Στις 3 Ιουλίου 1966 ο Jack Brabham κέρδισε με τον V8 της Repco το τελευταίο Grand Prix της Reims κι έγινε έτσι ο πρώτος και ο μόνος μέχρι σήμερα οδηγός στην ιστορία της F1 που νίκησε αγώνα με μονοθέσιο που έφερε το όνομά του.
Η διοίκηση του sport έθεσε από την 1η Ιανουαρίου 1966 σε ισχύ τον νέο κανονισμό διεξαγωγής αγώνων Grand Prix. Η χωρητικότητα των κινητήρων ανέβηκε στα 3 λίτρα και το ελάχιστο βάρος στα 500 κιλά. Η διανυόμενη απόσταση παρέμεινε στα 300 χλμ και σε περίπτωση αγώνα με μεγαλύτερη διάρκεια προβλεπόταν στάση για ανεφοδιασμό. Η πρωταθλήτρια Lotus θα ξεκινούσε την περίοδο με τους δίλιτρους V8 κινητήρες της Coventry-Climax που χρησιμοποίησε στους αγώνες του κυπέλλου Τasman. Για την συνέχεια είχε προγραμματιστεί η χρήση του επίπεδου 16κύλινδρου κινητήρα της BRM, με το κωδικό όνομα «Η-16» και απόδοσης 405 ίππων. Η ομάδα του Jack Brabham ανέθεσε στον Αυστραλιανό οίκο Repco την εξέλιξη των κινητήρων GM-based V8 που θα φορούσε στα μονοθέσιά της. Ο Hulme ήταν πλέον ο δεύτερος οδηγός της, καθώς ο Dan Gurney αποφάσισε να πάρει μέρος στους αγώνες με δικό του μονοθέσιο. Στο πρωτάθλημα οδηγών θα μετρούσαν τα πέντε καλύτερα αποτελέσματα.
Η αρχή της αγωνιστικής περιόδου στο Μονακό βρήκε στην πρώτη σειρά της εκκίνησης την Lotus 33 του Clark και την Ferrari του Surtees. Ο Bruce McLaren ξεκίνησε εδώ την σταδιοδρομία του σαν κατασκευαστής, έχοντας στο μονοθέσιο του έναν τρίλιτρο V8 κινητήρα της Ford.
Στις 19 Ιουνίου ο ΜcLaren κέρδισε τον 24ωρο αγώνα του Le Mans, οδηγώντας ένα Ford GT40 ΜΚ ΙΙ επτά λίτρων. Στα παραλειπόμενα της κούρσας ο John Surtees είχε μια σοβαρή διαμάχη με τους προισταμένους του για θέματα ιεραρχίας της Scuderia. Αυτό εξώθησε τον Βρετανό άσσο να εγκαταλείψει την Ferrari και να συνεχίσει τις εμφανίσεις του στο πρωτάθλημα με τα χρώματα της Cooper.
Στην Reims ήταν ο Bandini που πήρε για την Ferrari την πρώτη θέση στην σειρά εκκίνησης με χρόνο 2.07.8. Ο Bonnie είχε για τον αγώνα ένα Brabham με τετρακύλινδρο κινητήρα Climax 2,5 λίτρων και ο Πέντρο Ροντρίγκεζ μια Lotus-Climax. Ο Τσάπμαν είχε τον δίλιτρο V8 της BRM για τον Μάικ Σπένς και τον «Η-16» για τον Αρουντέλ. Ο Έημον ήταν εκεί με το Cooper Maserati και στα μονοθέσιο των Hulme και Brabham υπήρχε πλέον ο κινητήρας της Repco. Με το σύνθημα της έναρξης ο Bandini τέθηκε επικεφαλής μέχρι τον 31ο γύρο που άρχισε να οπισθοχωρεί. Ο Jack Brabham που τον αντικατέστησε έμεινε σε αυτή τη θέση για να γίνει ο πρώτος οδηγός που νίκησε με αυτοκίνητο που φέρει το όνομά του. Ήταν η πρώτη νίκη του Αυστραλού από το GP Πορτογαλίας του 1960. Αυτή ήταν επίσης η πρώτη επιτυχία του κινητήρα Repco, που στη συνέχεια κυριάρχησε και βρίσκοντας απροετοίμαστους όλους τους άλλους έδωσε στον Brabham το πρωτάθλημα των οδηγών και στην ομάδα του τον τίτλο των κατασκευαστών.
Ο Jack Brabham δεν υπήρξε ποτέ βεντέτα στην πίστα, ήταν πάντοτε χαμηλών τόνων και αντιδημοφιλής. Για πολλούς ήταν και αντιπαθής, γιατί δεν τους έδινε τη δυνατότητα να ετεροφωτιστούν χρησιμοποιώντας τις δικές του νίκες. Έφθασε στην κατάκτηση του τρίτου του παγκόσμιου τίτλου χάρις στην εύστοχη επιλογή της Repco. Οι άριστες μηχανικές του γνώσεις, που από την αρχή της καρριέρας του ήξερε να χρησιμοποιεί, τον βοήθησαν και πάλι. Ήξερε επίσης καλά να επιλέγει τους συνεργάτες του. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του ως κατασκευαστής έδωσε τιμόνι στον υπέροχο Dan Gurney, που με τα μονοθέσια του έκανε τις καλύτερες εμφανίσεις του. Στην συνέχεια εμπιστεύθηκε τον θετικότατο και επίσης γνώστη μηχανικών θεμάτων, Dennis Hulme. Ο Brabham ήξερε πολύ καλά τι ήθελε και τι έκανε, γι αυτό και είναι ο μόνος που κατέκτησε πρωτάθλημα με την διπλή ιδιότητα του οδηγού-κατασκευαστή.