Μπορεί να αναπαράγει το μοτίβο της C-Class, στην ουσία όμως δεν πρόκειται για μια νέα, αλλά για μια ανανεωμένη στις λεπτομέρειες Sports Coupe.
Επτά χρόνια δεν είναι λίγα, αν μιλάμε για τη διάρκεια ζωής ενός μοντέλου. Κάθε άλλο. Ακόμα και αν πρόκειται για μια Mercedes, όπως είναι η Sports Coupe, που βρίσκεται στην αγορά από το 2001. Η αλλαγή ήταν επιβεβλημένη, ωστόσο οι άνθρωποι της Mercedes, για τους δικούς τους λόγους, δεν αποφάσισαν να επενδύσουν στη ριζική ανανέωση του μοντέλου, αλλά σε μια λύση που θα χαρακτηρίζαμε μάλλον μεσοβέζικη: την απλή εναρμόνιση της εξωτερικής εικόνας της Sports Coupe με τη νέα C-Class.
Φυσικά, σε ό,τι αφορά αυτό το κομμάτι της ανανέωσης, δηλαδή της εξωτερικής εικόνας, σε γενικές γραμμές πέτυχαν ένα καλό αποτέλεσμα αισθητικά, παρ’ ότι οι βασικές γραμμές της σιλουέτας παρέμειναν όμοιες, ενώ σε κάποια σημεία μοιάζει οι αναμορφωτές-σχεδιαστές της να ένιωσαν αμηχανία. Παρατηρήστε το κομμάτι πλαστικού πάνω από τα φωτιστικά σώματα, στο πίσω μέρος, που κάλυψε το κενό που άφησαν τα παλιά φανάρια.
Από εκεί και πέρα, ουδέν. Ανοίγοντας τη βαριά και ποιοτική πόρτα, η εικόνα είναι σχεδόν… σαν να μην πέρασε μια μέρα, όπως λέει και το γνωστό άσμα. Τo ταμπλό, τα υλικά, η κονσόλα και το ηχοσύστημα είναι όμοια με όσα ξέραμε από την προηγούμενη Sports Coupe. Οι διαφορές; Το τιμόνι από τη νέα C-Class και ο πίνακας οργάνων, όπου στην έκδοση της δοκιμής που περιλάμβανε το σπορ πακέτο οι βελόνες είναι κόκκινες, ενώ εσωτερικά η επιφάνεια παρουσιάζεται σαν ένα διακριτικό ανάγλυφο καρό, που θυμίζει ανθρακόνημα.
Η ποιότητα κατασκευής και η συναρμογή, φυσικά, είναι πάντα Mercedes με υψηλότατο επίπεδο κατασκευής και υλικών, κάτι που αισθάνεσαι από την πρώτη στιγμή. Από την άλλη, όμως, όσο και αν κάποια θέματα δικαιολογούνται από την κουπέ φυσιογνωμία του αμαξώματος, ορισμένα άλλα αποτελούν παραστρατήματα που δεν περιμένεις από μια Mercedes.
Με άλλα λόγια, είναι αναμενόμενο ότι οι επιβάτες με ανάστημα γύρω στο 1,80 μ. θα «βρίσκουν» στην οροφή, αν κάτσουν στις πίσω θέσεις, και είναι λογικό να θέλει σχετικό ψάξιμο, αλλά δεν περιμένεις ότι δε θα βλέπεις το διακόπτη για τη ρύθμιση της πλάτης του οδηγού, που βρίσκεται ανάμεσα στην κονσόλα και τα πλευρά του καθίσματος, σε μια χαραμάδα που δε χωράει να μπει ένα κανονικό χέρι. Πάντως, μιας και αναφερθήκαμε στους πίσω επιβάτες, η CLC είναι ένα από τα κουπέ της κατηγορίας με αρκετό χώρο για τα γόνατα, λόγω του μεταξονίου, αντίθετα όμως τα 310 λίτρα του χώρου αποσκευών παραπέμπουν στις μεταφορικές δυνατότητες ενός σουπερμίνι.
Κάτω από το καπό θα περιμέναμε τον κινητήρα της C 180 με τους 156 ίππους. Όμως, το σύνολο των 1.800 κ. εκ. με το μηχανικό υπερσυμπίεστη παρέμεινε όπως ήταν στο προηγούμενο μοντέλο. Δηλαδή, με 143 ίππους απόδοση και 22,4 χλγμ. ροπής. Ο κινητήρας δεν προβληματίζεται, πάντως, απέναντι στα 1.475 κιλά του αμαξώματος, ενώ είναι «λογικό» και στο καύσιμο (11,7 λίτρα/100 χλμ.).
Έχει ροπή από χαμηλά, αλλά φαίνεται να αποδίδει καλύτερα στις μεσαίες και τις υψηλές στροφές. Αν προσπαθούσε κανείς να τοποθετήσει τη CLC σε σχέση με τον ανταγωνισμό, το επίπεδο των ρεπρίζ που πετυχαίνει είναι ανάλογο της 2λιτρης Alfa GT και οριακά πιο αργή από τη σεντάν C 180 των 156 ίππων. Το αυτοκίνητο της δοκιμής με το πακέτο Sport, που έχει τροχούς 18 ιντσών (225/40 εμπρός-245/35 πίσω) καθώς και πιο σφιχτή ανάρτηση που μειώνει το ύψος κατά 15 χλστ. εμπρός και 5 χλστ. πίσω, κυλάει ποιοτικά, δεν κουράζει τους επιβάτες, ενώ τα όρια πρόσφυσης είναι αρκετά ψηλά, σε βαθμό που ο κινητήρας να μην είναι σε θέση να εκθέσει το πλαίσιο, ενώ, σε κάθε περίπτωση, δείχνει σταθερή και ζυγισμένη.
Ωστόσο, η σπορ διάθεση που προσπαθεί να δώσει το πακέτο της ανάρτησης ανακόπτεται από την αίσθηση των χειριστηρίων. Το τιμόνι είναι βαρύ, αλλά χωρίς ζωντάνια στην αίσθηση, ο επιλογέας αόριστος, ενώ τα φρένα ούτε σε αίσθηση διακρίνονται ούτε στην απόδοση. Τα 60,7 μ. από τα 120 χλμ./ώρα δεν είναι παρά μια μέτρια επίδοση, αν υπολογίσει κανείς και τα ογκώδη P Ζero Νero. Η αλήθεια είναι ότι η CLC 180 δεν αφήνει τόσο νέα γεύση όσο θα ήθελε η Mercedes. Σε κάθε περίπτωση, το γερμανικό κουπέ προσφέρει το «αστέρι» και ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ιδιαίτερα ανταγωνιστική τιμή, αφού η βάση ξεκινά από τα 31.600 ευρώ και αυτό μπορεί εμπορικά να δώσει ώθηση στο entry level κουπέ της. Για όσους ενδιαφέρονται, η CLC είναι διαθέσιμη σε τρεις εκδόσεις (Comfort, Exclusive και Sport), που επιβαρύνουν τη βασική τιμή κατά 700 και 2.700 ευρώ, αντίστοιχα._ Σ. Σ.