To πανέμορφο αμερικανικό roadster των 150 ίππων, με αμάξωμα κατασκευασμένο από ενισχυμένο fiberglass, που δεν έφτασε ποτέ στη γραμμή παραγωγής.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ο όμιλος της Chrysler έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στον κόσμο του αυτοκινήτου, ως ένας από τους πιο αξιόπιστους κατασκευαστές, αυτό όμως δεν αρκούσε για να αντιστρέψει τη συντηρητική εικόνα του προς τα έξω. O άνθρωπος που κλήθηκε για να αλλάξει τα πράγματα ήταν ο σχεδιαστής Virgil Exner, με επιτυχημένη προϋπηρεσία στην Studebaker, αλλά και στο πλευρό του μεγάλου Harley Earl στη General Motors. Με τους Cliff Voss, Maury Baldwin και τη συνδρομή του Luigi Segre που δούλευε για την Ghia (το Chrysler Advanced Styling Group συνεργαζόταν με την ιταλική carrozzeria) ο Exner δημιούργησε μια σειρά προτάσεων και μοντέλων, που βοήθησαν όλες τις εταιρείες του ομίλου.
Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα της δουλειάς του Virgil και των συνεργατών του ήταν το Chrysler K-310, το Chrysler d’Elegance και το DeSoto Adventurer, πριν έρθει η σειρά των μετέπειτα διαχρονικών 300 Series το 1955. Ο Εxner κατάφερε να δώσει το διαφορετικό και στην Plymouth, που μέχρι τότε είχε σχεδόν ταυτιστεί με τους πιο συντηρητικούς αγοραστές των αυτοκινήτων της Chrysler Corporation, επιμένοντας ως επί το πλείστον στις παραδοσιακές κατασκευές. Χειροπιαστή απόδειξη αυτού του νεωτερισμού ήταν το Belmont, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό το 1954, στο Σαλόνι αυτοκινήτου του Chicago και στο Autorama της Νέας Υόρκης.
Το δίθυρο roadster που είδαν οι επισκέπτες στις εκθέσεις των δύο αμερικανικών μεγαλουπόλεων ήταν βαμμένο σε μπλε μεταλλικό χρώμα (Azure Blue), το οποίο αργότερα έδωσε τη θέση του στο κόκκινο. Το Belmont ήταν κτισμένο σε μια από τις υπάρχουσες πλατφόρμες της Plymouth και έπαιρνε κίνηση από ένα V8 μηχανικό σύνολο της Dodge, χωρητικότητας 3.9 λίτρων (ή 241 κυβικών ιντσών, σύμφωνα με τα πρότυπα των ΗΠΑ) και απόδοσης 150 ίππων, το οποίο συνεργαζόταν με το ημιαυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων Hy-drive της Plymouth. Πέρα από την εκπληκτική του σχεδίαση, που συνδύαζε το αμερικανικό όνειρο με την ιταλική φινέτσα, το αυτοκίνητο καινοτομούσε και με το κατασκευασμένο από ενισχυμένο fiberglass αμάξωμά του. Το concept του ομίλου της Chrysler ήταν από τις πρώτες δημιουργίες επί τροχών στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού που χρησιμοποιούσε το συγκεκριμένο υλικό, μια λεπτή δουλειά που έφερε με επιτυχία εις πέρας η Briggs Manufacturing Company. Όσο για τη μαλακή του οροφή, αποθηκευόταν προσεκτικά σε έναν πολύ διακριτικό χώρο πίσω από τα καθίσματα.
Το Belmont δεν εξελίχθηκε ποτέ σε μοντέλο παραγωγής, οπωσδήποτε ατυχώς για τους θαυμαστές του ωραίου στην Αυτοκίνηση, αποτέλεσε όμως τον καλύτερο πρεσβευτή της Plymouth σε όλες τις αμερικανικές Πολιτείες. Η υψηλή του δημοτικότητα έφερε νέους πελάτες, οι οποίοι αντικρύζοντάς το σε πολυάριθμες εκθέσεις και σε σχετικές με το αυτοκίνητο εκδηλώσεις, πείθονταν πως πράγματι έπνεε πια ένας νέος αέρας στην εταιρεία. Το 1956, πριν αποσυρθεί οριστικά από το προσκήνιο, έκανε την εμφάνισή του στην πολύ επιτυχημένη εμπορικά κινηματογραφική ταινία Bundle of Joy, με πρωταγωνιστές τον Eddie Fisher και την Debbie Reynolds. Στις ημέρες μας, η συλλεκτική αξία αυτής της πανέμορφης one-off κατασκευής, ξεπερνά τα 1.300.000 δολάρια (μήκος: 4.877 χλστ., ύψος: 1.245 χλστ., μεταξόνιο: 2.896 χλστ).