Στις 20 Νοεμβρίου 1960, στο Riverside των ΗΠΑ, ο Αμερικανός Bob Drake τερμάτισε με τη Μaserati 250F στη 12η θέση. Από τότε η Maserati δεν εμφανίστηκε ξανά με δικό της μονοθέσιο στη F1.
Στις αρχές του 1952, πρώτης χρονιάς που τα Grand Prix διεξήχθησαν με βάση τους κανονισμούς της F2, η Maserati έκρινε πως έπρεπε πλέον να αντικαταστήσει την επιτυχημένη, αλλά συνάμα γερασμένη «4CLT». Πρώτη δουλειά ήταν η κατασκευή ενός πιο σύγχρονου και ισχυρότερου κινητήρα, έργο που ανέλαβαν από κοινού οι Γιοαχίνο Κολόμπο, Βιτόριο Μπελεντάνι και Αλμπέρτο Μασιμίνο. Αποτέλεσμα της εργασίας τους ήταν ο 6κύλινδρος σε σειρά «A6GCM», τοποθετημένος στο εμπρός μέρος ενός μονοθεσίου που θύμιζε σε πολλά το αγωνιστικό που διαδεχόταν. Η περίοδος εκείνη βέβαια ανήκε ολοκληρωτικά στη Ferrari «500», που κέρδισε όλα τα Grand Prix του 1952 κι ανέδειξε παγκόσμιο πρωταθλητή τον Αlberto Ascari.
Το νέο μονοθέσιο της Μaserati δε μπορούσε να αντιπαρατεθεί μαζί της, κατάφερε όμως να μειώσει σημαντικά την απόσταση από εκείνη την επόμενη χρονιά, όντας το πρώτο «ατμοσφαιρικό» αγωνιστικό στην ιστορία της F1 που έφθασε σε απόδοση τους 100 ίππους στο λίτρο. Το πρωτάθλημα του 1953 τέλειωσε με τον καλύτερο τρόπο για το αυτοκίνητο, αφού ο Fangio κέρδισε με αυτό το Ιταλικό Grand Prix στην πίστα της Μonza. Νωρίτερα, στους προηγούμενους αγώνες, άφθονες ήταν οι μονομαχίες μεταξύ των Ferrari και των Maserati, που πολλές φορές ξεσήκωσαν τους θεατές, άσχετα αν μέχρι τότε οι «τρίαινες» δεν είχαν ποτέ κατορθώσει να φτάσουν πρώτες στη γραμμή του τερματισμού.
Από τα 2,5 λίτρα ως το πρωτάθλημα
Ο Γιοαχίνο Κολόμπο αποχώρησε μαζί με τους δύο συναδέλφους του από τη Μaserati για τη Ferrari το 1954, αφήνοντας τη θέση του στον Τζούλιο Αλφιέρι. Υπεύθυνος για την εξέλιξη του κιβωτίου ταχυτήτων και του πλαισίου από χωροδικτύωμα ανέλαβε ο Βαλέριο Κολότι, που λίγα χρόνια αργότερα θα ενεργοποιούσε τα πρώτα αγωνιστικά κιβώτια ταχυτήτων των έξι σχέσεων. Οι κανονισμοί διεξαγωγής των Grand Prix όριζαν πια την ανώτερη χωρητικότητα των κινητήρων στα 2,5 λίτρα, γεγονός που επέτρεψε στο μηχανικό σύνολο της Μaserati να αναβαθμιστεί και στην έκδοση «A6GCS» να φθάσει σε ισχύ αρχικά τους 220 και μετέπειτα τους 240 ίππους. Η «250F», όπως ονομάστηκε με βάση τον κυβισμό του κινητήρα της, είχε πλέον γεννηθεί. Όμως, παρά την ισχυροποίησή του, το ιταλικό αγωνιστικό μπόρεσε ως το τέλος του 1956 να επιτύχει μόνο τέσσερις νίκες, τις δύο από αυτές στις ισάριθμες πρώτες εμφανίσεις της με οδηγό τον Fangio.
Αιτία γι αυτό ήταν τα αριστουργηματικά «ασημένια βέλη» της Μercedes (W196), που κυριάρχησαν τη διετία 1954-1955 δίχως να αφήσουν στον ανταγωνισμό περιθώρια αντίδρασης. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από τη F1 τα ηνία ανέλαβε η Lancia-Ferrari D50, που αποδείχθηκε ανώτερη, επιβραβεύοντας το σχεδιαστή-μηχανικό Vittorio Jano, αλλά και την προτίμηση σε αυτή του μόνιμου τότε πρωταθλητή Juan Fangio. Ο Stirling Moss, μόνος του στο τιμόνι μιας ιδιωτικής «250F», ήταν αδύνατο να αντιπαρατεθεί σε ένα τόσο ισχυρό ανταγωνισμό. Οι συσχετισμοί όμως επρόκειτο σύντομα να αλλάξουν, καθώς ο Αργεντινός ανακοίνωσε πως στους αγώνες του 1957 θα συμμετείχε με τα μονοθέσια της Maserati.
To θριαμβευτικό 1957
Στον πέμπτο χρόνο της αγωνιστικής της ζωής η «250F» βρέθηκε στο ανώτατο στάδιο της εξέλιξής της, ισχυροποιημένη ξανά και με απόδοση πλέον 270 ίππων. Με τον Fangio στον πιο ώριμο χρόνο της μεγάλης αγωνιστικής του σταδιοδρομίας, αποτέλεσε το νικηφόρο «δίδυμο» του 1957. Ο Αργεντινός με τέσσερις πρώτες θέσεις κατέκτησε τον πέμπτο του παγκόσμιο τίτλο στο τιμόνι της, ενώ o τρόπος με τον οποίο κέρδισε την τελευταία του νίκη στις 4 Αυγούστου στο Nurburgring των 22 χιλιομέτρων έχει περάσει στις μεγαλύτερες στιγμές στην ιστορία της F1. Στο κόκπιτ της «250F» ο Fangio έκανε και τον τελευταίο του αγώνα, στη Ρεμς το 1958, τερματίζοντας στην τέταρτη θέση. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε εμφανιστεί και μία ακόμη έκδοση του αυτοκινήτου, με κινητήρα V12, που έκανε λίγους αγώνες με οδηγό το Γάλλο Jean Behra.
Οι ξεχωριστοί της 250F…
Μια πλειάδα ικανότατων πιλότων, που έγραψαν τη δική τους ιστορία στα Grand Prix, οδήγησε τις «250F» την περίοδο της F1 των 2,5 λίτρων (1954-1960). Πέραν των όσων προαναφέραμε, από αυτούς που κατά καιρούς προσπάθησαν για το καλύτερο στο τιμόνι της διακρίνονται ο Ονοφρέ Μαριμόν, ο πρίγκιπας Μπιρά, ο Λουίτζι Βιλορέζι, ο Κεν Γουόρτον, ο Ρόι Σαλβαντόρι, ο Αλμπέρτο Ασκάρι, ο Χάρι Σελ, ο Λουί Ροζιέ, ο Λουίτζι Μούσο, ο Πίτερ Κόλινς, ο Μάικ Χόθορν, ο Χοσέ Φρόιλαν Γκονζάλες, ο Λουί Σιρόν, ο Πιέρο Ταρούφι, ο Ουμπέρτο Μαλιόλι, ο Τζακ Μπράμπαμ, ο βαρώνος ντε Γκράφενριντ, ο Τζο Μπονιέ, ο Χανς Χέρμαν και ο Άιβορ Μπουέμπ. Τη διετία 1958-1959 σε αυτούς προστέθηκαν ο Μορίς Τρεντινιάν, ο Φιλ Χιλ, ο Κάρολ Σέλμπι, ο Κλιφ Άλισον, ο Τζούλιο Καμπιάνκα και ο Κάρελ Κόντιν ντε Μπόφορτ. Ακόμη, δε θα πρέπει να ξεχάσουμε την Μαρία Τερέζα ντε Φίλιπις, την πρώτη γυναίκα που αγωνίστηκε στη F1 (1958) και μόνο από ατυχία δεν τερμάτισε σε βαθμολογήσιμη θέση.
Το τέλος…
Η επικείμενη κατάργηση των οινοπνευματικών καυσίμων, που κατά κύριο λόγο χρησιμοποιούσαν τότε τα μονοθέσια της F1, ήταν μία από τις αιτίες που η Μaserati αποφάσισε να αποσυρθεί από τους αγώνες, «παγώνοντας» και την εξέλιξη του 12κύλινδρου κινητήρα για τα Grand Prix. H «250F» συνέχισε να παρουσιάζεται στις εκκινήσεις, με ιδιώτες οδηγούς και χωρίς φιλοδοξίες πια, αφού οι καιροί είχαν αλλάξει και τα μονοθέσια με τον κινητήρα τοποθετημένο πίσω από τον οδηγό ήταν εκείνα που θα κυριαρχούσαν στο εξής. Το τέλος και από στατιστικής πλευράς ήρθε στον τελευταίο αγώνα του 1960, στην πίστα του Riverside το Νοέμβριο, όταν ο Αμερικανός Bob Drake τερμάτισε με τη Μaserati του στη 12η θέση, επτά γύρους πίσω από τη νικήτρια Lotus του Innes Ireland. Από τότε η εταιρεία δεν εμφανίστηκε ξανά με δικό της αυτοκίνητο στη F1, αφήνοντας την εκπροσώπηση των ιταλικών χρωμάτων στη Ferrari.
ΝΙΚΕΣ
Buenos Aires 1954: Juan Fangio
Spa 1954: Juan Fangio
Monaco 1956: Stirling Moss
Monza 1956: Stirling Moss
Buenos Aires 1957: Juan Fangio
Monaco 1957: Juan Fangio
Rouen less Essarts 1957: Juan Fangio
Nurburgring 1957: Juan Fangio
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Συμμετοχές σε Grand Prix: 43 Νίκες: 8 Pole positions: 8 Ταχύτεροι γύροι: 12 Βαθμοί: 228,4
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Κινητήρας: 6κύλινδρος σε σειρά Κυβισμός: 2.492,5 κ.εκ. Διάμετρος x διαδρομή: 84 mm x 75 mm Σχέση συμπίεσης: 12:1 Ισχύς (1954): 240 ίπποι στις 7.200 σ.α.λ. Ισχύς (1957): 270 ίπποι στις 8.000 σ.α.λ. Καρμπιρατέρ (1954): 3 Weber 42 DCO3 Καρμπιρατέρ (1955): 3 Weber 45 DCO3 Μετάδοση κίνησης: στους πίσω τροχούς Κιβώτιο ταχυτήτων (1954): χειροκίνητο 4 σχέσεων της ΖF Κιβώτιο ταχυτήτων (1955): χειροκίνητο 5 σχέσεων της ΖF Mήκος: 4.050 χλστ. Πλάτος: 980 χλστ. Ύψος: 950 χλστ. Μετατρόχιο εμπρός: 1.300 χλστ. Μετατρόχιο πίσω: 1.250 χλστ. Μεταξόνιο: 2.280 χλστ. Bάρος: 630 κιλά (βάρος κινητήρα: 197 κιλά) Χωρητικότητα ρεζερβουάρ: 200 λίτρα Χωρητικότητα δοχείου λαδιού: 20 λίτρα Αναλογία καυσίμου: 50% μεθανόλη, 35% βενζίνη, 10% ακετόνη, 4% βενζόλιο, 1% καστορέλαιο Ελαστικά εμπρός: 5.50 x 16 Pirelli Stilvio Corse Ελαστικά πίσω: 7.00 x 16 Pirelli Stilvio Corse