίνησε τις επιτυχίες της με ένα σερί τεσσάρων νικών. Ο Jones επικράτησε και στον Καναδά ενώ εγκατέλειψε από την πρωτοπορία στο φινάλε της σεζόν.
Ο Αυστραλός είχε σημειώσει περισσότερες νίκες (4 εναντίον 3) από τον τελικό Πρωταθλητή της σεζόν, τον Jody Scheckter, αλλά η Ferrari είχε την αξιοπιστία και τη συνοχή να συλλέγει βαθμούς καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, ενώ η Williams έχασε πολλούς με την καθυστέρηση του καινούργιου μονοθεσίου. Αυτό θα άλλαζε την επόμενη σεζόν, με την απλώς τροποποιημένη FW07B.
Πρώτος τίτλος
Το Σεπτέμβριο του 1979, η Williams υπέγραψε συμφωνία με την Leyland Vehicles, η οποία ήθελε να εισέλθει στην αγορά της Σαουδικής Αραβίας, προσφέροντας περισσότερο από το μισό προϋπολογισμό της Williams, ο οποίος το 1980 θα ξεπερνούσε τα δύο εκατομμύρια £.
O Regazzoni είδε την πόρτα της εξόδου, κάνοντας χώρο για την έλευση του σαφώς καλύτερου Carlos Reutemann, που είχε απογοητευθεί από την καθοδική πορεία της Lotus την προηγούμενη σεζόν. Ωστόσο, ο Αργεντίνος γνώριζε ότι αναλάμβανε ρόλο Νο. 2 οδηγού.
Ο Jones νίκησε στον εναρκτήριο αγώνα της σεζόν και ξεκίνησε μια βαθμολογική μονομαχία με τον Nelson Piquet, οδηγό της Brabham. Στο Μονακό, ο Reutemann σημείωσε την πρώτη του νίκη με τα χρώματα της Williams. Παρότι ο Jones νίκησε στην Ισπανία, ο αγώνας δε συμπεριλήφθηκε στα τελικά αποτελέσματα της σεζόν, λόγω του πολέμου μεταξύ FISA και FOCA.
Με τους δύο οδηγούς της να αρέσκονται σε παρόμοιο στήσιμο, η ομάδα μπορούσε να χωρίσει τη δουλειά που έκανε στις ελεύθερες δοκιμές, δοκιμάζοντας την ανθεκτικότητα των ελαστικών με τον ένα οδηγό, ενώ ο άλλος εργαζόταν επάνω στο στήσιμο. Στη συνέχεια, η τεχνική ενημέρωση μπορούσε να διαρκέσει ώρες.
Νίκες ακολούθησαν για τον Jones σε Γαλλία και Μ. Βρετανία, αλλά ένα λάθος του στην Ολλανδία, σε συνδυασμό με τη νίκη του Piquet εκεί, επέτρεψαν στο Βραζιλιάνο να πλησιάσει στους δύο βαθμούς. Ο Piquet νίκησε και στην Imola, για να περάσει επικεφαλής της βαθμολογίας του Πρωταθλήματος Οδηγών με διαφορά ενός βαθμού με δύο αγώνες να απομένουν για την ολοκλήρωση της σεζόν.
Οι δύο οδηγοί της Williams συμπλήρωσαν το βάθρο, εξασφαλίζοντας στην ομάδα το πρώτο της Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών! Στην πρώτη εκκίνηση του Καναδά, οι δύο διεκδικητές του τίτλου ακούμπησαν μεταξύ τους και το μονοθέσιο του Piquet υπέστη σημαντικές ζημιές και έπρεπε να αντικατασταθεί.
Ωστόσο, στο εφεδρικό μονοθέσιο ήταν τοποθετημένος ακόμα ο ειδικός κινητήρας για τις κατατακτήριες δοκιμές, ο οποίος ναι μεν ήταν πιο ισχυρός, αλλά δε θα άντεχε ολόκληρο τον αγώνα. Ο Βραζιλιάνος πάρκαρε τη Brabham του στον 24ο γύρο.
Ο Jones ήταν επικεφαλής, αλλά τον πλησίαζε ο Didier Pironi με τη Ligier, ο οποίος όμως είχε δεχθεί ποινή 1 λεπτού(!) λόγω πρόωρης εκκίνησης. Η Williams το επικοινώνησε αυτό με πινακίδες (τότε δεν υπήρχε ακόμα ασύρματος) στον Αυαστραλό, ο οποίος δεν πείστηκε με την πρώτη.
Έπειτα από την επανάληψη του μηνύματος από τα pits, άφησε τον Pironi να περάσει και εντέλει κέρδισε τον αγώνα, κατακτώντας και τον τίτλο. Στο φινάλε της σεζόν, οι οδηγοί της Williams έκαναν το «1-2» για να ολοκληρώσουν με τον καλύτερο τρόπο την φανταστική σεζόν της ομάδας.
Καθώς η πίεση για τον Williams ανέβαινε, ο Frank έβρισκε καταφύγιο στο τζόγκινγκ, καλύπτοντας ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο μπορούσε να ξεφύγει και να καθαρίσει το μυαλό του.
Πλέον, οι σπόνσορες ήταν αυτοί που χτυπούσαν την πόρτα της Williams και όχι το αντίθετο. Για αυτό και προσέλαβε τον Sheridan Thynne, γνωστό του από τη δεκαετία του 1960, για να αναλάβει τις αλληλεπιδράσεις με τους σπόνσορες.
Η Goodyear, στην οποία η Williams ήταν πιστή, αποχώρησε από το σπορ και ήταν δεδομένο ότι η Michelin θα έδινε περισσότερη βάση στις Renault και Ferrari. Για το 1981, η Williams ετοίμασε την τρίτη εξέλιξη της FW07, την έκδοση C.
Η πρώτη ήττα σε μάχη τίτλου
Ο Reutemann κέρδισε τον αγώνα στη Νότια Αφρική στις αρχές Φεβρουαρίου, ο οποίος εντέλει δεν προσμέτρησε στο Πρωτάθλημα. Ο Αργεντίνος συμφώνησε για δεύτερη σεζόν ότι αν βρισκόταν λιγότερο από 7 δλ. εμπρός από τον Jones στο τέλος του αγώνα, ήταν υποχρεωμένος να του παραχωρήσει τη θέση του.
Το 1980, αυτό είχε συμβεί μόλις μια φορά. Στον εναρκτήριο αγώνα της σεζόν του 1981 στο Long Beach, ο Reutemann δεν κατάφερε να απομακρυνθεί επαρκώς και παραχώρησε τη νίκη στον Jones. Στο βροχερό αγώνα της Βραζιλίας όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει το ίδιο και παρέμεινε επικεφαλής για να πάρει πρώτος την καρό σημαία.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο οδηγών πάγωσαν από εκεί και πέρα και για πρώτη φορά (αλλά όχι τελευταία), η Williams είχε να αντιμετωπίσει μια εσωτερική κρίση μεταξύ των δύο οδηγών της. Προσπαθώντας να δείξει ποιος είναι το αφεντικό, ο Jones συγκρούστηκε με τον Piquet στο Βέλγιο, ενώ ήταν επικεφαλής και η νίκη πήγε στον Reutemann.
Προβλήματα στον κινητήρα στέρησαν από τον Jones τη νίκη στο Μονακό και στη Γερμανία. Piquet και Reutemann έφτασαν στη Monza ισόβαθμοι. Εκείνο το Σαββατοκύριακο, ο Jones ενημέρωσε τον Frank ότι θα αποχωρούσε από την ενεργό δράση στο τέλος της σεζόν, παρότι είχαν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για την ανανέωση του συμβολαίου του.
Ο Jones αγωνίστηκε με σπασμένο μικρό δάχτυλο στο δεξί του χέρι (έπειτα από διαπληκτισμό με έναν οδηγό φορτηγού και την παρέα του στην Αγγλία) καθ’ οδόν προς τη 2η θέση (εμπρός από τον Reutemann) σε εκείνο το Ιταλικό GP, έχοντας κόψει τα δύο τελευταία δάχτυλα από το γάντι του για να χωρέσουν τα δύο δάχτυλα που ήταν δεμένα μεταξύ τους.
Ο Reutemann κατέφθασε στο φινάλε της σεζόν στο Las Vegas με ένα βαθμό προβάδισμα επί του Piquet και τοποθέτησε τη Williams στην pole position. Ωστόσο, ο αινιγματικός Αργεντίνος πάντα ήταν επίφοβος όσον αφορά την απόδοσή του.
Οι αλλαγές στην ψυχολογία του, πολλές φορές αντικατοπτρίζονταν από τη φόρμα του στην πίστα και υπήρχαν ημέρες που για κάποιο λόγο, απλά δεν ένιωθε γρήγορος και αυτό ακριβώς επιβεβαίωναν και τα χρονόμετρα.
Ο Reutemann είχε πετύχει την pole position στο Las Vegas με το χρόνο της Παρασκευής, διότι το Σάββατο συγκρούστηκε με τον Piquet και αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει το εφεδρικό μονοθέσιο για τον αγώνα της Κυριακής. Στο μυαλό του Carlos, αυτή ήταν καταστροφική εξέλιξη.
Ο Αργεντίνος δε βγήκε από το μονοθέσιο πριν την εκκίνηση για την ενημέρωση των οδηγών από τον αλυτάρχη του αγώνα. Αντιθέτως, αγχωνόταν για τις πιέσεις των ελαστικών του και τις ρυθμίσεις των αναρτήσεων.
Στον αγώνα, ο Jones τέθηκε επικεφαλής και δεν απειλήθηκε ποτέ μέχρι την καρό σημαία. Αντιθέτως, ο Reuteamann είχε παράπονα από το δικό του μονοθέσιο και πήγε προς τα… πίσω στην κατάταξη για να καταλήξει εκτός βαθμών, χωρίς να προβάλει καμία αντίσταση στην επίθεση του Piquet, ο οποίος είχε κάνει εμετό στο κράνος του και ήταν ημιλιπόθυμος στους τελευταίος γύρους από την αφυδάτωση λόγω της αποπνικτικής ζέστης.
Παρόλα αυτά, ο Βραζιλιάνος κατάφερε να τερματίσει 5ος και να εξασφαλίσει τους δύο βαθμούς που χρειαζόταν για να κατακτήσει τον τίτλο. Παρά τα παράπονα του Reutemann, η Williams δε βρήκε ποτέ κανένα πρόβλημα στο μονοθέσιό του.
Ο Jones ήταν το πρότυπο οδηγού για τη Williams και είχε ωριμάσει με την ομάδα στα χρόνια που βρισκόταν εκεί. Ο χαρακτήρας του είχε ταιριάξει απόλυτα με αυτούς των Williams και Head και η σχέση τους, ιδιαίτερα με τον τελευταίο, δε χρειαζόταν πολλές κουβέντες για να καταλάβει ο ένας τον άλλο.
Μεταξύ 1980 και 1981, oι Dernie και Brawn κατασκεύασαν την πρώτη αεροδυναμική σήραγγα της Williams (που χρειάστηκε περαιτέρω χώρο στις αποθήκες του Didcot), από κομμάτια της σήραγγας που δε χρησιμοποιούσε πλέον η Specialized Mouldings, μια εταιρεία στην οποία εργαζόταν πλέον ο Peter Wright, ένας από τους βασικούς εμπνευστές των Lotus 78 και 79, που έφεραν την επανάσταση του ground effect στην F1.
Ο Dernie σχεδίασε το κινούμενο δάπεδο και το πρωτόγονο ηλεκτρονικό σύστημα με το οποίο μετρούνταν οι δυνάμεις. Ωστόσο, τότε οι υπολογιστές καθυστερούσαν μήνες να παραδοθούν και μέχρι τότε, ο Dernie χρησιμοποιούσε βολτόμετρο για να διαβάσει τις τιμές του κάθε αισθητήρα ξεχωριστά, γράφοντας στο χέρι τις τιμές για να κάνει τους υπολογισμούς!
Η Williams κατασκεύασε επίσης αυτή την περίοδο και ένα εξάτροχο μονοθέσιο (με δύο πίσω άξονες), το οποίο ήταν τόσο ανταγωνιστικό, που οι αντίπαλες ομάδες φρόντισαν να αλλάξουν τους κανονισμούς για να αποκλείσουν το ενδεχόμενο συμμετοχής του σε αγώνες.
Keke Rosberg
O Frank έπρεπε να βρει αντικαταστάτη οδηγό, αλλά όλοι οι κορυφαίοι είχαν ήδη δεσμευτεί σε άλλες ομάδες, καθώς ο Jones αποφάσισε να αποχωρήσει αρκετά αργά στη σεζόν του 1981.
Ο νεαρός Φινλανδός Keke Rosberg είχε αντικαταστήσει τον James Hunt στη Wolf όταν ο Βρετανός αποφάσισε να αποχωρήσει από την ενεργό δράση στο μέσο της σεζόν του 1979. Στο τέλος της χρονιάς το ίδιο έκανε και ο ιδιοκτήτης της ομάδας, η οποία συγχωνεύτηκε με την Copersucar της οικογένειας Fittipaldi.
H βραζιλιάνικη ομάδα δεν ήταν ανταγωνιστική και ο Rosberg θεωρούνταν ξεγραμμένος στην F1, καθώς του είχε δοθεί η ευκαιρία και δεν είχε κάνει κάτι ιδιαίτερο. Αρειμάνιος καπνιστής, κάτι που δε συμπαθούσε ο Frank, έπινε μέχρι τη μια το βράδυ της νύχτας πριν το πρώτο του τεστ με τη Williams, όπου στις 8 το πρωί τοποθετήθηκαν ελαστικά κατατακτήριων δοκιμών στο μονοθέσιο και του ζητήθηκε να πάει όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Οι ενδείξεις από τα χρονόμετρα έκαναν τον Frank να υπογράψει άμεσα συμβόλαιο με τον Rosberg, ο οποίος ήταν πανευτυχής για την εξέλιξη της καριέρας του.
Σύντομα όμως ο Reutemann θα προκαλούσε νέους πονοκεφάλους στον Frank. Έπειτα από την απώλεια του τίτλου, είχε πει πως θα αποχωρήσει από την ενεργό δράση αλλά στη συνέχεια το μετάνιωσε. Έπειτα από τους δύο πρώτους αγώνες της σεζόν όμως, αποφάσισε να εντέλει να αποχωρήσει για τα καλά.
Ο Head αναφέρει ότι ίσως στην απόφαση του Reutemann συνέβαλαν οι εχθροπραξίες μεταξύ Αγγλίας και Αργεντινής για τις νήσους Falkland. Γνωρίζοντας ότι θα κυνηγήσει μια πολιτική καριέρα στο μέλλον, ο Reutemann δεν ήθελε να συνεργάζεται με μια αγγλική ομάδα σε περίοδο διαμάχης.
Ο Mario Andretti αντικατέστησε τον Reutemann στο Long Beach μέχρις ότου το δεύτερο cockpit παραχωρηθεί στον Derek Daly. Ήταν μεγάλο πλήγμα για την Williams, η οποία στην ουσία ξεκινούσε από την αρχή.
Είχε ήδη γίνει εμφανές ότι το μέλλον βρίσκεται στους τούρμπο κινητήρες, με τις περισσότερες μεγάλες ομάδες να στρέφονται σε κάποιον μεγάλο Κατασκευαστή για να τους προμηθευτούν. Η Williams παρέμεινε με την Cosworth, και ο Frank επένδυσε 200.000 £ για την εξέλιξη του γέρικου DFV V8.
Με τον Rosberg να μην έχει την ευστοχία του Jones στα τεχνικά του σχόλια, η ομάδα δυσκολεύτηκε να ανακαλύψει τα προβλήματα της FW08 του 1982. Επρόκειτο για την πιο τρελή σεζόν στην ιστορία του σπορ.
Η Ferrari είχε μακράν το καλύτερο μονοθέσιο, αλλά έπειτα από τη διαμάχη των οδηγών της στην Imola, o Gilles Villeneuve έχασε τη ζωή του στο Zolder και ο Didier Pironi είχε ένα ατύχημα στις βρεγμένες δοκιμές του GP Γερμανίας, προσκρούοντας επάνω στη Renault του Alain Prost, το οποίο έληξε την καριέρα του, δεδομένων των τραυματισμών που είχε υποστεί στα πόδια του.
Τρεις αγώνες πριν το τέλος της σεζόν, ο Rosberg πέρασε επικεφαλής στη βαθμολογία, κατακτώντας την πρώτη του -και μοναδική εκείνη τη σεζόν- νίκη, για να γίνει ο 11ος διαφορετικός νικητής της χρονιάς! Στον προηγούμενο αγώνα, στην Αυστρία, είχε τερματίσει μόλις 5 εκατοστά του δλ. πίσω από τον Elio de Angelis.
Ο Frank σπανίως εμπλεκόταν σε τεχνικά ζητήματα, αλλά όσον αφορά την επιλογή ελαστικών, είχε μια «έκτη αίσθηση». Για τον αγώνα στο Dijon, επέλεξε μια πιο σκληρή γόμα για το εμπρός αριστερό ελαστικό και αυτό χάρισε τη νίκη στον Rosberg, o οποίος εντέλει κατέκτησε το δεύτερο τίτλο οδηγών για τη Williams.
To 1983 τα μονοθέσια με τούρμπο κινητήρες έκαναν τη διαφορά. Οι τεχνικοί κανονισμοί είχαν απαγορεύσει το ground effect. Στη Williams, ο Daly αντικαταστάθηκε από τον Jacques Laffite, ο οποίος επέστρεψε στην ομάδα έπειτα από 8 χρόνια.
Ο Rosberg κατέκτησε τη μοναδική νίκη της ομάδας στο Μονακό, εκκινώντας με σλικ ελαστικά σε νωπή βρεγμένη πίστα, τη στιγμή που οι οδηγοί των μονοθεσίων με τούρμπο κινητήρες προσπαθούσαν να ελέγξουν τους εκατοντάδες ίππους που είχαν στην πλάτη τους.
Honda
Στο τέλος της σεζόν του 1983 αποχώρησαν και οι Σαουδάραβες σπόνσορες, με το αραβικό κράτος να κάνει πρωτοφανείς περικοπές εξόδων. Η TAG και ο Mansour Ojjeh έγιναν συνιδιοκτήτες της McLaren, χρηματοδοτώντας την κατασκευή του κινητήρα της Porsche. O Williams βρήκε καινούργιους σπόνσορες, όπως η Canon, η Mobil και η βρετανική χημική εταιρεία ICI.
Ο Frank είχε ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις με την Honda από το 1981 και εντέλει υπέγραψε συμφωνία προμήθειας κινητήρων με τους Ιάπωνες το 1983. Ο ιαπωνικός κινητήρας έκανε το ντεμπούτο του στο πίσω μέρος μιας Williams στο τελευταίο Grand Prix της σεζόν του 1983, στο Kyalami.
Την απόφαση της Honda επηρέασαν υπέρ της Williams κάποιοι παλιοί γνωστοί: οι Ron Tauranac και Jack Brabham, οι οποίοι έπεισαν τους Ιάπωνες ότι η πρόοδός τους θα ήταν μεγαλύτερη απ’ ότι με τη νεοσύστατη ομάδα της Spirit.
Η εταιρεία κατασκευής πλαισίων του Tauranac, η Ralt, είχε συνεργαστεί με την Honda στη Formula 2 κατακτώντας τον τίτλο. Ο τούρμπο κινητήρας της Honda είχε βασιστεί στη μονάδα της F2 αλλά η συνεργασία πήρε καιρό να αποφέρει καρπούς.
Αρχικά η αξιοπιστία ήταν πολύ κακή, αναγκάζοντας τους μηχανικούς της Williams να πραγματοποιούν τουλάχιστον τέσσερις αντικαταστάσεις κινητήρα κάθε αγωνιστικό Σαββατοκύριακο. Ο Rosberg κατάφερε να διασώσει μια νίκη στην αποπνικτική ζέστη ενός χαοτικού αγώνα στο Dallas, βασιζόμενος στις προσωπικές του ικανότητες και όχι στις δυνατότητες του μονοθεσίου.
Στο τέλος της σεζόν, η Honda άρχισε να στέλνει στους αγώνες δύο μηχανικούς της και έκτοτε η κατάσταση βελτιώθηκε. Στο μεταξύ, η βάση της Williams είχε μετακομίσει σε πιο αρμοστές εγκαταστάσεις και πάλι στο Didcot.
Αυτό επέτρεψε και στην Honda να έχει και τις δικές της εγκαταστάσεις στο εργοστάσιο της ομάδας, όπου θα συντηρούνταν οι κινητήρες, βελτιώνοντας τη συνεργασία μεταξύ των δύο εταιρειών. Η Williams κατασκεύασε επίσης το πρώτο πλαίσιο από ανθρακονήματα, την FW10 του 1985, με τους Dernie και Brawn να αναλαμβάνουν και πάλι την υλοποίηση του έργου.
Nigel Mansell
Τον Laffite αντικατέστησε ο ορμώμενος από την Lotus, Nigel Mansell. Παρά την κακή μέχρι τότε φήμη του οδηγού από H Williams πίστευε ότι είχε εξασφαλίσει έναν φερέγγυο Νο. 2 οδηγό, αλλά σύντομα θα άλλαζε γνώμη. Η έλευση του Mansell όμως έφερε την έξοδο του Rosberg, ένα χρόνο αργότερα.
Ο πρώην ομόσταυλος του Mansell στη Lotus και καλός φίλος του Rosberg, Elio de Angelis, είπε στον Φινλανδό ότι ο Βρετανός ήταν πολύ δύσκολος team mate και θα επηρέαζε αρνητικά το κλίμα της ομάδας.
Ο Rosberg προειδοποίησε τον Frank ότι δε θέλει τον Mansell στην ομάδα και απείλησε ότι θα φύγει, αλλά ο Williams τον ανάγκασε να τιμήσει το συμβόλαιό του. Η τροπή αυτή έκανε τον Rosberg να αποφασίσει να υποκύψει στις προσεγγίσεις του Ron Dennis, ο οποίος τον έφερε στη McLaren το 1986.
Όπως αποδείχθηκε από την άψογη συνεργασία με τον Mansell το 1985 και την κακή σεζόν του Rosberg στη McLaren το 1986, που οδήγησε στο τέλος της καριέρας του στην F1, ήταν λανθασμένη απόφαση.
Ο πρώην διευθυντής του Mansell στη Lotus, Peter Warr, είχε δηλώσει ότι ο Βρετανός δε θα νικήσει αγώνα «όσο έχω τρύπα στα οπίσθιά μου». Στην πρώτη του συμμετοχή με τα χρώματα της Williams συγκρούστηκε με τη Ferrari του Michele Alboreto και πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων ένα σίγουρο βάθρο.
Ωστόσο, ο Frank δεν επέκρινε τον πρώην χωροφύλακα από τη Νήσο του Man, όπως ο Nigel είχε συνηθίσει να συμβαίνει στη Lotus, γεγονός το οποίο οδηγούσε σε περαιτέρω συμβάντα, καθώς ο Βρετανός προσπαθούσε να αποδείξει την αξία του με ακόμα περισσότερο ζήλο.
Ο Mansell είχε ατύχημα και στην πρώτη εκκίνηση του δεύτερου αγώνα του με τα χρώματα της Williams. Στον 5ο αγώνα της σεζόν, η Honda παρουσίασε αναβαθμίσεις που βελτίωσαν την απόκριση ισχύος, διευρύνοντας το ωφέλιμο πλαίσιο στροφών.
Ο Rosberg πήρε τη νίκη στους δρόμους του Detroit. Στις κατατακτήριες δοκιμές του Silverstone, σημείωσε τον ταχύτερο γύρο στην ιστορία της F1 σε νωπή πίστα(!) με μέση ωριαία ταχύτητα 258,98 χ.α.ώ., που θα παρέμενε αξεπέραστη για 17 χρόνια!
Ο Φινλανδός παραδέχθηκε ότι ξεπέρασε τα όρια στην προκειμένη περίπτωση και η χάραξη της πίστας θα άλλαζε σημαντικά μέχρι τον επόμενο αγώνα της F1 εκεί το 1987. Πίσω στο 1985, στο GP Ευρώπης στο Brands Hatch, ο Nigel Mansell κατέκτησε την πρώτη του νίκη στην F1, μέσα στην πατρίδα του.
O Ayrton Senna είχε μπλοκάρει τον Rosberg στους αρχικούς γύρους του αγώνα ωθώντας τον εκτός πίστας. Ο Φινλανδός εκδικήθηκε τον οδηγό της Lotus καθυστερώντας τον ενώ δεχόταν γύρο, γεγονός που επέτρεψε στον Mansell να τεθεί επικεφαλής.
Ο Mansell επικράτησε και στη Νότια Αφρική, ενώ ο Rosberg νίκησε τον τελευταίο του αγώνα με τη Williams, στο νεοσύστατο GP Αυστραλίας.
Η Honda ήθελε τον Nelson Piquet στην ομάδα και χρηματοδότησε τις υψηλές για την εποχή (3 εκατομμύρια δολάρια) οικονομικές του απαιτήσεις. Ο Βραζιλιάνος από την πλευρά του ήθελε να φύγει από την Brabham, με την ομάδα να βουλιάζει, καθώς ο Ecclestone είχε πάψει να ασχολείται μαζί της έχοντας βάλει ως κύριο στόχο της ζωής του πλέον την εμπορική εκμετάλλευση του σπορ.
Το ατύχημα
Το Σάββατο, 8 Μαρτίου 1986, η ζωή του Frank θα άλλαζε για πάντα. Η ομάδα βρισκόταν στο Paul Ricard, πραγματοποιώντας δοκιμές ενόψει της έναρξης της σεζόν. Ο Frank βιαζόταν να φτάσει στο αεροδρόμιο της Νίκαιας, καθώς την επόμενη ημέρα θα συμμετείχε σε ημιμαραθώνιο αγώνα δρόμου.
Επιβιβάστηκε στο ενοικιασμένο Ford Sierra με συνοδηγό τον Peter Windsor, δημοσιογράφο που πλέον είχε αναλάβει τις δημόσιες σχέσεις της ομάδας. Ο Frank οδηγούσε ταχύτερα από τις ικανότητές του για να προλάβει την πτήση του.
Σε μια στροφή, το Ford άρχισε να πλαγιολισθαίνει. Ο Frank διόρθωσε με υπερβολικά απότομη κίνηση στο τιμόνι η οποία οδήγησε στην απώλεια ελέγχου. Το αυτοκίνητο προσέκρουσε σε τσιμεντένιο τοίχο, απογειώθηκε και προσγειώθηκε στο έδαφος με το εμπρός μέρος.
Ο Windsor ήταν σώος και αβλαβής, ωστόσο ο Frank, που δε φορούσε ζώνη ασφαλείας, ανέφερε ότι δε μπορούσε να κουνηθεί, καθώς η οροφή είχε υποχωρήσει, πιέζοντας το κεφάλι του. Οι δυο τους περίμεναν 50 λεπτά στο σημείο του ατυχήματος μέχρι να έρθει ασθενοφόρο.
Ο 6ος και ο 7ος σπόνδυλος του Frank είχαν μετατοπιστεί, επιφέροντας σημαντική μείωση της διαμέτρου της σπονδυλικής στήλης. Η Ginny δεν ήταν ικανοποιημένη με την περίθαλψη που λάμβανε ο σύζυγός της στη Μασσαλία, ζήτησε τη μεταφορά του στο Λονδίνο.
Ο γιατρός της F1 τότε, ο Sid Watkins, είπε στην Ginny ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να αφήσει τον Frank να «φύγει», καθώς η ποιότητα της ζωής του θα ήταν εξαιρετικά υποβαθμισμένη αν επιβίωνε.
Η Ginny αρνήθηκε και βρέθηκε να σώζει τη ζωή του συζύγου της, σε περιστατικά όπως όταν αποσυνδέθηκαν μερικοί σωλήνες που αφαιρούσαν υγρό από τους πνεύμονες του Frank και η ίδια άρχισε να ασκεί πίεση στο στήθος του συζύγου της για να τον σώσει.
Σύντομα μετά τη μεταφορά του στο Λονδίνο, ο Frank έπαθε πνευμονία. Τρεφόταν με ορό, ο οποίος κάποια ημέρα κατά λάθος βρέθηκε να στέλνει ορό στα πνευμόνια, γεγονός που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή.
Έξι εβδομάδες μετά το ατύχημα, ο Frank μπορούσε να αναπνεύσει ξανά, χωρίς εξωτερική υποβοήθηση. Ήταν πλέον τετραπληγικός. Δε θα μπορούσε να βήξει, να γελάσει ή να φυσήξει τη μύτη του ξανά. Η ζωή του θα γινόταν πολύ πιο δύσκολη και κάθε απλή διαδικασία χρονοβόρα.
Δώδεκα εβδομάδες μετά το ατύχημα, παρά τις επιφυλάξεις των γιατρών, επέστρεψε στο σπίτι του, το οποίο είχε μετατραπεί σε μικρή κλινική, για να καλύψει τις ανάγκες του.
Λίγες ημέρες μετά την επιστροφή στο σπίτι του, ο Frank επισκέφθηκε το εργοστάσιο της ομάδας. Σύντομα θα βρισκόταν εκεί 2-3 φορές την εβδομάδα, για δύο ώρες. Μόνο τόσο άντεχε ο οργανισμός του.
Κόντρα Mansell – Piquet
Στο μεταξύ, παρότι η Williams διέθετε το ταχύτερο μονοθέσιο, με τον κινητήρα της Honda να είναι πλέον ο κορυφαίος του grid, o Piquet ήταν δυσαρεστημένος, διότι πίστευε ότι έχει έρθει στην ομάδα με το αδιαφιλονίκητο κύρος Νο. 1 οδηγού, ωστόσο ο Mansell είχε κατακτήσει ήδη δυο νίκες στους πρώτους έξι αγώνες και τις διπλασίασε μέχρι τον 9ο γύρο της σεζόν, το GP της πατρίδας του, στο Brands Hatch.
Εκεί διαδραματίστηκε μια εκπληκτική μονομαχία μεταξύ τους, με τελικό νικητή τον Βρετανό, πραγματοποιώντας από ένα εκπληκτικό προσπέρασμα, υπό τις ιαχές των συμπατριωτών του, όταν ο Piquet έχασε μια αλλαγή σχέσης.
Αυτός ήταν και ο πρώτος αγώνας που επισκέφθηκε ο Frank έπειτα από το ατύχημα, με τον Ecclestone να έχει κανονίσει τη μεταφορά του με ελικόπτερο από το σπίτι του στην πίστα.
Η ομάδα ήταν αρκετά καλά στημένη ώστε να μπορεί να λειτουργήσει και χωρίς τον Frank. Ωστόσο, η απόφαση να αφήσει τους οδηγούς της να μάχονται, οδήγησε στην απώλεια του Πρωταθλήματος Οδηγών.
Ο Piquet ήθελε αποκλειστική χρήση του εφεδρικού μονοθεσίου, αλλά η ομάδα αποφάσισε να υιοθετεί τις ρυθμίσεις του κάθε οδηγού για το τρίτο μονοθέσιο εναλλάξ, σε κάθε αγώνα.
Στην πρώτη επίσκεψη της F1 στο Ανατολικό Μπλοκ, για το GP Ουγγαρίας, ο Piquet κατέκτησε τη νίκη, έπειτα από ένα εκπληκτικό προσπέρασμα επί του Ayrton Senna. O Βραζιλιάνος διέθετε ένα καινούργιο διαφορικό στο μονοθέσιό του, του οποίου τα οφέλη είχε… ξεχάσει να αναφέρει στον ομόσταυλό του.
Ο Mansell διαμαρτυρήθηκε στον Frank, λέγοντας ότι ο Frank Dernie, ο οποίος λειτουργούσε και ως μηχανικός αγώνα του Piquet, θα έπρεπε να έχει μοιραστεί την πληροφορία αυτή μαζί του. Στον προτελευταίο αγώνα της σεζόν, ο Mansell θα μπορούσε να είχε εξασφαλίσει τον τίτλο, αλλά δε μπορούσε να επιλέξει πρώτη σχέση στο κιβώτιο για την εκκίνηση και έχασε πολλές θέσεις, για να καταλήξει 5ος στον τερματισμό.
Mansell, Alain Prost και Piquet είχαν και οι τρεις ελπίδες για τον τίτλο στο φινάλε της σεζόν στην Αδελαΐδα, με το Γάλλο να βρίσκεται 6 βαθμούς πίσω από τον Nigel και 1 βαθμό εμπρός από τον Nelson. Οι ελπίδες της Williams αυξήθηκαν όταν ο Prost είχε απώλεια πίεσης σε ένα από τα ελαστικά του και εισήλθε στα pits για να το αντικαταστήσει.
Η Goodyear εξέτασε τα ελαστικά του Γάλλου και αποφάνθηκε ότι η φθορά τους ήταν ελάχιστη, οπότε ο αγώνας μπορούσε να διεξαχθεί χωρίς pit stop. Ωστόσο, η Williams, με περισσότερη ισχύ από τον κινητήρα της Honda, και έχοντας επιλέξει ρυθμίσεις παραγωγής υψηλότερων τιμών αρνητικής άντωσης, καταπονούσε περισσότερο τα ελαστικά της.
Μόλις 19 γύρους πριν την καρό σημαία, το πίσω αριστερό ελαστικό του Mansell αστόχησε, στερώντας του οποιαδήποτε ελπίδα για τον τίτλο. Η Williams κάλεσε προληπτικά τον Piquet στα pits για αλλαγή ελαστικών, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στον Prost να κατακτήσει το δεύτερο προσωπικό του τίτλο, παρότι οι ενδείξεις του μονοθεσίου του έλεγαν ότι είχε ξεμείνει από καύσιμα στον τελευταίο γύρο!
Μέρος β’
Το 1987 η Williams αγωνίστηκε με μια βελτιωμένη έκδοση του περυσινού μονοθεσίου, την FW11B. Ωστόσο, η σεζόν ξεκίνησε δυσοίωνα, δεδομένου του ατυχήματος του Piquet στη στροφή Tamburello της Ιmola, λόγω υποπτευόμενης αστοχίας ελαστικού.
Το ατύχημα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην όραση του Βραζιλιάνου, με το 70% αυτής να έχει χαθεί. Ωστόσο, ο Piquet δεν το είπε σε κανέναν αυτό και συνέχισε τη μάχη του με τον Mansell, με το Βρετανό να έχει ξεκάθαρο πλεονέκτημα ταχύτητας. Ωστόσο, ο Piquet τερμάτιζε πιο συχνά στους βαθμούς, ενώ ο Mansell είχε πιο «όλα ή τίποτα» προσέγγιση.
Ο Mansell αν δεν νικούσε, συνήθως εγκατέλειπε, όχι μόνο από προβλήματα αξιοπιστίας… Ωστόσο, κατάφερε και πάλι να επικρατήσει σε μια εξαιρετική μάχη μεταξύ τους και πάλι στην πατρίδα του, αυτή τη φορά στο Silverstone.
Ο Piquet δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου μετά τον αγώνα ότι οι σχέσεις του με τη Williams έχουν σχεδόν τελειώσει. Ο Piquet είχε ζητήσει κύρος αδιαφιλονίκητου Νο. 1 οδηγού για το 1988, ωστόσο ο Frank είχε ήδη υπογράψει συμβόλαιο Νο. 1 οδηγού με τον Mansell για την επόμενη χρονιά.
Συνεπώς, ο Piquet αναχώρησε για τη Lotus και μαζί του και η Honda, ένα χρόνο πριν τη λήξη του συμβολαίου της. Πέραν της συνεργασίας με την McLaren και τον Ayrton Senna για το 1988, η ιαπωνική εταιρεία δεν ήθελε να διακόψει τη συνεργασία της με τον Piquet.
Επιπλέον, κάποιοι ισχυρίζονται ότι οι Ιάπωνες δεν ήθελαν να συνεργάζονται με τον Williams έπειτα από το ατύχημα, καθώς τα άτομα με ανάγκες περιφρονούνται στην κουλτούρα της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου.
Τα συνεχή παράπονα του Mansell ότι η Honda του έδινε λιγότερο ισχυρούς κινητήρες, δε βοήθησαν την κατάσταση. Ο Soichiro Honda δεν ήταν ευχαριστημένος με τον τρόπο που η Williams -δεν- είχε διαχειριστεί τη μάχη μεταξύ των οδηγών της.
Η Honda έδωσε την ευκαιρία στην ομάδα να συνεχίσει τη συνεργασία, εφόσον προσλάμβανε τον Ιάπωνα προστατευόμενό της, Satoru Nakajima, κάτι που οι Williams και Head αρνήθηκαν κατηγορηματικά.
H σχέσεις μεταξύ Mansell και Piquet πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, με τον Βραζιλιάνο να παίζει οποιοδήποτε ψυχολογικό κόλπο γνώριζε. Απέκρυπτε τεχνικές πληροφορίες, άλλαζε το στήσιμο του μονοθεσίου την τελευταία στιγμή και πέρασε και σε προσωπική επίθεση, αποκαλώντας τη σύζυγο του Mansell, Rosanne, άσχημη και τον ίδιο το Βρετανό όχι και τόσο έξυπνο.
Στην Ιταλία, ο Piquet επικράτησε χρησιμοποιώντας το σύστημα ενεργητικών αναρτήσεων της Williams, το οποίο είχε εξελίξει μόνος του μέσω δοκιμών. Ο Mansell δεν ήθελε να ασχοληθεί μαζί του, λόγω κακής εμπειρίας με αντίστοιχο σύστημα στη Lotus. Ωστόσο, όταν είδε τα οφέλη, έκανε παράπονα στην ομάδα διότι δεν είχε τον ίδιο εξοπλισμό με τον έτερο πιλότο της Williams…
Εντέλει, ο τίτλος του 1987 κρίθηκε με άδοξο για τον Mansell τρόπο, όταν στις δοκιμές του προτελευταίου αγώνα της σεζόν, το GP Ιαπωνίας είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα στα ταχύτατα «S» της Suzuka, στο οποίο υπέστη κακώσεις στη σπονδυλική στήλη, οι οποίες τον άφησαν εκτός αγωνιστικής δράσης για το υπόλοιπο της σεζόν.
Έχοντας χάσει τη συνεργασία της Honda, η Williams έκανε τη χειρότερη σεζόν της δεκαετούς ιστορίας της το 1988, Με τον μη ανταγωνιστικό ατμοσφαιρικό κινητήρα της μικρής εταιρείας του John Judd. Ήταν η πρώτη φορά από το 1978 που η ομάδα δε σημείωσε ούτε μια νίκη.
Οι ενεργητικές αναρτήσεις περιέπλεξαν ακόμη περισσότερο τα πράγματα για την FW12 και στο μέσο της σεζόν η ομάδα τις ξεφορτώθηκε. Ο Mansell υπέγραψε συμβόλαιο με τη Ferrari για το 1989.
Μόλις ο Frank ήξερε ότι η συνεργασία με τη Honda δε θα συνεχιζόταν, ξεκίνησε τις συνομιλίες με τη Renault, η οποία είχε αποχωρήσει από την F1 στο τέλος του 1986, αλλά προετοίμαζε έναν ατμοσφαιρικό V10 για τους τεχνικούς κανονισμούς του 1989 και υπέγραψε συμφωνία με τη Williams.
Θα σηματοδοτούσε το ξεκίνημα μιας από τις πιο επιτυχημένες συνεργασίες στην ιστορία του σπορ. Μαζί με τη Renault, ήρθε και ο σπόνσορας της Elf, εταιρείας αγωνιστικών λιπαντικών.
Ωστόσο, η προσωπική ζωή του Frank δεν πήγαινε τόσο καλά, με την Ginny να δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι ήταν αναγκαία η παρουσία ξένων ανθρώπων στο σπίτι τους, που είχε μετατραπεί σε κλινική.
Αναγκάστηκαν να το πουλήσουν, κάτι που επηρέασε αρκετά την Ginny, αλλά δεν είχε καμία επίπτωση στον Frank. Όταν τον ρώτησε αν έχει καθόλου συναισθήματα, ο Frank απάντησε: «Τα συναισθήματα είναι αδυναμία».
Η Ginny έχει αναφέρει ότι μερικές φορές απλά χρησιμοποιούσε την ισχύ που είχε επάνω σε μερικούς ανθρώπους για να προκαλέσει πόνο. Το ίδιο έκανε και με τα χρήματα, με πολλούς ανθρώπους να έχουν αποχωρήσει από την ομάδα για οικονομικούς λόγους.
Ο Frank δεν επικεντρώθηκε στις φυσιοθεραπείες του για να ανακτήσει οποιοδήποτε βαθμό κινητικότητας, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αφοσιώθηκε στη δουλειά.
Ανασύνταξη
Για το 1989, το οδηγικό δίδυμο της Williams απάρτιζαν οι Thierry Boutsen και Riccardo Patrese. O Βέλγος κατέκτησε την πρώτη νίκη της καριέρας του στον Καναδά, όταν ο Senna εγκατέλειψε τρεις γύρους πριν την καρό σημαία του βροχερού και επικράτησε και στη βροχή της Αδελαΐδας στο φινάλε της σεζόν.
Το 1990 o Patrese επικράτησε στην Imola και ο Boutsen στην Ουγγαρία. Έπειτα από μια πολύ δύσκολη σεζόν στο πλάι του Prost στη Ferrari, o Mansell είχε ανακοινώσει στο Silverstone ότι θα αποχωρήσει από την F1.
H Williams εξέταζε τις επιλογές της για το 1991, έχοντας υπογράψει προσύμφωνο με τον Jean Alesi, ο οποίος όμως προτίμησε τη Ferrari, η οποία του προσέφερε άμεσο αγωνιστικό συμβόλαιο ενώ ο Frank είχε το Γάλλο στην αναμονή. Εντέλει, προσέφερε στον Mansell 4,6 εκατομμύρια λόγους (£) να παραμείνει στην F1 το 1991.
H ομάδα κατασκεύασε καινούργια αεροδυναμική σήραγγα, που φιλοξενούσε μοντέλα κλίμακας 50% και είχε προσλάβει αρκετούς τεχνικούς (το προσωπικό της ομάδας ήταν 170 άτομα πλέον), μεταξύ των οποίων ήταν και o Paddy Lowe, ο οποίος έγραψε τον ηλεκτρονικό κώδικα για το σύστημα ενεργητικών αναρτήσεων και ο ταλαντούχος αεροδυναμιστής Adrian Newey, από την Leyton House/March.
Οπλισμένος με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, όσον αφορά την αεροδυναμική σήραγγα, ο Newey απέδειξε το ταλέντο του με τη δημιουργία της πανέμορφης FW14, η οποία διέθετε και ημιαυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων.
Αυτή ήταν και η αχίλλειος πτέρνα όσον αφορά την αξιοπιστία του μονοθεσίου στην αρχή της σεζόν, επιτρέποντας στον Ayrton Senna να χτίσει με ένα σερί τεσσάρων νικών, μια βαθμολογική διαφορά την οποία δύσκολα θα κάλυπτε ο Mansell.
Άλλωστε, ο Patrese ήταν ταχύτερος του Βρετανού στις κατατακτήριες δοκιμές των πρώτων 7 Grand Prix. H Williams σημείωσε το «1-2» στο Μεξικό με τον Ιταλό να ανακηρύσσεται νικητής. O Mansell, πέταξε επίσης μια νίκη στον Καναδά, όταν επιβράδυνε υπερβολικά στον τελευταίο γύρο, ενώ ήταν επικεφαλής με διαφορά 47 δλ. και έσβησε ο κινητήρας του, χαρίζοντας τον Piquet την τελευταία του νίκη στην F1.
Στην Πορτογαλία, ένα pit stop όπου δε βιδώθηκε καλά το πίσω δεξιό μπουλόνι του Mansell και οι μηχανικοί της ομάδας εργάστηκαν επάνω στο μονοθέσιο ενώ αυτό βρισκόταν εκτός του χώρου pit stop της ομάδας, εξασφαλίζοντας μαύρη σημαία. Οποιαδήποτε ελπίδα του Mansell για τίτλο εξανεμίστηκε και πάλι στη Suzuka, όταν βγήκε εκτός πίστας στο 10ο γύρο.
Κυριαρχία
Ωστόσο, το 1992, κανείς δε θα μπορούσε να σταματήσει τις Williams FW14Β, η οποία ήταν πλέον εφοδιασμένη με εξαιρετικά αποδοτικές ενεργητικές αναρτήσεις, οι οποίες, διατηρώντας το μονοθέσιο σχεδόν μόνιμα παράλληλο με το έδαφος, βελτίωναν την αεροδυναμική του απόδοση.
Το αρχικό σχέδιο ήταν να παρουσιαστεί καινούργιο μονοθέσιο έπειτα από μερικούς αγώνες. Αλλά δεδομένου του πλεονεκτήματος της FW14B επί των αντιπάλων της, αυτό αναβλήθηκε για το 1993.
Οι δύο οδηγοί της Williams έριξαν γύρο σε όλους τους υπόλοιπους στο Μεξικό. Ο Mansell ξεκίνησε τη σεζόν με 5 νίκες αν και το σερί του έληξε έπειτα από την επική μονομαχία του με τον Senna στους τελευταίους 5 γύρους του GP Μονακό, έπειτα από ένα απρογραμμάτιστο pit stop.
Ο Mansell εξασφάλισε τον μοναδικό τίτλο της καριέρας του στο GP Ουγγαρίας, το 11ο από τους 16 αγώνες της σεζόν. Είχε κάνει μια εξαιρετική σεζόν, αντλώντας το μέγιστο από ένα μονοθέσιο που απαιτούσε ιδιαίτερη οδήγηση, χωρίς ψήγμα φόβου.
Εντωμεταξύ, o Prost, αφότου είχε εκδιωχθεί από τη Ferrari, ήταν διαθέσιμος. Renault και Elf, που παρείχαν στη Williams το μισό από το ύψους 25 εκατομμυρίων £ budget της, ήθελαν το Γάλλο στην ομάδα.
Για να δεχθεί αυτό τον όρο ο Mansell, αύξησε αρκετά τις απαιτήσεις του από τη Williams. Ο Prost υπέγραψε αρκετά νωρίς το 1992 με την Williams για την επόμενη σεζόν, με βέτο για την έλευση του Senna στην ομάδα, ο οποίος προσέφερε τις υπηρεσίες του δωρεάν!
Παρότι όλα φαίνονταν ότι είχαν συμφωνηθεί (πέραν ίσως του γεγονότος ότι ο Masnell απαιτούσε τρία δωμάτια ξενοδοχείου για την οικογένεια και τους φίλους του, ενώ η Williams προσέφερε μόνο ένα), με 1,5 εκατομμύρια δολάρια επιπλέον απολαβές (πέραν των 5 εκατομμυρίων £) για τον Mansell για το 1993 (αν και κάποιοι ισχυρίζονται ότι ζήτησε τα διπλάσιες απολαβές από αυτές που είχε εξασφαλίσει ο Prost), σύντομα, ο Frank αποφάσισε να προσφέρει στον Βρετανό τα μισά χρήματα.
Ο Frank ανέφερε ότι σε αυτό συνέβαλε η αβεβαιότητα της Elf για το ύψος της χρηματικής συνεισφοράς της το 1993, δεδομένης της πτώσης κατά 23% των κερδών της στο πρώτο εξάμηνο του 1992.
Στη Monza, ο Mansell οργάνωσε συνέντευξη Τύπου και λίγο πριν ξεκινήσει να μιλάει στους δημοσιογράφους, ένας αγγελιαφόρος της ομάδας ενημέρωσε τον Βρετανό ότι η Renault είχε συμφωνήσει να του προσφέρει το ποσό που είχε συμφωνηθεί αρχικά.
Αλλά ήταν πολύ αργά. Ο Mansell ανακοίνωσε ότι θα αποχωρούσε από την F1 στο τέλος της σεζόν, λόγω καταστάσεων εκτός του ελέγχου του. Η εφημερίδα Sun μάλιστα, διοργάνωσε διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το εργοστάσιο της Williams, αλλά με πολύ χαμηλή προσέλευση.
O Mansell εξασφάλισε μια θέση στην ομάδα Newman/Haas στο IndyCar, στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, όπου κατέκτησε τον τίτλο του 1993 με την πρώτη προσπάθεια. Η αποχώρησή του άφησε το δρόμο ανοιχτό για τον δοκιμαστή της ομάδας, Damon Hill (παρότι ο Frank σκεφτόταν τον Mika Hakkinen και τον Martin Brundle), να αναλάβει το δεύτερο cockpit, με εμπειρία μόλις δύο συμμετοχών σε αγώνες της F1, με την ουραγό πια ομάδα της Brabham. Η ομάδα γνώριζε τον Βρετανό καλά και δεδομένης της απειρίας του, δύσκολα θα προκαλούσε πρόβλημα στον Prost.
Παρότι το πλεονέκτημα της καινούργιας FW15, η οποία πλέον διέθετε και άλλα ηλεκτρονικά συστήματα, όπως αυτό ελέγχου πρόσφυσης, είχε παραμείνει σε δυσθεώρητα ύψη, ο Prost δεν κατέκτησε με την ευκολία του Mansell τον τίτλο του 1993. Ο Hill είχε κάνει εξαιρετικές εμφανίσεις, χάνοντας δύο νίκες στους τελευταίους γύρους (Silverstone και Hockenheim), αλλά κατάφερε επίσης να κάνει ένα σερί τριών νικών (Ουγγαρία, Βέλγιο, Ιταλία).
Οι επιδόσεις του Prost δεν έπεισαν τον Frank, ενώ ο Γάλλος σκέφτηκε να αποχωρήσει από την ομάδα πριν το τέλος της σεζόν. Ο Prost ανέφερε στον Frank ότι σκεφτόταν να αποχωρήσει από την ενεργό δράση στο τέλος της σεζόν, παρότι είχε υπογράψει διετές συμβόλαιο με την ομάδα.
Ayrton Senna
Ο Williams ήδη βρισκόταν σε συζητήσεις με τον Senna για το 1994. Ο Frank ήθελε διακαώς τον ικανότατο Βραζιλιάνο, ο οποίος του είχε ξεφύγει το 1983, που η Williams ήταν το πρώτο μονοθέσιο F1 που θα οδηγούσε στην καριέρα του. Τον Οκτώβριο, ανακοινώθηκε η διετής συμφωνία του Senna με την Williams.
Για το 1994, η FIA απαγόρευσε κάθε είδους ηλεκτρονικό σύστημα και οδηγικό βοήθημα στα μονοθέσια. Ωστόσο, διαγράφοντας τα πάντα με μια μονοκονδυλιά, οι καινούργιοι κανονισμοί παρήγαγαν αρκετά νευρικά μονοθέσια, τα οποία προκάλεσαν πολυάριθμα σοβαρά ατυχήματα.
H Williams, καλομαθημένη στα ηλεκτρονικά συστήματα, παρήγαγε ένα πολύ δύστροπο στη συμπεριφορά του μονοθέσιο. Επιπλέον, ο Senna δε βολευόταν στο εξαιρετικά στενό cockpit που είχε σχεδιάσει ο Newey και ζήτησε να ελαττωθεί το πάχος της κολώνας του τιμονιού για την Imola.
Αυτό συνέβη στην πίστα, με οξυγονοκόλληση μεταξύ δύο σωλήνων διαφορετικής διατομής και στρεπτικής ακαμψίας. Δυστυχώς, η κολώνα του τιμονιού δεν άντεξε τις πιέσεις και αστόχησε στο Tamburello.
Η Williams προσέκρουσε ακυβέρνητη στον τοίχο της ταχύτατης καμπής και ένα από τα ψαλίδια της εμπρός δεξιάς ανάρτηση διαπέρασε την καλύπτρα του κράνους και χτύπησε τον Ayrton στο μέτωπο.
Ο μεγαλύτερος αστέρας της F1 ήταν νεκρός. Το σοκ ήταν τεράστιο για την ομάδα της Williams. Και για την F1 και θα άλλαζε το σπορ για πάντα. Σε πολλούς τομείς, όπως η ασφάλεια, προς το καλύτερο. Οι Williams, Head και Newey θα περνούσαν τα επόμενα χρόνια από δικαστική διαδικασία, όπως ορίζει ο Ιταλικός νόμος.
Τον Senna αντικατέστησε ο δοκιμαστής της ομάδας, David Coulthard, ενώ έπειτα από πίεση του Ecclestone, που για πρώτη φορά είχε ένα grid χωρίς Πρωταθλητές, σε τέσσερις αγώνες που δε συνέπιπταν με το πρόγραμμα του IndyCar, εμφανίστηκε και ο Nigel Mansell, έναντι 900.000 £, ποσού τριπλάσιου από τις ετήσιες απολαβές του Hill.
Damon Hill
Ο Βρετανός είχε βρεθεί στον ηγετικό ρόλο της ομάδας από το πουθενά. Υπήρχαν όμως ήδη κάποιοι στην ομάδα που δεν πίστευαν στις ικανότητές του. Ο Hill κέρδισε τον πρώτο αγώνα της ομάδας στην Ισπανία, όπου ο Michael Schumacher είχε μείνει μόνο με 5η στο κιβώτιο, και ρίχτηκε στη μάχη για τον τίτλο με τον Γερμανό της Benetton.
Έκανε επίσης μια εξαιρετική εμφάνιση για να επικρατήσει στη βρεγμένη Suzuka, παρά τη λογομαχία που είχε με τον Patrick Head κατά τη διάρκεια του τριημέρου. Λίγο έως πολύ, ο Head είπε στον Hill ότι όλοι στην ομάδα έβρισκαν τη συνεργασία μαζί του δύσκολη.
Έπειτα από μια ταραχώδη σεζόν, o τίτλος κρίθηκε στον τελευταίο αγώνα της σεζόν, στην Αδελαΐδα, όταν ο Schumacher βγήκε εκτός πίστας. Ο Hill βρήκε ένα άνοιγμα, επιτέθηκε, ο Γερμανός του έκλεισε την πόρτα και συγκρούστηκαν.
H Benetton εγκατέλειψε επιτόπου, ενώ ο Hill επέστρεψε στα pits, για να διαπιστωθεί ότι η ζημιά στην εμπρός αριστερή ανάρτηση του μονοθεσίου του είχε υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά και έπρεπε να εγκαταλείψει τόσο τον αγώνα, όσο και τις ελπίδες του για τον τίτλο.
Εκείνη την ημέρα, ο Mansell σημείωσε την τελευταία νίκη της καριέρας του και την τελευταία στην ιστορία της F1 για έναν 40χρονο οδηγό. Παράλληλα, ο Hill προσπαθούσε να διαπραγματευτεί μια αύξηση των απολαβών του για το 1995, κάτι που αποδείχθηκε αρκετά δύσκολο.
Το 1995, το έργο του Schumacher ήταν πιο εύκολο, καθώς η Benetton είχε εξασφαλίσει και αυτή τους κινητήρες της Renault, εξανεμίζοντας το πλεονέκτημα της Williams σε αυτό τον τομέα. Ο Hill έκανε μερικά επικριτικά σχόλια για τη δυνατότητα της ομάδας να προετοιμάζει τα μονοθέσια για το αγωνιστικό Σαββατοκύριακο.
Ο Hill εμβόλισε δύο φορές τον Schumacher εκείνη σεζόν (σε Silverstone και Monza), ενώ στο Hockenheim βγήκε μόνος του εκτός πίστας στο 2ο γύρο, ενώ ήταν επικεφαλής, αν και η Williams ανακοίνωσε ότι το τετ-α-κέ ενδεχομένως να οφειλόταν σε τεχνικό πρόβλημα. Στην Πορτογαλία, ο Coulthard κατέκτησε την πρώτη του νίκη.
Το 1995, η Williams μετακόμισε από το Didcot στις εγκαταστάσεις που βρίσκεται έως σήμερα, στο Grove, οι οποίες κόστισαν 6,7 εκατομμύρια £ και στέγασαν το προσωπικό 224 ατόμων που είχε τότε η ομάδα.
Jacques Villeneuve
To 1996, με τον Schumacher στην όχι ιδιαίτερα ανταγωνιστική Ferrari, ο Hill δε θα έπρεπε να έχει πρόβλημα να κατακτήσει τον τίτλο. Ο μόνος ανταγωνισμός θα προερχόταν από το εσωτερικό της ίδιας της ομάδας, υπό την μορφή του Jacques Villeneuve, γιο του Gilles, ο οποίος θα έκανε το ντεμπούτο του στην F1, έχοντας κατακτήσει τον τίτλο στα IndyCar.
Ο Bernie Ecclestone είχε δώσει τις ευλογίες του για τη μεταγραφή αυτή. Παράλληλα, η Williams είχε προσεγγίσει τον Heinz-Harald Frentzen ξανά (έπειτα από το 1994) και υπέγραψε μαζί του προσύμφωνο (ή τελικό συμβόλαιο, σύμφωνα με άλλες πηγές) για το 1997, πριν καν ξεκινήσει η σεζόν του 1996.
Παρότι ο Hill κατέκτησε τον τίτλο, ο Villeneuve έκλεψε τις εντυπώσεις, με πολύ καλές εμφανίσεις στο δεύτερο μισό της πρώτης του σεζόν στην F1, πηγαίνοντας τη μάχη έως τον τελευταίο αγώνα. Παράλληλα, ο Hill έβαλε το δικηγόρο του να διαπραγματευτεί το συμβόλαιό του, και εισερχόμενος στις διαπραγματεύσεις με τουπέ καρδιναλίου, σύντομα έφερε τον πελάτη του σε μειονεκτική διαπραγματευτική θέση.
Αισθανόμενος ότι πολλές φορές δε λαμβάνει το σεβασμό που του αξίζει, ο Newey ζήτησε να συμπεριληφθεί στους όρους του συμβολαίου του ότι η ομάδα θα πρέπει να τον συμβουλεύεται όσον αφορά τις επιλογές οδηγών.
Ο Newey ήταν από τους τελευταίους που έμαθε για την έλευση του Frentzen, τον οποίο δεν είχε σε υψηλή εκτίμηση, γεγονός που τον έκανε να ψάξει για άλλη ομάδα. Χρησιμοποιώντας την παράβαση στους όρους του συμβολαίου του, αναχώρησε για την McLaren τον Αύγουστο του 1997, παρότι το συμβόλαιό του με τη Williams έληγε το 1999.
Κατά την άποψη του Newey, η Williams διέθετε το καλύτερο μονοθέσιο το 1997 αλλά δεν το διαχειρίστηκε σωστά, επιτρέποντας στη Ferrari να διατηρηθεί στη μάχη του τίτλου μέχρι το επεισοδιακό φινάλε της σεζόν στη Jerez, όπου ο Schumacher επανέλαβε την τακτική του 1994, χτυπώντας τη Williams του Villeneuve αυτή τη φορά.
Ωστόσο, η επαφή οδήγησε τον ίδιο τον Schumacher σε εγκατάλειψη, χρίζοντας Πρωταθλητή τον Καναδό. Αυτό ήταν και το τελευταίο Πρωτάθλημα της Williams. Στο τέλος της σεζόν, η Renault αποχώρησε από την F1.
Η ομάδα συνέχισε να χρησιμοποιεί τους γαλλικούς κινητήρες το 1998, τους οποίους συντηρούσε πλέον η Mecachrome. Αλλά ο συνδυασμός με την απώλεια του Newey, έριξε την ομάδα πίσω και οι οδηγοί της ανέβηκαν μόλις 3 φορές στο βάθρο.
Η δυσαρέσκεια του Head με τον Frentzen είχε γίνει εμφανής πλέον, ενώ ο Villeneuve πίστεψε στο εγχείρημα της BAR το οποίο οργάνωσε ο μάνατζέρ του, Craig Pollock. H Williams απέκτησε τον Ralf Schumacher και τον Alessandro Zanardi (πρωταθλητή IndyCar πλέον) για το 1999.
ΒΜW
Ο Ιταλός όμως ήταν εξαιρετικά απογοητευτικός. Ενόψει του 2000, ο Frank κατάφερε να κλείσει συμφωνία προμήθειας κινητήρων με την BMW, δίνοντας παράλληλα την ευκαιρία στον νεαρό Jenson Button να κάνει το ντεμπούτο στην F1.
Οι τρεις παρουσίες στο βάθρο ήταν τα μόνιμα αποτελέσματα της Williams για μια τριετία, δεδομένων και των αναμενόμενων αρχικών προβλημάτων αξιοπιστίας του V10 της BMW. Ο Frank είχε ήδη υπογράψει συμβόλαιο με τον Κολομβιανό ορμώμενο από τα IndyCar, Juan Pablo Montoya, για το 2001, οπότε ο Button αναγκάστηκε να φύγει, παρά το πενταετές συμβόλαιό του.
Η BMW παρείχε έναν πολύ ισχυρό κινητήρα στη δεύτερη σεζόν της και η Williams επέστρεψε για στις νίκες για πρώτη φορά έπειτα από τέσσερα χρόνια. Τρεις νίκες σημείωσε ο Ralf Schumacher και μία ο Montoya.
H σεζόν του 2002 δεν πήγε και τόσο καλά, με μόλις μια νίκη του Schumacher, στη Μαλαισία. Το 2003, η Williams θα έφτανε όσο πιο κοντά από ποτέ, έπειτα από το 1997 στον τίτλο. Ωστόσο ο Montoya δεν ήταν ευχαριστημένος που δεν είχε την πλήρη υποστήριξη της ομάδας και έχασε βαθμούς από τον Schumacher.
O ανασχεδιασμός των ελαστικών της Michelin έπειτα από τα παράπονα της Ferrari πριν το Ιταλικό GP και το GP ΗΠΑ, όπου ο Montoyta δέχθηκε ποινή διέλευσης από το pit lane λόγω σύγκρουσης με τον Barrichello, του στοίχισαν την ελπίδα να παλέψει για τον τίτλο…
Το αρχικό μονοθέσιο του 2004, με το ρύγχος θαλάσσιου ίππου της αδικοχαμένης πριν από λίγες εβδομάδες Antonia Terzi, ήταν αποτυχία. Η ομάδα επέστρεψε σε έναν πιο παραδοσιακό σχεδιασμό και κατάφερε να αποσπάσει μια νίκη στο φινάλε της σεζόν, τον τελευταίο αγώνα του Montoya με την ομάδα.
Το 2005 ξεκίνησε ακόμα χειρότερα, γεγονός που έκανε την BMW να απαυδήσει. Έχοντας κατασκευάσει έναν από τους καλύτερους κινητήρες στην F1, η βαυαρική εταιρεία δεν ήταν ικανοποιημένη από τα πλαίσια που είχε κατασκευάζει η Williams στα χρόνια της συνεργασίας τους.
Η ΒΜW ήθελε να έχει περισσότερο λόγο στις αποφάσεις και πρότεινε να αγοράσει μέρος της Williams, για να λάβει αρνητική απάντηση από τον Frank. Εντέλει, αποφάσισε να αγοράσει την ομάδα της Sauber και να λήξει τη συνεργασία της με την Williams.
Σύγχρονη εποχή
Για το 2006, η ομάδα επέστρεψε στους κινητήρες Cosworth και παράταξε τον γιο του Πρωταθλητή του 1982, Nico Rosberg, ο οποίος θα εκπροσωπούσε τις ελπίδες της ομάδας για το μέλλον, σημειώνοντας τον ταχύτερο γύρο στο ντεμπούτο του.
Τα επόμενα τρία χρόνια η Williams χρησιμοποίησε κινητήρες Toyota (στην οποία παραχώρησε τα κιβώτιά της), καθώς βρέθηκε στο πίσω μέρος του grid. Μάλιστα, αυτό που είχε αρνηθεί να κάνει για την Honda το 1988, το έκανε με τον γιο του Satoru Nakajima, τον Kazuki για χάρη της Toyota, 30 χρόνια αργότερα.
O Adam Parr ανέλαβε τη διοίκηση της ομάδας, αλλά ο Bernie Ecclestone ζήτησε το κεφάλι του από τον Frank, o οποίος αναγκάστηκε να συμμορφωθεί.
Στο τέλος του 2009 αποχώρησε από την ομάδα και ο Patrick Head. Το 2010 ο Nico Hulkenberg έφερε μια pole position σε μικτές καιρικές συνθήκες στο Interlagos. Ωστόσο, την επόμενη χρονιά ο Γερμανός αναγκάστηκε να κάνει στην άκρη, για χάρη των… πετροδολαρίων της PDVSA, που υποστήριζε τον Βενεζουελανό Pastor Maldonado.
Με την επικράτησή του στο GP Ισπανίας του 2012, ο Maldonado παραμένει μέχρι σήμερα ο τελευταίος νικητής GP με τα χρώματα της Williams. H οικονομική κατάσταση της ομάδας καθόριζε και τις επιλογές της ομάδας, η οποία έπειτα από την αποχώρηση του Head, είχε μείνει χωρίς ουσιαστική τεχνική ηγεσία.
Η Williams βρήκε ενδιαφερόμενους μετόχους (όπως ο Toto Wolff) και εισήλθε στο χρηματιστήριο για να ανεβάσει τα έσοδά της. Ο Frank αποχώρησε από τη διοίκηση της ομάδας και την άφησε στα χέρια της κόρης του, η οποία προσπαθούσε να διαχειριστεί την οικογενειακή επιχείρηση.
Η αλλαγή κανονισμών του 2014, για την οποία η Williams εξασφάλισε τις πιο ανταγωνιστικές μονάδες ισχύος του grid, αυτές της Mercedes, παρείχε μια μικρή αναγέννηση για την Williams, η οποία «κλείδωσε» την πρώτη σειρά εκκίνησης στην Αυστρία.
Οι Felipe Massa και Valtteri Bottas ανέβηκαν στο βάθρο 9 φορές κατά τη διάρκεια της σεζόν και η Williams κατετάγη 3η στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών. Ωστόσο στη συνέχεια ξεκίνησε μια καθοδική πορεία η οποία την έφερε στην τελευταία θέση έπειτα από τους λάθος χειρισμούς του τεχνικού διευθυντή Paddy Lowe κατά την προετοιμασία για τη σεζόν του 2018.
Αυτοί οδήγησαν στην τελευταία θέση του grid την πάλαι ποτέ κραταιά Williams, από την οποία μόλις φέτος κατάφερε να ξεκολλήσει. Η οικονομική κρίση που επέφερε η πανδημία, ανάγκασε την Claire να πουλήσει την ομάδα στην αμερικάνικη Dorilton Capital, η οποία έχει επενδύσει αδρά και έχει καταφέρει να σημειώσει τα πρώτα καλά αποτελέσματα έπειτα από πολύ καιρό.
Η αποχώρηση της οικογένειας Williams ήταν αναγκαστική. Τα οικονομικά προβλήματα είχαν κάνει τη διατήρηση της ομάδας ανέφικτη και οι οικονομική περιορισμοί είχαν δυσχεράνει την αναβάθμιση του εξοπλισμού του εργοστασίου. Η Williams αναγκάστηκε να πουλήσει αρκετά από τα ιστορικά της μονοθέσια για να επιβιώσει.
Ίσως η επιμονή του Frank σε κάπως παρωχημένες τακτικές τα τελευταία χρόνια οδήγησαν στην κατρακύλα της ομάδας. Η F1 έχει δείξει να εξελίσσεται πολύ πιο γρήγορα απ’ όσο κατάφεραν διάφορες επιφανείς προσωπικότητες του χώρου.
Αν και ο Frank ήταν το σύμβολο ενός επιτυχημένου παρελθόντος, ίσως με τους χειρισμούς του, τα τελευταία χρόνια να έγινε το πρόβλημα της ομάδας, το οποίο απλά μετατέθηκε στα χέρια της κόρης του, για κάποιο λόγο, παρότι οι περισσότεροι πίστευαν ότι θα την αναλάμβανε ο Jonathan, δεδομένου ότι παρακολουθούσε από κοντά τη δραστηριότητά της για κάποια χρόνια._Φ.Λ.