Πέρασαν 39 χρόνια από την πρόωρη φυγή του Gilles Villeneuve, όμως το όνομά του ηχεί σε αρκετά αυτιά σαν να μην έχει περάσει ούτε μία ημέρα από εκείνο το κρύο απόγευμα της 8ης Μαΐου του 1982 στο Ζolder.
Όσο απότομα προσγειώθηκε στο προσκήνιο της F1, κερδίζοντας τις καρδιές των tifosi, και όχι μόνο, το ίδιο άξαφνα έφυγε, σαν κομήτης του οποίου η ουρά δεν έχει πάψει να λάμπει – και μάλλον δε θα πάψει ποτέ. Τριάντα επτά χρόνια μετά την πρόωρη φυγή του Gilles Villeneuve, το όνομά του ηχεί σε αρκετά αυτιά σαν να μην έχει περάσει ούτε μία ημέρα από εκείνο το κρύο απόγευμα του Μαΐου του 1982 στο Ζolder.
Τα στατιστικά ή το youtube δεν μπορούν να περιγράψουν αρκετά παραστατικά σε αυτούς που δεν τον έζησαν γιατί ακριβώς αυτός ο μικρόσωμος Καναδός έκλεψε τις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων. Ήταν τα απίθανα πράγματα που έκανε στην πίστα, οδηγώντας με την καρδιά του και μονίμως ασυμβίβαστα. Προσωποποιούσε την πλήρη αντίθεση ενός ντροπαλού, προσγειωμένου αλλά και συναισθηματικού αντιστάρ και ενός αφηνιασμένου θηρίου που ξυπνούσε μέσα του όταν βρισκόταν πίσω από το τιμόνι. Διότι τότε απλώς δε γνώριζε όρια. Ή φόβο. Δεν υπήρχε κάτι που για αυτόν να ήταν αδύνατο ή ακατόρθωτο. Συμβίωνε με τον κίνδυνο και το ρίσκο, όντας πάντα αποφασισμένος για όλα. Οτιδήποτε οδηγούσε μπορούσε να το κάνει να πάει πιο γρήγορα. Υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Ακόμα και αν το διέλυε στην πορεία! Ό,τι και να του ερχόταν στο μυαλό θα το δοκίμαζε. Ασχέτως αν η κατάληξη ήταν αρκετές φορές κακή.
Δοκίμαζε γραμμές που δεν είχαν πατηθεί ξανά, καβαλούσε κερμπ, τσούγκριζε τροχούς, βουτούσε σε χώρους που δεν υπήρχαν και είχε παροιμιώδη εξοικείωση με το ανάποδο τιμόνι. Διέθετε μια φοβερή ικανότητα να προβλέπει ενστικτωδώς τις επόμενες αντιδράσεις του μονοθεσίου και μια λυσσαλέα επιθετικότητα, που φυσικά δεν τον άφηνε να τα παρατήσει ποτέ. Ό,τι κι αν συνέβαινε, σε όποια θέση και να βρισκόταν, θα έδινε το 110%, και κάτι παραπάνω. Για αυτό και υπερέβαλλε. Ιδιαίτερα συχνά, μάλιστα, και με επικίνδυνο τρόπο.
Το γεγονός ότι ήταν αδιόρθωτα ασυμβίβαστος αποτελούσε και το μεγαλύτερο ελάττωμά του… Αλλά αυτό ήταν το στοιχείο που ξεσήκωνε τα πλήθη και φόβιζε τους αντιπάλους του. Δε γνώριζαν ποτέ τι ήταν ικανός να αποπειραθεί κατά την επίθεσή του. Για τον ίδιο αυτό ήταν από τα καλύτερα κομπλιμέντα που θα μπορούσαν να του κάνουν! Η ιστορία του Ζιλ στη Formula 1 ξεκίνησε στα μέσα του 1977. Ο 27χρονος τότε Καναδός, που έλεγε ότι ήταν δύο χρόνια νεότερος, ήταν περιβόητος στους αγώνες snowmobile (απʼ όπου έβγαζε τα προς το ζην πριν από την F1), ενώ το 1976 κατέκτησε τους τίτλους Formula Atlantic των ΗΠΑ και Καναδά, νικώντας σε όλους τους αγώνες, εκτός από έναν!
Σε έναν από αυτούς εντυπωσίασε τον Τζέιμς Χαντ, Πρωταθλητή της F1 το 1976 με τη McLaren, ο οποίος τον πρότεινε για team mate του. Η McLaren προσέφερε στον Ζιλ την ευκαιρία να κάνει το ντεμπούτο του στην F1 στο Βρετανικό GP του 1977, όπου εντυπωσίασε με την ταχύτητά του. Ωστόσο, ο Τέντι Μάγιερ (αφεντικό της ομάδας τότε) είδε ότι ο Καναδός θα του κόστιζε αρκετά σε ανταλλακτικά και δεν του έδωσε άλλη ευκαιρία. Όταν ο Νίκι Λάουντα, έχοντας κατακτήσει τον τίτλο, παράτησε σύξυλη τη Ferrari δύο αγώνες πριν από το τέλος εκείνης της σεζόν, οι Κρις Έιμον (πρώην Ferrarista) και Βάλτερ Γουλφ (Καναδός ιδιοκτήτης της ομάδας από την οποία θα ερχόταν στο Μαρανέλο το 1979 ο Τζόντι Σέκτερ) είπαν καλά λόγια στον Έντσο Φεράρι για τον Βιλνέβ, έχοντας συνεργαστεί μαζί του στο Πρωτάθλημα Can-Am. Φανταστείτε την έκπληξη του τότε μάνατζερ της Ferrari, Ντανιέλε Αουντέτο, που ταξίδεψε έως το Μόντρεαλ για να βρει τον Ζιλ, όταν εκείνος ο άγνωστος Καναδός τον ενημέρωσε ότι δεν ενδιαφερόταν για τις δοκιμές που του προτείνονταν, αλλά ήθελε ένα έτοιμο, υπογεγραμμένο συμβόλαιο! Έπειτα από αυτό, ο «γέρος» τον κάλεσε αμέσως στο Μαρανέλο, για να ερωτηθεί από τον Ζιλ «με έξοδα της Ferrari;», καθότι ήταν άφραγκος… Εντέλει, με τον αυθορμητισμό του και την αθωότητά του, παρά τα σκληρά παζάρια, κατάφερε να γοητεύσει τον Φεράρι, που είδε σε αυτόν τον μικρόσωμο Καναδό με το παιδικό χαμόγελο κάτι από τον μεγάλο Τάτσιο Νουβολάρι, τον καλύτερο οδηγό που είχε συναντήσει στη ζωή του… O «γέρος» είδε επίσης την ευκαιρία να χτίσει έναν οδηγό από το μηδέν, και δη Βορειοαμερικανό, εν καιρώ που η Ferrari προσπαθούσε να επεκταθεί σε αυτήν την αγορά. Στο Φιοράνο, την πίστα δοκιμών της Ferrari, ο Ζιλ έμαθε πώς να οδηγεί με συνοχή ένα μονοθέσιο της F1 στο όριο, με τη βοήθεια της -σε εμβρυακό στάδιο τότε- τηλεμετρίας.
Παρά τις σκληρές αρχικές κριτικές, ο «γέρος» δικαιώθηκε, διότι ακολούθησαν πολλές μαγικές στιγμές. Ίσως εκείνη η μονομαχία με το Ρενέ Αρνού για τη 2η θέση στην Ντιζόν το 1979 να παραμείνει για πάντα η καλύτερη μάχη στην ιστορία της Πολλοί θα θυμούνται τη Ferrari-τρίκυκλο (μετά το προσπέρασμα από την εξωτερική επί του Άλαν Τζόουνς στη θρυλική στροφή Ταρζάν!) στην Ολλανδία την ίδια χρονιά ή την οδήγηση στα τυφλά, με τη σπασμένη εμπρός αεροτομή να μπλοκάρει παντελώς το οπτικό πεδίο του, για δύο ολόκληρους γύρους στη βροχή της πατρίδας του το 1981, καθʼ οδόν προς την 3η θέση. Μάλιστα, η πρώτη νίκη του Ζιλ ήρθε επί πατρίου εδάφους το 1978, στο πρώτο GP του Μόντρεαλ, που διοργανώθηκε για χάρη του ουσιαστικά. H πίστα -που χρησιμοποιείται ακόμη στην F1- φέρει πλέον το όνομά του και η γραμμή εκκίνησης αναγράφει πάντα «Salut Gilles!»… Κάποιοι θα θυμούνται, ακόμα, ότι στην καταρρακτώδη βροχή των δοκιμών του GP των ΗΠΑ το 1979 o Βιλνέβ έγραφε χρόνους 10 δλ. (!) ταχύτερους από του team mate του -και Πρωταθλητή εκείνη τη σεζόν- Τζόντι Σέκτερ. Όπως επίσης ότι ο Ζιλ θα μπορούσε να είχε κατακτήσει εκείνη τη χρονιά περισσότερες από τρεις νίκες, ίσως και το Πρωτάθλημα, αλλά δέχθηκε να υπακούσει στις εντολές της Ferrari και άφησε τον τίτλο στον Σέκτερ. Από τότε που πάτησε το πόδι του στη Formula 1, το μόνο που τον ένοιαζε ήταν οι νίκες: «Τι αξία μπορεί να έχει το Πρωτάθλημα, αν δεν το κατέκτησε ένας οδηγός σαν τον Ρόνι Πέτερσον;» είχε δηλώσει.
Ωστόσο, τον τίτλο του 1982 τον ήθελε. Για να κλείσει το κεφάλαιο «Ferrari» με τον καλύτερο τρόπο και να προχωρήσει παραπέρα, ετοιμάζοντας τη δική του ομάδα! Ο «γέρος» γνώριζε ότι θα τον έχανε… Όταν στην Ίμολα το 1982 ο Μάρκο Πιτσινίνι (Αγωνιστικός Διευθυντής της Scuderia) έδειξε την ταμπέλα «αργά» στους Βιλνέβ και Πιρονί, για να διασφαλίσει το «1-2» και ο Γάλλος έκλεψε τη νίκη αναίσχυντα, ο Φεράρι άκουσε τα παράπονα του Βιλνέβ, αλλά δεν πήρε το μέρος του. Ο Ζιλ αισθάνθηκε προδομένος. Είχε, άλλωστε, υπακούσει το 1979, τώρα ήταν η σειρά του. Η πράξη του Πιρονί, ωστόσο, πόνεσε ακόμα περισσότερο.
Ο Ζιλ πίστευε ότι είχε αναπτύξει μια πολύ καλή φιλία με τον Γάλλο στον ένα χρόνο που ήταν team mate, αλλά όλα άλλαξαν εκείνη την ημέρα στην Ίμολα. Στο Ζόλντερ ο Ζιλ ζητούσε απεγνωσμένα εκδίκηση. Στόχος του ήταν να γελοιοποιήσει τον Πιρονί, όντας εξωφρενικά ταχύτερός του. Στις δοκιμές της Παρασκευής (ούτε καν του Σαββάτου), με καινούργια ελαστικά και στρωμένη με γόμα πίστα, ο Γάλλος σημείωσε την ταχύτερη επίδοση. Ο Βιλνέβ βγήκε αμέσως στην πίστα με τα παλιά ελαστικά, έχοντας αντιστρέψει τα δεξιά με τα αριστερά, κυνηγώντας το χρόνο. Θα ήταν η τελευταία φορά… Ίσως η δίψα για εκδίκηση θόλωσε εντελώς τα -ήδη δυσδιάκριτα για τον ίδιο- όρια του φυσικώς αδυνάτου με το επιτευκτό. Πλησιάζοντας την αργή March του Γιόχεν Μας, ο Ζιλ δε σήκωσε ποτέ το πόδι του από το γκάζι και η Ferrari απογειώθηκε για την τελευταία πτήση… Ίσως να ήταν αναμενόμενο. Έτσι όπως οδηγούσε, προκάλεσε υπερβολικά πολλές φορές την τύχη του. Δεν μπορούσε, όμως, να είναι διαφορετικός.
Ήταν, άλλωστε, ο τελευταίος μιας ξεχωριστής πάστας οδηγών.
Υπήρχαν περισσότεροι σαν κι αυτόν τη δεκαετία του ʼ30 στα Γκραν Πρι.
Όχι πια…_ Φαμπρίτσιο Λαζάκις