Δεν ήταν καλό αμάξι, αλλά ούτε και καλή βάρκα. Όμως, τα έκανε όλα καλά. Ήταν το πιο γρήγορο αυτοκίνητο στο νερό και η ταχύτερη βάρκα στο δρόμο…
Η ιστορία του Amphicar άρχισε ουσιαστικά στα μέσα της δεκαετίας του ’30, όταν ο πρωτοπόρος του αμφίβιου αυτοκινήτου Hanns Trippel ξεκίνησε την κατασκευή ενός τετρακίνητου οχήματος, το οποίο μπορούσε να διανύει και αποστάσεις μέσα στο νερό. Ο Γερμανός μηχανικός-σχεδιαστής-εφευρέτης έδωσε περισσότερη έμφαση στο τμήμα του οχήματος που βρίσκεται μέσα στο νερό, η διαμόρφωση του οποίου είχε σημασία για την πλωιμότητά του. Έτσι, στο κομμάτι αυτό, έδωσε το σχήμα μπανιέρας με ψηλό κατώφλι. Με αυτόν τον τρόπο προέκυψε το SG6, που ήταν ο πρόδρομος του Amphicar 770. Το αμφίβιο τετρακίνητο συγκέντρωσε την προσοχή της Βέρμαχτ, με αποτέλεσμα η πρώτη σειρά του να αριθμήσει 20 μονάδες παραγωγής από το 1937 ως το 1940. Η συνέχεια της ιστορίας είναι αρκετά παράξενη, αντάξια του αμφιλεγόμενου Trippel, που ήταν και σημαντικό μέλος του Ναζιστικού Κόμματος, ανήκοντας τα πρώιμα χρόνια του στα Τάγματα Εφόδου. Όταν η Αλσατία πέρασε στην κυριαρχία της Γερμανίας, ο Hanns απέκτησε τον έλεγχο του εργοστασίου της Bugatti στο Molsheim, της οποίας οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις έγιναν ο τόπος παραγωγής όλων των αμφίβιων κατασκευών του. Όμως, στα τέλη του 1943 βρέθηκε σε δυσμένεια, με τον Χάινριχ Χίμλερ να συστήνει την απομάκρυνσή του λίγους μήνες αργότερα, ενώ το δημιούργημά του κατασκευάστηκε σε περίπου 1.000 μονάδες συνολικά. Για τη συνέχεια των δραστηριοτήτων του, ο γερμανικός στρατός προτίμησε το VW Type 166 του Ferdinand Porsche.
Όσο για τον Trippel, μετά τον πόλεμο τιμωρήθηκε με τρία χρόνια φυλάκιση από το Γαλλικό κράτος για κερδοσκοπία σε καιρό πολέμου. Κανονικά βέβαια θα έπρεπε να είχε χειρότερη τύχη, αφού το προσωπικό του αποτελείτο κατά κύριο λόγο από κρατούμενους των στρατοπέδων εξόντωσης των Ναζί. Το 1949 αφέθηκε τελικά ελεύθερος, επιστρέφοντας στις κατασκευαστικές ανησυχίες του. Έκτοτε είχε αρκετές καλές στιγμές κι αξίζει να αναφερθούμε στις δύο σημαντικότερες από αυτές, όπως στις πόρτες που άνοιγαν σαν τα φτερά του γλάρου στις Mercedes-Benz 300 SL του 1955 (ο σχεδιασμός τους ήταν δικός του) και στο νορβηγικό μικρό μοντέλο πόλης Troll (1956-1958), που παρήχθη σε πέντε μόλις μονάδες και στο οποίο έχουμε αναφερθεί σε άλλο μας αφιέρωμα.
Το 1961 ο Trippel παρουσίασε το Amphicar 770, μέσω του οποίου εξέφραζε πια την τελική πρότασή του για το πως πρέπει να είναι ένα αμφίβιο αυτοκίνητο. Στο εγχείρημά του εκείνο είχε τη στήριξη του Quandt Group, της οικογένειας δηλαδή που ήλεγχε τη BMW, με την παραγωγή του να λαμβάνει χώρα στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις του Lübeck και του Berlin-Borsigwalde. Ο Hanns είχε την πεποίθηση ότι θα κατασκεύαζε 20.000 αμφίβια αυτοκίνητα το χρόνο, τα περισσότερα από τα οποία θα κατέληγαν στην αμερικανική αγορά. Οι προβλέψεις του όμως έπεσαν έξω γι ακόμη μια φορά, αφού ως το τέλος του 1965 είχαν παραχθεί μόνο 3.878 Amphicars. Εννενήντα εννέα από αυτά είχαν μετατραπεί από αριστεροτίμονα σε δεξιοτίμονα, προτού ταξιδέψουν για να πουληθούν στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1964.
H τελική επιλογή μηχανικού συνόλου ήταν ο 4κύλινδρος state-of-the-art για την εποχή κινητήρας των 1.147 κυβικών εκατοστών, που προερχόταν από το Triumph Herald 1200. Ήταν τοποθετημένος στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου και συνδυαζόταν με χειροκίνητο κιβώτιο ταχυτήτων των τεσσάρων σχέσεων. Για τις διαδρομές στο νερό, ο ίδιος κινητήρας έδινε κίνηση στις δύο προπέλλες, που ήταν εγκατεστημένες κάτω από τις απολήξεις του πίσω προφυλακτήρα. Πολλοί κινητήρες είχαν δοκιμαστεί προηγούμενα στο πρωτότυπο του αμφίβιου, μεταξύ των οποίων και εκείνος που είχε τοποθετηθεί στην Mercedes 190 SL, που όμως απορρίφθηκαν κυρίως λόγω του βάρους τους. Ο συγκεκριμένος αποδείχθηκε ο πιο κατάλληλος, παραμένοντας στην επικαιρότητα μέχρι το 1980, κάτω από το εμπρός καπό του Triumph Spitfire. Η μέγιστη ισχύς του ανερχόταν στους 43 ίππους στις 4.750 στροφές ανά λεπτό, δίνοντας στο αυτοκίνητο τελική ταχύτητα 110 χιλιομέτρων την ώρα στο δρόμο και 7 κόμβων στο νερό. Στις τελευταίες του εκδόσεις το Amphicar φόρεσε και κινητήρες των 1.296 και των 1.493 κυβικών εκατοστών, αποκτώντας ισχύ μεγαλύτερη των 75 ίππων.
Το 1965 δύο Amphicars διέβησαν επιτυχημένα τον ποταμό Yukon στην Alaska. Τρία χρόνια αργότερα, δύο 770 διέσχισαν με επιτυχία την Μάγχη, έχοντας να αντιπαλέψουν με ισχυρούς ανέμους και με κύματα που ξεπερνούσαν τα έξι μέτρα. Πολύ αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ο Howard Singer από το San Diego ταξίδεψε από την ηπειρωτική χώρα έως το νησί Catalina. Οι κάτοχοι του Amphicar ήταν συνήθως ξεχωριστοί και πολυπράγμονες άνθρωποι, σίγουρα όμως ο πιο διάσημος από τους ιδιοκτήτες του ήταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Lyndon B. Johnson.
Παρά το ότι δεν εκπλήρωσε τους στόχους του, το Αmphicar 770 παραμένει μέχρι σήμερα το πιο επιτυχημένο αμφίβιο πολιτικό μοντέλο παραγωγής, αποτελώντας πολύτιμο απόκτημα για κάθε ξεχωριστό συλλέκτη αυτοκινήτων ιστορικού χαρακτήρα. Όσο για τον αμφιλεγόμενο δημιουργό του, έζησε την υπόλοιπη ζωή του εν ειρήνη και πέθανε το 2001 σε βαθιά γεράματα, στην ηλικία των 93 ετών.