Ο Jack Brabham ήταν μία μορφή των αγώνων που όμοιά της δεν έχουμε ξαναδεί. Ευρηματικός, οξύνους, δημιουργικός, ήταν ο ορισμός του σκεπτόμενου οδηγού.
Ο John Arthur ‘Jack’ Brabham γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1926, στο Hurstville, μία πόλη κοντά στο Σίδνεϋ όπου ο πατέρας του ήταν αγρότης. Από μικρός ασχολήθηκε με τη μηχανική, εκφράζοντας το ενδιαφέρον του να «πειράζει» ό,τι λειτουργεί με κινητήρα εσωτερικής καύσης. Από τα 12 του χρόνια ήξερε να οδηγεί το φορτηγό της οικογένειας.
Αυτή η αγάπη του έγινε τελικά η εργασία του. Αποφοίτησε από τεχνικό κολέγιο, και στα 18 του, κατετάγη στη Βασιλική Αεροπορία της Αυστραλίας (RAAF). Αν και ήθελε να γίνει πιλότος, τελικά αξιοποιήθηκε διαφορετικά, αφού τοποθετήθηκε στο σώμα των μηχανικών πτήσης, όπου και υπήρχε μεγάλη έλλειψη σε προσωπικό. Δύο χρόνια μετά, απολύθηκε με τον βαθμό του Υποσμηνία.
Η είσοδος του Brabham στους αγώνες έγινε μέσω ενός φίλου του, που αγωνιζόταν με midget cars, μικρές αγωνιστικές κατασκευές κοντά στα σημερινά cross-carts. Ο Jack τον βοήθησε να κατασκευάσει ένα νέο αυτοκίνητο για τα χωμάτινα οβάλ, κι όταν ο φίλος του σταμάτησε να αγωνίζεται, ανέλαβε εκείνος να συνεχίσει το πρωτάθλημα.
Το ταλέντο του στην οδήγηση δεν άργησε να φανεί. Ο Brabham κέρδισε 4 συνεχόμενα πρωταθλήματα Αυστραλίας στην κατηγορία, ενώ το 1953 αναδείχθηκε πρωταθλητής αναβάσεων με μία Cooper-Bristol.
Η γνωριμία του με τους John και Charles Cooper θα άλλαζε την πορεία τόσο του ίδιου, όσο και της Cooper ως εταιρεία στη Formula 1.
Μαζί έκαναν τον γενναίο βήμα στην κορυφή του motorsport, με τον ‘Black Jack’ Brabham, όπως τον αποκαλούσαν πια, και μάλιστα πήραν ένα τεράστιο ρίσκο για την τότε εποχή: επέλεξαν να τοποθετήσουν τον κινητήρα πίσω, σε ένα σπορ που μέχρι εκείνη την περίοδο, η επιτυχία ερχόταν από μπροστοκίνητα, συνήθως προπολεμικής κατασκευής, μονοθέσια (βλ. Ferrari, Alfa Romeo, Mercedes).
Το 1955 και το 1956 συμμετείχαν μόνο στο Βρετανικό GP, στο Silverstone, έχοντας δύο συνεχόμενες εγκαταλείψεις.
Το 1958 ήρθε η πρώτη πλήρης χρονιά συμμετοχής για την Cooper και τον Brabham, με τον Stirling Moss, όμως, να κερδίζει τον πρώτο αγώνα της εταιρείας, στη Γερμανία.
Το 1959, η Cooper T45 ήταν ανίκητη, και ο Brabham κατάφερε να υπερκεράσει τον Moss, κατακτώντας 2 νίκες και 3 βάθρα, για να στεφθεί πρωταθλητής στο κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας της Formula 1, ανοίγοντας μία νέα εποχή για το σπορ συνολικά, αποδεικνύνοντας περίτρανα πως το μέλλον των μονοθέσιων ήταν η κίνηση στον πίσω άξονα.
Το 1960 επανέλαβε το επίτευγμά του, με την T53 να αποδεικνύεται ακόμα καλύτερη από την προκάτοχό της.
Ο Brabham, διαχυτικός και εξωστρεφής στο τιμόνι, σε αντίθεση με την ζωή εκτός του cockpit στην οποία ήταν ντροπαλός, εσωστρεφής και λιγομίλητος, έμοιαζε να είναι ο απόλυτος σταρ, το ορόσημο για τη γενιά που ξεκινούσε την πορεία της στις αρχές της δεκαετίας του ’60.
Το 1962 ήταν η τελευταία του χρονιά στην ομάδα της Cooper, με την οποία είχε χαρεί όλες τις μέχρι τότε επιτυχίες του.
Το 1963 ξεκινά το ταξίδι της ομάδας που έφερε την επωνυμία του, της Brabham Racing Organisation. Μαζί με τον επίσης Αυστραλό συνέταιρό του και σχεδιαστή, Ron Tauranac, κατασκεύασαν ένα μονοθέσιο προδιαγραφών Formula 2, με το οποίο πολλοί οδηγοί έδειξαν τις ικανότητές τους και αναρριχήθηκαν στη μεγάλη κατηγορία.
Μέχρι το 1966, οι κατασκευές της Brabhram Racing δεν είναι τόσο ανταγωνιστικές, αλλά κάθε χρόνο γινόταν το σημαντικό βήμα εμπρός, ώστε να φτάσει ο ίδιος ο Brabham να λειτουργήσει ως αφεντικό, κι όχι ως οδηγός, και να προχωρήσει σε μία κίνηση-ματ: έπεισε την Repco, μία αυστραλιανή εταιρεία που κατασκεύαζε ανταλλακτικά, να πάρει έναν παρωχημένο Oldsmobile V8 κινητήρα και να κατασκευάσει βάσει αυτού έναν δικό της.
Όπερ κι εγένετο, με την Brabham BT19 να δίνει την ευκαιρία στον Brabham να είναι ανταγωνιστικός ξανά, στα 40 του έτη μάλιστα, κατακτώντας 4 νίκες, και τελικά τον τίτλο, τον τρίτο της καριέρας του.
Οι συναγωνιστές του στέκονταν συχνά-πυκνά στην ηλικία του, στο γεγονός ότι είχαν περάσει τα χρόνια. Ο Brabham, όμως, δεν άκουσε κανέναν και συνέχισε να κάνει αυτό που αγαπούσε. Και στη διαδρομή, έγινε ο πρώτος (και ο μοναδικός) οδηγός που έχει κατακτήσει πρωτάθλημα με δική του ομάδα.
Ιδιαίτερος ως άνθρωπος, ο Brabham λάτρευε την αδρεναλίνη, τη δράση, το όριο. Τόσο, που αποφάσισε να πετάει στις εκάστοτε πίστες πιλοτάροντας ο ίδιος το αεροπλάνο του. Ανά τα χρόνια, επιβάτες του έγιναν οι Bruce McLaren, Dan Gurney, Denny Hulme, Jochen Rindt, Jacky Ickx – όλοι τους θρύλοι, όλοι τους φίλοι.
Πέθανε στις 19 Μαΐου 2014, στο σπίτι του στο Queensland, όσο έτρωγε πρωινό με τη σύζυγό του. Ήταν 88 ετών._Δ.Μ.
Στατιστικά της καριέρας του στη Formula 1:
- Σεζόν: 1955-1970
- Ομάδες: Cooper, Rob Walker Racing Team, Brabham
- Εκκινήσεις: 126
- Πρωταθλήματα: 3 (1959, 1960, 1966)
- Νίκες: 14
- Βάθρα: 31
- Pole positions: 13
- Ταχύτεροι γύροι: 12