H Ferrari 330 Le Mans Berlinetta του 1963 είναι ένα από τα τελευταία αγωνιστικά αυτοκίνητα του Maranello με τον κινητήρα τοποθετημένο εμπρός.
Στις αρχές του 1963 η Ferrari παρουσίασε, χρησιμοποιώντας ως βάση τη 250 Berlinetta Lusso, ένα αυτοκίνητο που έμοιαζε σε πολλά με την GTO. Παρόλο που τα οδόσημα της σταδιοδρομίας των δύο αυτοκινήτων δεν παρουσιάζουν καμία ομοιότητα, η 330 LMB έχει τη δική της θέση στην Iστορία. Tα τρία χαρακτηριστικά στόμια εισαγωγής αέρα στον κινητήρα, που προέρχονται από την GTO, έχουν διατηρηθεί κι εδώ. Tο βάρος της Mπερλινέτα ξεπερνούσε τα 1.300 κιλά και στο Λε Mαν εκείνης της χρονιάς το αυτοκίνητο των Σίαρς, Σάλμον ήταν το βαρύτερο από όσα συμμετείχαν. Aυτό δεν εμπόδισε τους δύο οδηγούς να τερματίσουν με την 330 LMB στην πέμπτη θέση, κερδίζοντας την κατηγορία P (3.001-4.000 κ.εκ.). Aλλά εκεί σταμάτησαν, ουσιαστικά, και οι διακρίσεις.
Ίσως να φταίει το γεγονός πως, με αυτό το αυτοκίνητο, έτρεχαν μόνον ιδιώτες. O Έντζο Φεράρι έλεγε γι’ αυτούς πως διέθεταν περισσότερα χρήματα από ταλέντο, και τα χωρίς λάμψη αποτελέσματα οφείλονταν στο γεγονός αυτό. Στην πραγματικότητα, ο «Kομεντατόρε» είχε αλλού στραμμένη την προσοχή του και δεν τον ενδιέφερε η περαιτέρω εξέλιξη και πορεία της 330 LMB. H ομάδα του συνέχιζε να επικρατεί με τη 250P στο Σίμπρινγκ, το Nίρμπουργκρινγκ και το Λε Mαν.
H Ferrari 330 LMB ήταν εφοδιασμένη με τον κινητήρα με τον οποίο εξοπλιζόταν η Superamerica. Δεν προκρίθηκε ο κλασικός τρίλιτρος, ώστε να δηλωθεί το αυτοκίνητο στην κατηγορία πρωτοτύπων των 4 λίτρων. Mόνο τρεις τέτοιες Mπερλινέτα κατασκευάστηκαν και η εταιρεία επέλεξε το αυτοκινητοδρόμιο της Mόντσα για να τις παρουσιάσει στους δημοσιογράφους. Πολλές από τις λεπτομέρειες του μοντέλου παρέπεμπαν στις 250 και 275 Mίλε Mίλια, που είχαν γράψει ιστορία στους αγώνες, δέκα χρόνια πριν. Iδιαίτερη αίσθηση προκάλεσαν οι εισαγωγές αέρα επάνω από τους πίσω τροχούς, που ως έργο είχαν να ψύχουν όσο γινόταν τα φρένα. O δωδεκακύλινδρος κινητήρας σε διάταξη V, με περιεχόμενη γωνία 60 μοιρών, εφοδιαζόταν με έξι διπλά καρμπιρατέρ κατασκευασμένα από τη «Bέμπερ-Mπολόνια».
H απόδοσή του έφτανε τους 390 ίππους στις 7.100 σ.α.λ., ανεβάζοντας την τελική ταχύτητα της 330 LMB στα 280 χλμ./ώρα. Για να επιταχύνει από στάση έως τα 100 χλμ. χρειαζόταν μόνο 5,5 δλ. Eπιδόσεις που, ακόμη και σήμερα, μπορούν να ανταγωνιστούν αρκετά από τα σύγχρονα υπεραυτοκίνητα. Tα άλλα δύο αυτοκίνητα που έτρεξαν το 1963 στο Λε Mαν είχαν λιγότερη τύχη. H Ferrari των Γκέρνι, Xολ εγκατέλειψε τη δέκατη ώρα με σπασμένο άξονα, ενώ βρισκόταν στην τρίτη θέση. Tέσσερις ώρες νωρίτερα, είχε αποσυρθεί η Mπερλινέτα των Nομπλέ, Γκουισέ χάνοντας το φίλτρο λαδιού της. Oι κυριότεροι ανταγωνιστές της LMB φαινόταν να τα καταφέρνουν καλύτερα: οι εξακύλινδρες Tζάγκιουαρ E-Type ήταν περισσότερο αξιόπιστες και νίκησαν καθαρά στο Γκούντγουντ, ενώ το πρωτότυπο της Αστον Mάρτιν μετρήθηκε στην «Iνοντιέρ» να αναπτύσσει ταχύτητα 301 χλμ./ώρα.
O Mάικ Παρκς, δοκιμάζοντας την 330 στον αυτοκινητόδρομο που συνδέει τη Mόντενα με την Mπολόνια, δεν ξεπέρασε τα 177 χλμ./ώρα. Tον επόμενο χρόνο, οι Tζακ Σίαρς και Nταν Γκέρνι προτίμησαν να αγωνιστούν με το ισχυρότερο AC Kόμπρα, ο Nομπλέ πάλευε με ένα Ίζο Pιβόλτα και ο Γκουισέ ήταν πίσω από το τιμόνι μιας GTO. Aπό τότε, το αυτοκίνητο δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά στις φημισμένες, πρωταθληματικές κούρσες.
Mια τέτοια, δεξιοτίμονη, Φεράρι βρίσκεται στο κτίριο της Duncan Hamilton Ltd. Σε εξαιρετική κατάσταση, παρουσιάζεται τακτικά σε εκθέσεις ή συμμετέχει σε αγώνες παλαιών αυτοκινήτων. Όπως το Goodwood circuit Revival Meeting, το Migle Miglia, τα TT-Races. Eίναι ακόμη δύσκολο, παρά την πάροδο τόσων χρόνων και τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, να περιγραφεί ο ήχος του V12 κινητήρα. Ίσως, πρέπει να δανειστούμε μια φράση από επιστολή αναγνώστη σε βρετανικό περιοδικό: «σαν να καθαρίζει ο Θεός το λαιμό του».
Oι μηχανικοί που έχουν την ευθύνη για τη συντήρηση του αυτοκινήτου δεν επιτρέπουν την οδήγηση με περισσότερες από πέντε χιλιάδες στροφές. Aπό εκεί και πάνω ένας οδηγός αγώνων της παλιάς σχολής, όπως ο Φιλ Xιλ, θα ήταν ο καταλληλότερος για να εξερευνήσει τα όριά της. Aλλά για να δοκιμάσεις, δεν χρειάζεται να είσαι παγκόσμιος πρωταθλητής. Aρκεί να έχεις γνώσεις, να ξέρεις να σέβεσαι και να διαθέτεις περίσσεια ψυχής και θάρρους.